Φωτογραφίες: κα Γεωργία Μπουρίκα-Μαρινοπούλου
Η βροχή έπεφτε απαλά, αλλά μη φοβάστε: κάθε σταγόνα έχει λόγο να πέσει.
Κάθε χρόνο η ίδια ιστορία, και όμως πάντα διαφορετική.
Οι ελιές γυαλίζουν, κάθε σταγόνα δεν πήγε χαμένη.
Η δουλειά μας δεν είναι μόνο προσπάθεια, είναι συνομιλία με τη γη.
Η βροχή δεν κρατά για πάντα. Ο ήλιος πάντα βρίσκει τον δρόμο.
Τα απέξω είναι καθρέφτης του μέσα.
Ο Νοέμβρης μάς διδάσκει υπομονή.
Κι έτσι, η βροχή, ο ήλιος, η δουλειά μας έγιναν ένα — μικρή μακαρία αρμονία.
Νοέμβρης στη Βαλύρα. Ο ουρανός βαρύς, μαλακός, σαν να κρατά μυστικά χρόνων. Η βροχή άρχισε να πέφτει απαλά, και κάθε σταγόνα μοιάζει να μετράει τη ζωή. Ο Οδυσσέας Ελύτης ψιθυρίζει μέσα στην καρδιά μας:
«Ξέρει ο ήλιος, κατεβαίνει μέσα σου να δει, επειδή τα απέξω είναι καθρέφτης».
Στην πλατεία, η καφετέρια αχνίζει, μυρίζοντας καφέ και ξύλο. Εκεί μαζεύονται οι άντρες της Βαλύρας: ο Γιάννης, ο Νίκος, ο Χρήστος, ο Γιώργος, ο Κώστας, ο Μάριος, ο Δημήτρης, ο Θανάσης. Ο καθένας κουβαλάει τα δικά του λιοστάσια, τις δικές του ανησυχίες.
— Ρίχνει σαν να θέλει να πνίξει τη γη, λέει ο Γιάννης.
— Μη φοβάσαι, απαντά ο Νίκος. Κάθε σταγόνα έχει λόγο να πέσει.
— Ναι, αλλά οι ελιές; πετάγεται ο Κώστας. Σαπίζουν και χάνεται η δουλειά μας…
Ο Χρήστος κοιτάζει έξω. Οι λόφοι μισοκρύβονται στην ομίχλη, οι σταγόνες γλιστρούν στα τζάμια.
— Θυμάστε πέρσι; Κι εκείνη η βροχή έφερε καλό λάδι…
Ο Γιώργος χαμογελάει κουρασμένα.
— Ναι, αλλά φέτος δεν ξέρω αν μας λυπάται ο καιρός.
Ο Μάριος σηκώνει το βλέμμα του, βαθιά ηρεμία στην καρδιά του:
— Ο Ελύτης το είπε: ο ήλιος ξέρει πότε να έρθει. Ας τον αφήσουμε να μας δει.
Κι ο ήλιος ακούει. Σπάει τα σύννεφα, χρυσίζει τα πλατάνια, αγγίζει τα λιοστάσια. Οι άντρες βγαίνουν έξω. Η μυρωδιά της βρεγμένης γης γεμίζει πνεύματα και καρδιές.
— Το βλέπεις; λέει ο Δημήτρης στον Θανάση. Η βροχή δεν κρατά για πάντα.
— Ούτε το τίναγμα, χαμογελά ο Θανάσης. Ας προλάβουμε όσο κρατά το φως.
Στα λιοστάσια, τα κλαδιά τινάζονται. Οι ελιές πέφτουν στα δίχτυα, χρυσές, λαμπερές, σαν να γιορτάζουν τη ζωή τους. Ο ήχος τους γεμίζει τον αέρα, νότες ενός αόρατου μουσικού. Σιωπή, δουλειά, ανάσα της γης.
— Κοιτάξτε πώς γυαλίζουν, λέει ο Μάριος. Κάθε σταγόνα δεν πήγε χαμένη.
— Κάθε χρόνο η ίδια ιστορία, και όμως πάντα διαφορετική, λέει ο Θανάσης. Ο Νοέμβρης μάς διδάσκει υπομονή.
Οι ώρες περνούν. Ο ήλιος παίζει στα φύλλα. Οι άντρες κουράστηκαν, αλλά η γη τους ευλογεί. Τα δίχτυα γεμάτα, τα λιοκάρπια λαμπερά. Η βροχή και ο ήλιος συνεργάστηκαν.
Η Βαλύρα λάμπει στο απογευματινό φως. Η βροχή αφήνει μυρωδιά χώματος και αγριολούλουδων. Στην καφετέρια, οι μπριγκιέρες αχνίζουν, ο καφές αρωματίζει. Ο Χρήστος σηκώνει το φλιτζάνι:
— Στην υγειά μας και στη γη που ξέρει να δίνει, ακόμα κι όταν φοβόμαστε…
Κι ο ήλιος ψηλά, ένα τελευταίο φως στα λιοστάσια, σαν ευλογία. Οι άνθρωποι κοιτάζονται. Η βροχή, ο ήλιος, η δουλειά τους έσμιξαν σε ένα — μικρή μακαρία αρμονία. Και το «απέξω» έγινε καθρέφτης του «μέσα τους».
Φωτό: κα Μαρία ΝτούρουΘερμές ευχαριστίες στις κυρίες Γεωργία Μπουρίκα-Μαρινοπούλου, και Μαρία Ντούρου για το φωτογραφικό υλικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου