Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025

Οι συμπεθέρες του μέλλοντος

              

                                 Φωτογραφίες: κ. Τάκης Ατζαμιδάκης, Ζωγράφος


Αφιερωμένο στις νεαρές μητέρες της Βαλύρας

Στην πλακόστρωτη πλατεία της Βαλύρας, εκεί όπου τα πέτρινα σοκάκια καταλήγουν στην κρήνη με τα γαλάζια   πλακάκια, ο Νοέμβρης φορά το πιο γλυκό του φως.

Ο μεγάλος πλάτανος ρίχνει τις σκιές του πάνω στα τραπεζάκια της καφετέριας, κι ο ήχος   του μόχθου ανακατεύεται με τα γέλια των παιδιών που κυνηγιούνται γύρω από τα παρτέρια.
Οι μυρωδιές από τα τρία παραδοσιακά εστιατόρια της πλατείας –ψητό αρνάκι, λαδερά, φρέσκο ψωμί– ταξιδεύουν στον αέρα σαν ευχή για καλοσύνη και ζεστασιά.

Κάτω απ’ τον πλάτανο κάθονται δύο νεαρές μητέρες: η Κοραλένια και η Ηλιάνθη.
Η πρώτη, με τη  χαμηλή  φωνή , μιλά για την εξάχρονη κόρη της, μαθήτρια στο Δημοτικό Σχολείο της Βαλύρας.
Η δεύτερη, πιο ζωηρή, γελά  από καρδιάς καθώς περιγράφει  την κόρη της που κάθε πρωί κάνει «μάχη» για να φορέσει το μπουφάν  της.
Οι δυο τους  μοιράζονται  έναν καφέ μαζί  με μικρές ανησυχίες, κουβέντες για το διάβασμα, τη δουλειά, την ατελείωτη προσπάθεια να σταθεί η ζωή όρθια ανάμεσα σε καθήκον και όνειρο.

Μιλούν χαμηλόφωνα, μα τα βλέμματά τους είναι γεμάτα συμπόνια και αλληλοκατανόηση.
Ξέρουν πως ο αγώνας τους δεν είναι μόνο για τα παιδιά, μα και για τον εαυτό τους — για να παραμείνουν γυναίκες, σύντροφοι, ψυχές δημιουργικές μέσα στο πέρασμα του χρόνου.
«Μερικές φορές», λέει η Ηλιάνθη, «θα ‘θελα να φύγω μια μέρα έτσι απλά, χωρίς πρόγραμμα. Να περπατήσω στον κάμπο, να μαζέψω αγριολούλουδα».
«Ναι… κι εγώ», απαντά η Κοραλένια, «να νιώσω πάλι παιδί, έστω για λίγο».

Κάπου πιο πέρα, στις ίδιες καρέκλες που άλλοτε εκείνες έπαιζαν μικρές, κάθονται τώρα οι μανάδες τους.
Με τις ρυτίδες τους να μαρτυρούν χρόνια προσφοράς, πίνουν  το τσάι τους αργά και κοιτούν τα εγγόνια τους να τρέχουν.
Ήταν κι εκείνες κάποτε νέες, πολυάσχολες, γεμάτες έγνοιες. Τώρα, με πιο αργά βήματα, κατανοούν πως η χαρά δεν είναι στο να προλαβαίνεις, αλλά στο να αγαπάς.

Η Κοραλένια και η Ηλιάνθη σωπαίνουν για λίγο.
Ο ήλιος ξεπροβάλλει μέσα από τα σύννεφα και τις χαϊδεύει στο πρόσωπο, σαν να τις φλερτάρει διακριτικά.
Η ιδέα γεννιέται σχεδόν μόνη της:
«Να κάνουμε μια γιορτή», λέει η Κοραλένια. «Να μαζευτούμε όλοι εδώ, κάτω απ’ τον πλάτανο. Να φέρουν οι γιαγιάδες τα φαγητά, κι εμείς τα γλυκίσματα».
«Ναι!», απαντά η Ηλιάνθη. «Με μουσική, με παιδικά παιχνίδια, να γεμίσει η πλατεία φωνές!»

Και τότε γελούν δυνατά, τόσο που γυρίζουν κεφάλια από τα γύρω τραπέζια.
«Σαν προξενιό δεν ακούγεται αυτό;» ρωτά η μία.
«Λες να γίνουμε μια μέρα συμπεθέρες;»
Τα γέλια τους μπερδεύονται με το  απαλό αγέρι και το θρόισμα των φύλλων.

       
     

Κι ενώ οι συμπεθερούλες είχαν απογειωθεί σε ουράνια κράσπεδα, τις προσγείωσε με τον λόγο του ο δημοφιλής ζωγράφος, κύριος Τάκης Ατζαμιδάκης:

"Και όσο το φθινόπωρο μας αποχαιρετά τόσο περισσότερο αναπολώ τα βράδια στην πλατεία της Βαλύρας!
Όταν το βράδυ σιμώνει παίρνουμε την κατηφόρα για την πλατεία. Ντόπιοι και ξένοι επισκέπτες μαζεμένοι σε μερικά τετραγωνικά μέτρα.
Μας περιμένουν το ψητά, τα μαγειρευτά και οι καφέδες με ή χωρίς τη συνοδεία της τηλεόρασης.
Τα φαγητά στο «Χαγιάτι», σπιτικά. Όταν γυρνάς απόγευμα πλέον από την παραλία της Μπούκας, μετά από το μπάνιο σου, και ενώ η κοιλιά σου γουργουρίζει, είναι ότι πρέπει να γευτείς το μαγειρευτό φαγητό του Χρήστου.
Το βραδάκι αφήνεις πίσω την ζέστη της ημέρας, με πίτσα από ωραία ζύμη και με υλικά της αρεσκείας σου. Οι πίτσες του, πραγματικά υπέροχες! Αλλά… και οι κρέπες!
Στην άλλη πλευρά, το καφενείο της πλατείας! Εδώ απολαμβάνεις το καφεδάκι σου πρωί, απόγευμα ή όποια στιγμή το επιθυμείς. Παγωτά, βάφλες αλλά και τηλεόραση πλαισιώνουν την απόλαυσή μας στο καφέ της Βαλύρας.
Η Αντιγόνη, επίσης ψητοπωλείο, που στο χώρο της πλατείας έχει τη θέση του, σερβίροντας σουβλάκια ή άλλα ψητά των προτιμήσεών μας.
Για μαγειρευτά φαγητά υπάρχει ένα ακόμα μαγαζί της κυρίας Σοφίας που δυστυχώς δεν πρόλαβα να γευτώ τα εδέσματά του. Ελπίζω του χρόνου να το επισκεφθώ.
Θα σταθώ όμως και σ’ έναν άλλο πολύ ενδιαφέροντα χώρο που επισκέφθηκα πριν αναχωρήσω από την Βαλύρα! Είναι το Εργαστήριο Παραδοσιακών Ζυμαρικών «Ο ΒΟΥΛΚΑΝΟΣ». Οικογενειακή επιχείρηση. Ζυμαρικά με εξαιρετικά υλικά φτιαγμένα. Χυλοπίτες, Λαζάνια, Κριθαράκι, Τραχανάς. Γυρνώντας στην Αθήνα τα δοκίμασα και ενθουσιάστικα.




Ο ήλιος γλιστρά πάνω στα κεραμίδια, τα παιδιά συνεχίζουν να παίζουν, κι οι δυο γυναίκες μένουν για λίγο σιωπηλές — ευγνώμονες για το τώρα.
Θεού θέλοντος, ο καιρός δεν θα τις γελάσει. 

Θερμές ευχαριστίες στον κύριο Τάκη Ατζαμιδάκη, ζωγράφο, που μοιράστηκε μαζί μας λόγο και εικόνα και έδωσε νόημα σε αυτή μας την ανάρτηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου