Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025

Η οδύνη της απουσίας προσωπικής ασφάλειας

                                 



Αφιερωμένο στην κα Kiki Droggith και στους εθελοντές του Αριοχωρίου

Περπατούσα βιαστικά σε ήσυχη οδό, με τον κρύο αέρα να μου τρυπάει το  σακάκι και την τσάντα μου να κρέμεται από τον ώμο, γεμάτη με ό,τι πιο προσωπικό είχα: τα έγγραφα, τις κάρτες, τις εξετάσεις του παιδιού μου. Η μέρα είχε ξεκινήσει όπως όλες οι άλλες, γεμάτη τυπικές υποχρεώσεις και μικρές σκέψεις για τα καθημερινά. Όμως, μέσα σε μια στιγμή, τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο.

Άφησα για λίγο το αυτοκίνητό  μου. Όταν γύρισα, η τσάντα μου είχε χαθεί. Ο κόσμος γύρω μου συνέχιζε κανονικά, οι άνθρωποι περνούσαν βιαστικά, και κανείς δεν έμοιαζε να πρόσεξε τίποτα. Για μένα, η καθημερινότητα είχε σπάσει σε χίλια κομμάτια.

Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά, τα χέρια μου έτρεμαν. Δεν ήταν τα χρήματα· ήταν η ασφάλεια που είχα χάσει σε μια στιγμή. Στάθηκα στη μέση του πεζοδρομίου, κοιτάζοντας το αυτοκίνητο, τον δρόμο, τον κόσμο που συνέχιζε τη ζωή του. Η ανασφάλεια με τύλιγε σαν βαριά κουβέρτα. Ως γυναίκα, ένιωθα εκτεθειμένη, ευάλωτη, ανίκανη να προστατέψω τον εαυτό μου από την απρόσμενη βία των άλλων.

Σκέφτηκα την αστυνομία, αλλά τίποτα ουσιαστικό. Οι διαδικασίες, η γραφειοκρατία, η καθυστέρηση… δεν μου έδιναν ασφάλεια. Και κανείς άλλος γύρω μου δεν μπορούσε να με κάνει να νιώσω προστατευμένη. Ένιωσα παγιδευμένη σε ένα συναισθηματικό αδιέξοδο: η απώλεια της τσάντας ήταν μόνο η αρχή· η πραγματική απώλεια ήταν η αίσθηση ότι η ίδια η ζωή μου δεν είχε προστασία.

Τις επόμενες ώρες, ένιωσα ένα μούδιασμα καθώς έκανα τη μία ενέργεια μετά την άλλη: κλήσεις στις τράπεζες για να μπλοκάρω τις κάρτες, ανανέωση εγγράφων, ραντεβού για τις εξετάσεις του παιδιού μου. Κάθε μικρή διαδικασία ήταν μια μάχη, κάθε χαμένο έγγραφο μια υπενθύμιση της ευαλωτότητάς μου.

Κάθισα στο παγκάκι της πλατείας και άφησα τον εαυτό μου να νιώσει την αλήθεια: δεν ήταν μόνο τα αντικείμενα που είχαν χαθεί· ήταν η ηρεμία μου, η σιγουριά ότι η ζωή μπορεί να συνεχιστεί χωρίς ανατροπές. Σκέφτηκα τις ώρες που θα έπρεπε να φροντίσω το παιδί μου, τις μέρες που θα ταξίδευα στην Αθήνα για τις εξετάσεις του, και ένιωσα το φόβο να με πλημμυρίζει.

Κι όμως, σιγά σιγά, κάτι άλλαξε μέσα μου. Κατάλαβα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το παρελθόν. Η κλοπή είχε γίνει, η αστυνομία αδυνατούσε να παρέχει άμεση προστασία, η κοινωνία δεν ήταν πάντα δίκαιη. Αλλά μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου, τις αντιδράσεις μου, το πώς θα αντιμετωπίσω τα επόμενα βήματα.

Άρχισα να οργανώνω την προστασία μου: αντίγραφα εγγράφων φυλαγμένα σε διαφορετικά σημεία, ασφαλείς τσάντες, προσεκτική παρατήρηση του περιβάλλοντος. Κάθε προληπτικό μέτρο ήταν μια μικρή νίκη, μια πράξη ελευθερίας. Η προστασία μου δεν ήταν θέμα τύχης, αλλά συνειδητής προσπάθειας.

Μέσα στην ανασφάλεια και τον θυμό, θυμήθηκα στιγμές από το παρελθόν – τις μέρες που περπατούσα στο πάρκο με το παιδί μου, τα απογεύματα με φίλες, τα ήρεμα βράδια στο σπίτι. Η αντίθεση ανάμεσα στην ασφάλεια εκείνων των στιγμών και στη σημερινή αίσθηση κενού έκανε τον φόβο μου πιο έντονο, αλλά ταυτόχρονα μου έφερε και την απόφαση να ξανακερδίσω ό,τι είχα χάσει.

Και ήρθαν οι μικρές νίκες: αντικατάσταση των καρτών, ανανέωση της ταυτότητας, οργάνωση των εξετάσεων. Κάθε βήμα, όσο κουραστικό και αν ήταν, μου έδινε ξανά τον έλεγχο. Μια αχνή σπίθα δύναμης άρχισε να με φωτίζει μέσα μου. Η ζωή μου δεν είχε σπάσει· μπορούσα να σταθώ ξανά στα πόδια μου.

Η δύναμη αυτή δεν ήταν μόνο πρακτική, αλλά ψυχική. Κατάλαβα ότι η δύναμη να προστατεύω εμένα και το παιδί μου δεν κλέβεται, δεν χάνεται, δεν εξαρτάται από κανέναν άλλο. Εξαρτάται από μένα. Κάθε φόβος, κάθε ανασφάλεια, κάθε απογοήτευση έγιναν δικά μου μαθήματα.

Σηκώθηκα από το παγκάκι, κοίταξα  στο καθρεφτάκι μου και είδα τα μάτια μου: φωτεινά, γεμάτα αποφασιστικότητα, τα χείλη μου σφιγμένα αλλά σταθερά. Είμαι μια γυναίκα που αισθάνθηκε την αδυναμία, που έζησε την απώλεια, αλλά δεν υποκύπτω.

Βγήκα έξω στον ήλιο, και κάθε βήμα μου ήταν μια μικρή πράξη δύναμης, μια δήλωση προς τον κόσμο: «Δεν θα αφήσω κανέναν να μου κλέψει την ηρεμία και την ασφάλεια». Ξέρω ότι θα υπάρξουν ακόμα δύσκολες στιγμές, αλλά τώρα είμαι έτοιμη.

Η τσάντα μου χάθηκε, αλλά η ζωή μου είναι ξανά στα χέρια μου. Ο φόβος και η ανασφάλεια έγιναν αποφασιστικότητα. Το παιδί μου, τα έγγραφα, οι μικρές καθημερινές στιγμές – όλα προστατεύονται από εμένα, όχι λόγω τύχης ή αστυνομίας, αλλά χάρη στη δική μου επίγνωση και τη δύναμη να σταθώ όρθια.

Εισέπνευσα βαθιά, άγγιξα το παιδί μου και χαμογέλασα. Η ζωή δεν είναι ποτέ δίκαιη, σκέφτηκα, αλλά η δύναμη να προχωρήσεις, να προστατεύσεις, να αγαπήσεις και να ζήσεις, αυτή είναι δική σου. Με αυτή τη σκέψη, βγήκα από το σπίτι, έτοιμη να αντιμετωπίσω ξανά τον κόσμο με θάρρος, αποφασιστικότητα και την αίσθηση ότι η ζωή μου είναι στα δικά μου χέρια.

Θερμές ευχαριστίες στον κ. Ιωάννη- Φοίβο Μπόβη, που πρότεινε τη συγγραφή αυτού του  διηγήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου