Ο Ιησούς Χριστός, στον οποίο είμαστε βαπτισμένοι, σιωπηλά ενδύει με ουράνιο φως το φθαρτό σώμα και την ψυχή μας από την ημέρα του Αγίου Βαπτίσματός μας. Αυτό βεβαίως συμβαίνει υπό έναν όρο: να μη βιαστεί ούτε να παραβιαστεί η προσωπική ελευθερία του ανθρώπου, μέχρι να κραταιωθεί η πίστη του στον Πατέρα και Θεό του.
Καθώς ο ανθρώπινος νους έλκεται από δύο αντίθετα – από το δένδρο του πονηρού και των παθών και από το δένδρο της αιώνιας ζωής – χαρά των αγγέλων είναι η συνειδητή επιλογή του αγαθού από τον δοκιμαζόμενο άνθρωπο. Κανείς δεν είναι αναμάρτητος· η αμαρτία είναι γλυκιά και ευχάριστη, ενώ ο δρόμος της σωτηρίας είναι στενός και δύσβατος. Εμπεριέχει πίκρα, ταπείνωση, συγχώρηση, εγκράτεια, αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον.
Πολλοί επιστήμονες δεν έχασαν την ανθρώπινη και επαγγελματική τους ταυτότητα ενόσω ζούσαν, με εξαίρεση εκείνους που ο Παντοδύναμος Θεός επέλεξε να ξυπνήσουν και να μετανοήσουν για τις πράξεις τους. Τόσο τους αγάπησε, που δεν ήθελε να τους αφήσει στη σκοτία της γης. Γιατί γνώριζε την πίστη τους και την καλοσύνη της ψυχής τους. Το πρόβλημά τους ήταν η επαγγελματική υπερηφάνεια και ο διαρκής πειρασμός να αναζητούν τα παράξενα και τα δυσερμήνευτα, εκείνα που γοητεύουν τις λόγιες ψυχές, δένοντας την ανθρώπινη διάνοια με αόρατους, άρρηκτους πλοκάμους.
Το ίδιο συνέβη και με τη δεσποινίδα Μαριάνθη, φιλόλογο, μητέρα δύο παιδιών, που ζούσε μόνη στην Αθήνα. Στα πενήντα πέντε της χρόνια, ένα βράδυ που ήταν ξαπλωμένη κάτω από τις ζεστές κουβέρτες της, αισθάνθηκε πως στο προσκεφάλι της ξαπόστασε μια αγαθή ψυχή.
Σε αυτά τα χρόνια άφησε κατά μέρος την υπερηφάνειά της για την άριστη φιλολογική και συγγραφική της κατάρτιση, ιδιαίτερα όταν σε ένα όραμα είδε ένα σύντομο κείμενό της να ξαναγράφεται με πολλούς τρόπους, σε κλάσματα δευτερολέπτου, με σύνθεση πολύ ανώτερη από τη δική της – και από κάθε ανθρώπινη. Όλα αυτά τα θαυμαστά συνέβαιναν σε αστραπιαίο χρόνο. Τότε άρχισε να τρέμει από φόβο, συνειδητοποιώντας ότι υπερηφανευόταν για τις ρητορικές και συγγραφικές της ικανότητες.
– Ποιο είναι το αληθινό νόημα της ζωής μου; αναρωτήθηκε. Τι προσπαθούσα να αποδείξω; Πως είμαι ένα τέλειο ρομπότ;
Η εικόνα του Ιησού Χριστού που της είχαν φέρει από το Άγιον Όρος και είχε κρεμάσει με ευλάβεια στο υπνοδωμάτιό της έλαμψε. Επάνω στο πρόσωπο του Χριστού φάνηκε μια φωτεινή μορφή απείρου κάλλους. Σηκώθηκε, πλησίασε και με δάκρυα ασπάστηκε την εικόνα. Και τότε άκουσε:
– Και έλεγα… δεν θα έλθει; Η Μαριάνθη ήλθε, με την Αγάπη Μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου