Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2025

Όλα τα σοκολατάκια!

                      

                                                           Φωτό: Pinterest


Η Φιλιώ και η Αννιώ γεννήθηκαν στους πρόποδες του Ταΰγέτου, μισή ώρα έξω από την Καλαμάτα, εκεί όπου το βουνό κατεβαίνει γλυκά προς τη θάλασσα και οι εποχές αφήνουν βαθιά τα ίχνη τους στις ψυχές των ανθρώπων. Σ’ εκείνον τον τόπο μεγάλωσαν, έτρεξαν ξυπόλυτες, έμαθαν να μοιράζονται το ψωμί, τα όνειρα και τις σιωπές τους. Τα παιδικά και εφηβικά τους χρόνια κύλησαν απλά, όπως τα ήθελε η εποχή.

Όταν ήρθε η ώρα της ενηλικίωσης, γύρω στο 1960, οι γονείς τους δεν σκέφτηκαν τις σπουδές στην Πρωτεύουσα. Το μέλλον των κοριτσιών ήταν ήδη χαραγμένο: ένας καλός γάμος.
Η Αννιώ, η μικρότερη, παντρεύτηκε έναν δάσκαλο και ακολούθησε τις μεταθέσεις του σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, ώσπου στα γεράματά της κατέληξε μόνιμα στην Αθήνα.
Η Φιλιώ πήρε τον δρόμο της ξενιτιάς. Παντρεύτηκε έναν Έλληνα εξ Αμερικής και ρίζωσε στη Βιρτζίνια των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου δημιούργησε οικογένεια και ζωή από την αρχή.

Τα χρόνια πέρασαν. Οι δύο αδελφές κρατούσαν μια λεπτή, σχεδόν τυπική επαφή: δώρα τα Χριστούγεννα, ευχές στις γιορτές, λόγια μετρημένα, σαν να φοβούνταν μην ξύσουν παλιές πληγές ή χαμένα όνειρα. Κι όμως, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 2010, μια αδιόρατη εσωτερική φωνή τις κάλεσε. Ήταν η μνήμη, η ανάγκη, ίσως και ο χρόνος που λιγόστευε. Έπρεπε να συναντηθούν.

— Θα ήθελα, Φιλιώ μου, είπε η Αννιώ με φωνή που έτρεμε, όπως τότε που ήσουν έξι κι εγώ τέσσερα. Θυμάσαι; Όταν έλειπε η μαμά και κατεβάσαμε από το ψηλό αρμάρι το κουτί με τα σοκολατάκια; Που κρυφτήκαμε κάτω από το βαρύ τραπεζομάντηλο της τραπεζαρίας και τα φάγαμε όλα;
Γέλασε μέσα στα δάκρυά της.
— Αφήσαμε μόνο τα χρυσόχαρτα και είπαμε πως τα έφαγε η γάτα… Κι ενώ η μαμά το κατάλαβε, μας έδωσε από ένα μικρό κουτί σοκολατάκια στην καθεμία και μας έμαθε να τα κρατάμε κλειστά στο αρμάρι, για ώρα ανάγκης, για τους επισκέπτες. Και τι βάσανο ήταν αυτό, Φιλιώ μου… να τα κοιτάμε μήνες ολόκληρους και να μην μπορούμε να φάμε ούτε ένα.

Η Φιλιώ δάκρυσε.
— Αννιώ μου… ένα κουτί με νηστίσιμα σοκολατάκια είναι ακόμη κάτω από το τραπέζι. Σε περιμένει εδώ και εξήντα Χριστούγεννα.

— Θα έρθω, αδελφούλα μου, ψιθύρισε εκείνη.

Και ήρθε.

Εκείνα τα Χριστούγεννα του 2010 έζησαν όσα δεν τόλμησαν ποτέ, μακριά πια από το αυστηρό βλέμμα της αείμνηστης μητέρας τους.
Η Φιλιώ, που πάντα κουβαλούσε το απωθημένο της μόρφωσης, είχε καταφέρει στην Αμερική, με νυχτερινά μαθήματα, να τελειώσει το Λύκειο και να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία, εργάστηκε, μεγάλωσε τέσσερα παιδιά και χάρηκε πέντε εγγόνια. Όταν ένιωσε πως είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της, η ψυχή της ζήτησε επιστροφή — τη δική της Ιθάκη. Το πατρικό σπίτι στο χωριό την περίμενε.

Το σπίτι ανακαινίστηκε, μα γέμισε βιβλία, τόσα που σχεδόν δεν χωρούσε άνθρωπος να καθίσει άνετα στην τραπεζαρία. Κι όμως, κάτω από το τραπέζι, ο χώρος έμενε σιωπηλά κενός — σαν σκηνή που περίμενε την τελευταία πράξη. Την Αννιώ.

Η Αννιώ, από την άλλη, αφιερώθηκε στην κοινωνική προσφορά. Σε κάθε πόλη όπου ζούσε, έβρισκε τρόπο να προσφέρει σε εκκλησιαστικούς συλλόγους και ανθρώπους που είχαν ανάγκη. Μεγάλωσε τρία παιδιά και δύο εγγόνια με περίσσια αγάπη, μα η ζωή την οδήγησε να καταλήξει μόνη σε μια μικρή οικογενειακή εστία στην Αθήνα.

Ναι. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων όταν οι δύο ξενιτεμένες αδελφές βρέθηκαν ξανά κάτω από το τραπέζι. Τα σοκολατάκια έμειναν ανέγγιχτα. Από τα δάκρυα της συγκίνησης δεν δοκίμασαν ούτε ένα. Προτίμησαν να βαδίσουν μαζί προς τη θεία λειτουργία των Χριστουγέννων τα ξημερώματα, με καρδιά κατάνυξης και συμφιλίωσης.

Ένας νέος κόσμος άνοιξε μπροστά τους — κόσμος ελπίδας, φωτός και αληθινής αγάπης. Η αγάπη της μίας για την άλλη καθρεφτιζόταν στα πρόσωπά τους. Αυτά υπήρξαν τα καλύτερα χρόνια τους. Έζησαν την ελαφρότητα του είναι μέσα από μια πνευματική διάσταση, γειωμένες στην πραγματικότητα, μα έτοιμες πια για το μεγάλο τους ταξίδι.

Έφυγαν με διαφορά δύο ετών, πριν από πέντε χρόνια.
Ο Κύριος να τις αναπαύει στον Παράδεισο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου