Κυριακὴ τῶν Προπατόρων καὶ ἡ Ἐκκλησία μας τιμάει ὅλους τοὺς Πατριάρχες, Κριτές, Προφῆτες καὶ Δικαίους προγόνους τοῦ Χριστοῦ μας, οἱ ὁποῖοι εὐηρέστησαν στὸν Κύριο καὶ μὲ τὸν τρόπο των προετοίμασαν τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Σωτῆρος καὶ Παγκοσμίου Λυτρωτῆ μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς καλούμαστε, προσανατολισμένοι στὸ κλίμα τῶν ἡμερῶν, νὰ συμμετάσχουμε στὴν χαρὰ τῶν προεορτίων καὶ στὴν γλυκιὰ προσμονὴ γιὰ τὴν Ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.
«Κεκλημένοι», λοιπόν, στὴν τράπεζα τῆς Βασιλείας Του, «τὴν ἠτοιμασμένην ἡμῖν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου» (Ματθ., κε’ 34), εἴμαστε ὅλοι· «ἐκλεκτοί», ὅμως, μόνον ὅσοι ἀποδεχόμαστε τὸ κάλεσμά Του καὶ γινόμαστε «δοῦλοι Κυρίου», ὑπήκοοι δηλαδὴ τοῦ θελήματός Του, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔγινε ὑπήκοος τοῦ Πατρός Του.
Συνεπῶς, ὅσοι ἀπὸ τοὺς Προπάτορες τοῦ Κυρίου μας, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ ἑξῆς, εὐηρέστησαν στὸ θέλημά Του, ὑπῆρξαν ἐκλεκτοί. Κατὰ τοὺς σοφοὺς Πατέρες, δὲν ἦταν ὅλοι οἱ πρόγονοι τοῦ Κυρίου μας ἐκλεκτοί, διότι δὲν συμμορφώθηκαν ὅλοι ἀπολύτως μὲ τὸ θέλημά Του, μὲ χαρακτηριστικώτερο παράδειγμα τὸν ἴδιο τόν Προπάτορα Ἀδάμ, ποὺ ἂν καὶ κλητός, δὲν ἔγινε ἐκλεκτός, λόγῳ τῆς παρακοῆς στὸ θέλημα τοῦ Πατρός Του.
Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε «πολλοὶ οἱ κλητοί, ὀλίγοι δὲ οἱ ἐκλεκτοί» (Ματθ., κβ’ 14), καὶ στὴν θέση ὅσων δὲν ἀνταποκρίθηκαν στὴν πρόσκλησή Του πρόσταξε τὸν δοῦλο Του νὰ καθίσῃ ἄλλους, ἁμαρτωλούς. Τοὺς ἀνάγκασε, μάλιστα, μὲ τὴν δύναμη τοῦ λόγου του, νὰ εἰσέλθουν, διότι ἀπὸ μόνοι των δὲν ἦταν, ἀσφαλῶς, σὲ θέση νὰ προσέλθουν, καθὼς ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς ἦσαν «χωλοί», δυσκολεύονταν δηλαδὴ στὸ ὀρθὸ βάδισμα, ἄλλοι ἦσαν «τυφλοί», δὲν ἔβλεπαν καλὰ τὸν δρόμο, ἄλλοι «πτωχοί», στερημένοι ἀπὸ τὶς ἀναγκαῖες προϋποθέσεις, καὶ ἄλλοι «ἀνάπηροι», ἀνεπαρκεῖς σωματικά, ψυχικὰ ἤ πνευματικά (Λουκ. ιδ’ 21).
Ἄρα, ὁ βαθμὸς ἀνταποκρίσεως καθ’ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς προσκεκλημένους, «πρώτους» καὶ «δεύτερους», Ἰσραηλίτες καὶ ἐθνικούς, «δικαίους» καὶ «ἁμαρτωλούς», ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν βαθμὸ τῆς ἑτοιμότητός των νὰ δεχθοῦν τὴν πρόσκλησή Του καὶ νὰ γίνουν «πιστοὶ δοῦλοι», «τέκνα Κυρίου». Γιὰ τὸν Κύριό μας καὶ Θεό μας, ἐφ’ ὅσον δεχθοῦμε νὰ γίνουμε παιδιά Του, πλέον δὲν ἔχει σημασία οὔτε ἡ προηγούμενη πίστη (Ἰουδαῖος καὶ Ἕλλην), οὔτε ἡ ὑπακοὴ στὸν νόμο (περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία), οὔτε ἡ ἐθνικὴ καταγωγή (βάρβαρος, Σκύθης), οὔτε ἡ κοινωνικὴ κατάσταση (δοῦλος, ἐλεύθερος) ἀλλά «τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός» (Κολασ., γ’ 11). Ἡ μοναδικὴ προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀναγέννησή μας ἐν Κυρίῳ, τὴν χριστοποίησή μας, εἶναι νὰ μιμηθοῦμε τὸν Ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Του, στὴν πραότητα, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν χρηστότητα, καὶ κυρίως στὴν ἀγάπη καὶ στήν «εἰρήνη τοῦ Θεοῦ» (Κολασ. γ’ 11-15).
Αὐτὸ ἀκριβῶς καλούμαστε νὰ κάνουμε, στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας (ὅ. π., 4-11). Να ἀπεκδυθοῦμε «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον», τὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας, «σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ» -πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, ἐπιθυμίαν κακήν, πλεονεξίαν, καὶ τὰ συμπαρομαρτοῦντα, καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε «τὸν νέον, τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντός Του» (ὅ. π., 5-10). Ἀξίζει νὰ προσέξουμε τὴν φράση «κατ’ ἐπίγνωσιν», ποὺ δηλώνει ὅτι ἡ μεταστροφὴ αὐτὴ χρειάζεται νὰ εἶναι συνειδητή, καὶ τὴν φράση «κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντός Του», ποὺ δηλώνει, ἐπίσης, τὸ μέτρο σύγκρισης γιὰ τὸν νέο, τὸν ἀναγεννημένο ἄνθρωπο, ποὺ ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ δημιουργοῦ Του.
Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος, λίγες ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν Γέννηση τοῦ Υἱοῦ Του, μᾶς καλεῖ νὰ συμμετάσχουμε στὸ μεγάλο καὶ πλούσιο δεῖπνο Του. Γιὰ νὰ μᾶς δώσῃ τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς μιὰ προσπάθεια νὰ ἀπεξαρτηθοῦμε ἀπὸ τὰ πολλαπλᾶ πάθη καὶ τὶς ἐξαρτήσεις μας («ἀγρὸν ἀγοράζομεν», «ζεύγη βοῶν δοκιμάζομεν» ), ποὺ μᾶς κρατοῦν δεσμίους στὸν γήινο κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ ἐξ ἄλλου μᾶς στέλνει τὴν πρόσκληση μέσῳ τοῦ Υἱοῦ Του, ποὺ γίνεται δοῦλος σὲ μᾶς «κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα», γιὰ νὰ μᾶς δείξῃ τὸν δρόμο τῆς λυτρώσεως ἀπὸ τὴν δουλεία τῶν παθῶν.
Ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ἀπὸ τὴν ἄλλη, δὲν ἔχομε παρὰ νὰ ἀποδεχθοῦμε τὴν εὐγενική Του πρόσκληση νὰ ξεφύγωμε ἀπὸ τίς «πλατεῖες» ὁδοὺς τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τοὺς «φραγμούς» καὶ ἀπὸ τὶς «ῥῦμες» τῶν πόλεων, καὶ πλέον να ζήσωμε «ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι» (Κολασ., γ’ 12).
«Μακάριος ὅς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.» (Λουκ., ιδ’ 15). Γιὰ νὰ εἶναι ὅμως μεγαλύτερη ἡ ἀπόλαυση τοῦ κοινοῦ αὐτοῦ δείπνου, ἂς σπεύσωμε νὰ προετοιμαστοῦμε καταλλήλως γιὰ τὴν μεγάλη αὐτὴν πρόσκληση, μὲ εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση, μετάνοια καὶ θεία κοινωνία.
Μὲ τὰ ἴδια αὐτὰ μέσα ἂς προετοιμάσουμε ἐπίσης τὸν ἑαυτό μας γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου μας ποὺ γεννᾶται καὶ πάλι αὐτὲς τὶς ἡμέρες ὡς ἄνθρωπος στὸν κόσμο γιὰ τὴν δική μας σωτηρία.
Καλὰ καὶ Εὐλογημένα Χριστούγεννα μὲ εἰρήνη καὶ ἀγάπη Χριστοῦ! Γένοιτο!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Ορθόδοξος Πολιτιστικός Σύλλογος"Επάλξεις"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου