Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025

Το μυστικό της Αστραδενής

                            

                                                              Φωτό: Pinterest

Η Αστραδενή ήταν μία χριστιανικά αναθρεμμένη μοναχοκόρη που ζούσε με τους γονείς της κοντά στην Πύλο  Μεσσηνίας,  τη δεκαετία του 1950. Η ζωή στο χωριό κυλούσε ήσυχα, με τον ήχο της καμπάνας να σημαδεύει τις ώρες και τον αέρα να φέρνει μυρωδιές από ελιές, θυμάρι και θάλασσα.

Ο πατέρας της διατηρούσε ένα μικρό μπακάλικο. Ήταν γιος ιερέα, άνθρωπος ευθύς και εργατικός. Η μητέρα της, κόρη εύπορου δασκάλου, γυναίκα καλλιεργημένη αλλά με εύθραυστη υγεία, είχε αφιερώσει όλη της την αγάπη στο μοναδικό της παιδί, καθώς δεν μπορούσε να συλλάβει άλλο.

Η Αστραδενή επρόκειτο να ονομαστεί Ευλαμπία. Την τελευταία όμως στιγμή, ο παππούς της από τη μεριά της μητέρας της, ο δάσκαλος, συνεννοήθηκε με τη νονά και έδωσαν άλλο όνομα στο παιδί, αφήνοντας κεραυνόπληκτο τον παππού της τον ιερέα, που την ανέδυσε χριστιανή από την ιερά κολυμβήθρα.

Ο δάσκαλος επέμεινε. Η κόρη του, η Ξανθίππη, όταν ήταν μικρή παραπονιόταν για το όνομά της και ζητούσε να τη φωνάζουν «Αστραδενή». Δεν ήθελε να επαναληφθεί το ίδιο σενάριο με την εγγονή του.

Η Αστραδενή μεγάλωνε ήσυχη, με βιβλία και προσευχή. Κι ενώ τα περισσότερα κορίτσια της εποχής της παντρεύονταν από τα δεκαπέντε τους χρόνια, εκείνη είχε μυαλό μόνο για γράμματα. Ονειρευόταν να γίνει δασκάλα και κατηχήτρια στην ευρύτερη περιοχή της Πυλίας. Όλοι το περίμεναν αυτό και ήταν έτοιμοι να τη στηρίξουν.

Την τελευταία όμως χρονιά των εγκυκλίων σπουδών της, κάτι άλλαξε. Η Αστραδενή μελαγχολούσε, περπατούσε αφηρημένη και συχνά πήγαινε στο σχολείο χωρίς να θυμάται τίποτα από τη μελέτη της. Η σκέψη της σκοτείνιαζε, το βήμα της βάραινε. Περπατούσε στους χωματόδρομους αφηρημένη, με την καρδιά να χτυπά παράξενα . Στο σχολείο άνοιγε τα τετράδια και τα γράμματα  θόλωναν μπροστά στα μάτια της .  Οι γονείς της άρχισαν να ανησυχούν και να την επιπλήττουν, ιδιαίτερα μετά από σχετική ιατρική εξέταση, που ο γιατρός τους διαβεβαίωσε ότι δεν συμβαίνει κάτι το ανησυχητικό.

—  Δεν ντρέπεσαι να πηγαίνεις στο σχολείο αδιάβαστη; τη ρωτούσαν αγχωμένοι.

Μην αντέχοντας το ψυχικό βάρος, αναζήτησε έναν σύμμαχο μακριά από την οικογένειά της. Ήταν ένας νέος ιερέας σε διπλανό χωριό.

— Πάτερ, κάτι μου συμβαίνει που δεν το καταλαβαίνω, του είπε. Αισθάνομαι συνεχώς κουρασμένη και έχω ταχυκαρδίες· δεν έχω δύναμη για διάβασμα. Δεν το κάνω επίτηδες.

— Σε πιστεύω, παιδί μου, της απάντησε εκείνος. Μα μήπως κρύβεις κάποιο μυστικό βαθιά στην καρδιά σου; Μήπως σε πλήγωσαν οι γονείς σου ή κάποιος άλλος;

— Όχι, πάτερ… οι γονείς μου δεν με πλήγωσαν.

— Τότε μάλλον κρύβεις κάτι. Εδώ μόνο ο Κύριος θα το ακούσει. Μίλησε ελεύθερα. Ο Θεός ήδη γνωρίζει το μυστικό σου και περιμένει να το ομολογήσεις για να συγχωρηθείς και να κοινωνήσεις.

Τα λόγια του τη συγκλόνισαν. Άρχισε να κλαίει σιγανά.

— Στο σχολείο έχουμε ένα πολύ καλό παιδί, παππούλη… πολύ σοβαρό και ευγενικό, είπε δειλά. Λέει ότι θέλει να γίνει παπάς. Είναι άριστος μαθητής και οι άλλοι τον ζηλεύουν και τον περιγελούν. Κι εμένα με κοροϊδεύουν όταν με βάζει η καθηγήτρια να διαβάσω την έκθεση. Ψιθυρίζουν « μπλα-μπλα, πάλι άρχισε η καλόγρια το γραμμόφωνο».

Πήρε ανάσα.
— Μια μέρα έκλαιγα στο διάλειμμα. Με είδε ο Κωνσταντίνος και μου έδωσε το λευκό του μαντήλι. Μου είπε να μη στενοχωριέμαι.Μου εξήγησε ότι κι εκείνον τον κορϊδεύουν που θέλει να γίνει παπάς, αλλά γελά μαζί τους και ζητά από  τον Θεό να τους δώσει φώτιση. Από τότε, όταν συμβαίνει κάτι άσχημο, τα βλέμματά μας συναντιούνται μέσα στην τάξη και χαμογελάμε διακριτικά. Τον αγαπώ, πάτερ μου… θέλω να γίνω παπαδιά.

— Και ποιο είναι το επώνυμό του; ρώτησε ο ιερέας.

Όταν το άκουσε, έμεινε έκπληκτος.
— Το γνωρίζω αυτό το παλικάρι. Διακονεί συχνά εδώ στο ιερό μας. Όμως δεν θέλει να γίνει έγγαμος ιερέας. Μου έχει πει πως θέλει να σπουδάσει θεολογία και έπειτα να χειροτονηθεί ιερομόναχος. Δεν τον ενδιαφέρει η παντρειά.

Η γη χάθηκε κάτω από τα πόδια της Αστραδενής.
— Ζητώ συγχώρηση… ψέλλισε και ξέσπασε σε  λυγμούς.

— Δεν έκανες τίποτα κακό, παιδί μου, την καθησύχασε.Της  διάβασε την ευχή και την αποχαιρέτησε.

Λίγο πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων, ο Κωνσταντίνος άφησε κρυφά στο θρανίο της ένα  ραβασάκι:
«Έχω σοβαρό πρόβλημα και πρέπει να σου μιλήσω το συντομότερο μετά το σχολείο.»

Συναντήθηκαν στην ενοριακή εκκλησία, για να μη δώσουν υποψίες.

— Ενώπιον του Κυρίου, της Παναγίας και όλων των Αγίων, θέλω να   ζητήσω συγγνώμη, Αστραδενή. Είχα υποσχεθεί να γίνω ιερομόναχος, μα δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς εσένα, είπε, κάθως προσπαθούσε να μην τρέμει από τη συγκίνηση.

Η καρδιά της δεν άντεξε· λιποθύμησε. Ξύπνησε ξαπλωμένη μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, καθώς η νεωκόρος τη ράντιζε με μύρο και ο Κωνσταντίνος της έτριβε τα χέρια.

Εκείνη την Πρωτοχρονιά έδωσαν λόγο, στα γιορτινά τραπεζώματα στο σπίτι των γονιών της. Μόλις τελείωσαν το σχολείο τους, παντρεύτηκαν.  Μετά τη θεολογική Σχολή ο Κωνσταντίνος χειροτονήθηκε διάκονος και στη συνέχεια ιερέας.

Έζησαν ως ευλογημένο ζευγάρι  , ο Θεός τους χάρισε παιδιά και εγγόνια. Η Αστραδενή στάθηκε άριστη πρεσβυτέρα και κατηχήτρια των μικρών παιδιών στην ενορία του ανδρός της, όπως το είχε ονειρευτεί  στα παιδικά της χρόνια.

-Λόγος Θείου Φωτός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου