Τα γαϊδουράκια και τα μουλάρια φορτωμένα με τσουβάλια γεμάτα καρύδια, κάστανα, τυριά ή βότανα, ήταν οι αληθινοί σύντροφοι του ταξιδιού. Οι άνθρωποι περπατούσαν πλάι τους, σιγοτραγουδώντας ή κουβεντιάζοντας, για να σπάσει η κούραση. Κάθε στάση σε μια βρύση ή σε ένα ξέφωτο ήταν ευκαιρία για ξεκούραση, για λίγο ψωμί κι ελιές.
Καθώς κατέβαιναν, άνοιγε μπροστά τους το βλέμμα στη Μεσσηνιακή γη· ο κάμπος απλωνόταν με ελιές ως εκεί που έφτανε το μάτι, και στο βάθος φαινόταν η Καλαμάτα, με τα σπίτια της να ασπρίζουν στον ήλιο και το λιμάνι να τους καλεί.
Η πορεία μπορεί να ήταν δύσκολη, αλλά είχε και κάτι το μαγευτικό. Για τους ανθρώπους του βουνού, εκείνα τα μονοπάτια δεν ήταν απλώς δρόμοι· ήταν κομμάτι της ζωής τους, γεμάτα αναμνήσεις, κόπο, χαρά και δεσμούς με τον τόπο.
Πηγή: Στη σελίδα στο Fb με τίτλο "Στην ομορφιά που χάνεται".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου