Λεπτομέρεια από το σταυρό του Λαζάρου. Κατασκευή: Ε.Η.Κοντοπούλου
Καθώς ή μητέρα μου ζύμωνε τα λαζαράκια , τόσα όσα και τα μέλη της οικογένειας, αλλά υπολόγιζε και άλλα μέλη της ευρύτερης οικογένειας ,που ζούσαν στο εξωτερικό, επίσης τους παππούδες και γιαγιάδες που έμεναν στο χωριό και τις θείες μας που θα τους έδινε ψωμάκι για να τους ευχηθεί καλή και ευλογημένη Μεγάλη Εβδομάδα , η χαρά μου ήταν απερίγραπτη που το κανελόζουμο μοσχοβολούσε ,πλήθαιναν στο ταψί οι μορφές μέσα από τα άγια χέρια της μητέρας μου, παράλληλα ξεκουραζόμουν από τα σχολικά μαθήματα.
Μνημόνευε η ευλογημένη τη θεία μας Παναγιώτα και το λαζαράκι λες και έπαιρνε τη μορφή της , χωρίς να το αντιλαμβάνεται η ίδια όταν το ζύμωνε .Το έθιμο λέει ,όποιος δεν πλάσει τον Λάζαρο δεν θα χορτάσει ψωμί. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Λάζαρος είπε όταν αναστήθηκε,” όποιος δεν με πλάσει, το φαρμάκι μου θα πάρει”. Βέβαια, αυτό έχει τη βαθύτερη συμβολική του σημασία, γιατί όλοι μέσα μας χρειάζεται να πλάσουμε, να διαμορφώσουμε και να αναστήσουμε τον Λάζαρο, τον πνευματικό μας εαυτό.
Έπλαθα κι εγώ ένα Λαζαράκι, ήθελα να το δώσω στην καλύτερη φίλη μου την Ελένη, που έμενε κοντά στη γέφυρα του χωριού. Η γιαγιά μου Κωνσταντίνα είχε έλθει επίσκεψη στο σπίτι για να μας φέρει ζυμωτό ψωμί και παρακολουθούσε τη μητέρα μου, πίνοντας, γουλιά-γουλιά και αραιά, τσάι του βουνού με μέλι.
-Γιαγιά, ρώτησα , φτιάχνατε με τη μητέρα σου, τη γιαγιά Γεωργία, λαζαράκια, όταν ήσουν μικρή;
-Ναι, φτιάχναμε, αλλά όχι όπως η μαμά σου. Τα κάναμε με ζυμάρι, όπως το πρόσφορο που πάμε στην εκκλησία, τους βάζαμε κεφαλάκια γαρίφαλο για ματάκια και αμύγδαλο για στόμα.
Εμείς , συνέχισε η γιαγιά, στολίζαμε ένα καλαθάκι με λουλούδια και με τα άλλα κορίτσια πηγαίναμε στα σπίτια να ευχηθούμε για το Πάσχα και τους λέγαμε τα κάλαντα.
-Γιαγιά, μήπως δεν θυμάσαι καλά; τα κάλαντα τα λέμε τα Χριστούγεννα, όχι το Πάσχα.
-Α! Εμείς λέγαμε και τα κάλαντα του Λαζάρου.Στολίζαμε το καλαθάκι μας με λουλούδια που μαζεύαμε στους κήπους, στους φράχτες, στα κτήματα στα Αγρίλια, και στο χαντάκι του σιδηροδρόμου , που ήταν γεμάτο αγριολούλουδα. Μαζεύαμε πολλά ανθάκια . Τα δέναμε με σχοινάκι πάνω στο καλαθάκι μας, ντυνόμασταν με τα καλά ρούχα μας και πηγαίναμε στα σπίτια του χωριού.
-Και τι λέγατε γιαγιά;
-Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, και δεν το θυμάμαι καλά, αλλά λέγαμε ο Επουράνιος Χριστός ήρθε και ελευθέρωσε τον Λάζαρο από τον Άδη και τα πολλά του βάσανα .
-Μόνο τα κορίτσια έλεγαν τα κάλαντα του Λαζάρου;
-Όχι, και τα αγόρια. Έφτιαχναν έναν ξύλινο σταυρό από καλάμι και λυγαριά μαζί με τους μεγαλύτερους ,που γνώριζαν πώς, και το στόλιζαν με άνθη. Η μάνα τους τούς έντυνε το Λάζαρο.
-Πώς τους έφτιαχνε η μάνα τους το Λάζαρο;
- Θέλεις να έρθεις μαζί μου στο σπίτι; ο παππούς θα γυρίσει από τα πρόβατα και θα πεινάει, να φάμε και μετά να φτιάξουμε ένα Λάζαρο για να δεις πώς γίνεται;
-Να πάω μαμά:
-Να πας, αλλά να γυρίσεις γρήγορα, γιατί θα θυμώσει ο πατέρας σου, όταν έλθει και δεν σε βρει στο σπίτι .
Έφυγα τρέχοντας με τη γιαγιά μου καρδιοχτυπώντας ,για να προλάβουμε να φτιάξουμε το Λάζαρο.
Σέρβιρε η γιαγιά τα νηστίσιμα στον παππού ,εκείνος ολιγόλογα είπε ότι είχε αφήσει τα πρόβατα να τα φυλάει ένας άλλος βοσκός και επέστρεψε στο σπίτι να ξεκουραστεί, γιατί ήταν σωματικά αδύναμος, με πρόβλημα στο στομάχι του. Χάρηκε πολύ που με είδε και γελούσε που θα φτιάχναμε με τη γιαγιά το Λάζαρο, μετά το γεύμα. Μου ζήτησε να καθίσω να φάω, κάθισα μεν, αλλά δεν ήθελα να φάω κάτι και δεν με ζόρισαν , όπως συνήθως έκανε ο πατέρας μου, γιατί θεωρούσε ότι είμαι πολύ αδύνατη. Παλινδρομούσαν οι παππούδες μου στην παιδική τους ηλικία μαζί μου. Στη συνέχεια καθίσαμε σ΄ ένα ξύλινο τραπέζι στην αυλή, και η γιαγιά έφερε όλα όσα χρειαζόμασταν για την κατασκευή του Λαζάρου.
Ακούμπησε επάνω στο τραπέζι ένα καθαρό τουλπάνι, που δεν το είχε χρησιμοποιήσει για να πήξει τυρί, μία καλή και ρηχή ξύλινη κουτάλα, ένα άσπρο κορδόνι, ένα λεπτό άσπρο μάλλινο σχοινάκι που είχε στρίψει μόνη της από το μαλλί των προβάτων , μία άσπρη μεγάλη σιδερωμένη πετσέτα φαγητού, πλεγμένη στη παρυφή με λεπτή δαντέλλα, ένα άσπρο μπουκάλι κρασιού , λίγα κλαδάκια με ανθούς λεμονιάς, μια μεγάλη βελόνα, άσπρη χοντρή κλωστή και ένα ωραίο τριαντάφυλλο με μικρό κοτσάνι .
Στερεώσαμε το ξύλο της κουτάλας μέσα στο μπουκάλι και στρώσαμε απέξω δύο υφάσματα, ώστε να αναδεικνύεται η λευκή πετσέτα που συμβόλιζε το σάβανο του Λαζάρου. Η γιαγιά μού έδειξε πώς να διπλώσω τριγωνικά το τουλπάνι στο πρόσωπο και να το δέσω πάνω στην κουτάλα (δηλαδή στον λαιμό του Λαζάρου) με το σχοινάκι. Στη συνέχεια, πώς να στερεώσω στο πίσω μέρος στο κεφάλι του Λαζάρου την άσπρη πετσέτα , και να την διπλώσω μπροστά ώστε να μοιάζει σαν ιμάτιο.
Τέλος, περάσαμε τους λεμονανθούς μέσα από 30 εκατ. σχοινί με τη βελόνα και το δέσαμε γύρω από το λαιμό του Λαζάρου. Ήταν μακρύ το ανθισμένο σχοινάκι με τόσους λεμονανθούς όσα και τα χρόνια του Λαζάρου. Επάνω από την καρδιά του καρφιτσώσαμε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.
-Γιαγιά, είναι πολύ ωραίος ο Λάζαρος, θα τρελαθεί η μαμά μου όταν θα τον δει, είπα ενθουσιασμένη.
Ύστερα ήρθε ο παππούς, είδε το Λάζαρο και του άρεσε.
-Παππού, ρώτησα, πώς ήταν ο σταυρός που κάνατε παλιά με τα άλλα παιδιά;
-Όπως η ρόκα της γιαγιάς , απάντησε. Μετρούσαμε με τη πιθαμή και κάναμε τρεις τρύπες στο πάνω μέρος στο καλάμι. Περνούσαμε μέσα τη βέργα της λυγαριάς, τη δέναμε και στη συνέχεια στολίζαμε τον σταυρό και το στεφάνι με άνθη. Κρεμούσαμε και τρία κουδούνια, πιο μεγάλα από αυτά στις προβατίνες ,μπροστά στο καλάμι, για να κουνάμε τη στεφάνη και να ξορκίζουμε το κακό.
- Γιατί παππού δεν φτιάχνουμε στο χωριό πλέον αυτό το σταυρό;
-Αυτό το έθιμο το τηρούσαν πολύ πριν από τον πόλεμο του 1940. Πάνε πια αυτά, τα ξέχασαν όλα. Τότε και στους πεθαμένους τέτοια σπιτικά στεφάνια έφτιαχναν, χωρίς τα κουδούνια βέβαια!
Στενοχωρήθηκα λιγάκι, για να είμαι ειλικρινής ήθελα να καθίσω πιο πολύ στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς, να φτιάχναμε κι ένα σταυρό, άσε που θα μου έδινε και τρία κουδούνια ο παππούς! Ήθελα, μετά του Λαζάρου, να τα κρεμάσω στα δένδρα, στην αυλή του σπιτιού μας, να τα φυσάει ο αέρας και να νομίζουμε ότι έρχονται τα πρόβατα από τη βοσκή, όταν κατεβαίνει ο ήλιος στην Ιθώμη.
Ο παππούς μου το διαισθάνθηκε, γιατί είχα χαμηλώσει το βλέμμα μου κταρώντας τα προσχήματα, και έβαλε τα γέλια, ξεχνώντας την αδιαθεσία του.
-Έλα μου είπε, θα φτιάξουμε και το σταυρό με το στεφάνι!
-Θα με μαλώσει ο πατέρας μου αν αργήσω να επιστρέψω στο σπίτι, απάντησα.
-Άντε, πήγαινε στο μαγαζί δίπλα, να του ζητήσεις την άδεια. Και αν σε αφήσει, θα στολίσουμε φέτος το στεφάνι με το σταυρό, μετά από τόσα χρόνια!
Ο πατέρας μου δεν είχε αντίρρηση, γιατί του εξήγησα ότι χρειάζομαι να μάθω πώς γίνεται ο σταυρός για να το πω στο σχολείο, μετά τις Πασχαλινές διακοπές.
- Μας ζήτησε η κυρία Γεωργία να γράψουμε έκθεση “πώς περάσαμε το Πάσχα”, του εξήγησα ,και μου είπε ‘εντάξει”.
Πήγαμε με τον παππού Γιώργο πολύ κοντά στο ποτάμι, στη Μαυροζούμενα, και έκοψε ένα τρίχρονο καλάμι. Ήξερε να το ξεχωρίζει από τα άλλα, παρατηρώντας αν έχει βγάλει κλαδάκια. Έξω από το σπίτι ήταν γεμάτος ο δρόμος με λυγαριές. Έκοψε δύο πολύ μακριές και λεπτές βέργες και επιστρέψαμε στο σπίτι.
Καθίσαμε στο τραπέζι της αυλής, και με ένα σουγιά έκανε τρεις τρύπες , εμπρός και πίσω στο επάνω μέρος στο καλάμι, αφού το καθάρισε καλά, μετρώντας με ανοιχτή την παλάμη του τις αποστάσεις.
Καθάρισε τις βέργες της λυγαριάς και τις πέρασε μέσα από τις τρύπες του καλαμιού, κάνοντας μία στεφάνη με σταυρό στο κέντρο. Η γιαγιά τού έφερε σπάγκο, τα έδεσε και τα στερέωσε όλα καλά. Στη συνέχεια τού έφερε πρασινάδες, Μάη όπως τον λέμε στη Βαλύρα, και άλλα τρυφερά φυτά, και τα τυλίξαμε πάνω στη στεφάνη και στο σταυρό. Έπειτα, κόψαμε ροζ ανθάκια από τον κήπο και αγριολούλουδα από τους φράχτες στο μπαξέ της γιαγιάς, κίτρινες μαργαρίτες, τριαντάφυλλα , γεράνια, μολόχες , κάλα, αλάδανο, άσπρες και μπλε ίριδες.
Στολίσαμε τον σταυρό, στερεώνοντας τα άνθη με σπάγκο πάνω στη στεφάνη. Στη συνέχεια, ο παππούς ξεκρέμασε τρία καινούρια κουδούνια ,που τα είχε φυλάξει σε μία σακούλα στον πλίνθινο τοίχο στο μαντρί, και τα τοποθέτησε κεντρικά και κάθετα, στο κάτω μέρος της στεφάνης, δένοντάς τα επάνω σε ένα μπουκετάκι από λεμονανθούς. Η γιαγιά έδεσε μία γαλάζια κορδέλα επάνω στο σταυρό και όταν είδα ότι τους είχα κουράσει και έπρεπε να ξαπλώσουν λιγάκι, τους ευχαρίστησα, τους φίλησα το χέρι, πήρα τα δώρα μου και έφυγα τρέχοντας για το πατρικό μου σπίτι.
Τα λαζαράκια είχαν ψηθεί, ο πατέρας μου είχε ξαπλώσει και με κοίταξε με λοξό βλέμμα και πλατύ μειδίαμα, που κρατούσα αγκαλιά το Λάζαρο αριστερά και το στολισμένο στεφάνι όρθιο δεξιά.
Η μητέρα μου παρέλαβε τα δώρα και τα τοποθέτησε στο παράθυρο του σαλονιού, που είχε πλατύ πρεβάζι, με ρώτησε αν έφαγα και της είπα ότι δεν ήθελα. Έσφιξε τα χείλη της, μου έκανε νόημα να καθίσω να φάω γρήγορα πριν θυμώσει ο πατέρας μου, και να πάω να παίξω στο παιδικό δωμάτιο με τις αδελφές μου.
Ήμουν τόσο ευτυχισμένη! Το μόνο που δεν ήξερα, ήταν τα κάλαντα του Λαζάρου. Αυτά όμως τα γνώριζε ο κύριος Χρήστος, ο Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου μας , και μου τα έδωσε γραπτώς. Τη συνταγή της μητέρας μου για τα λαζαράκια τη βρήκα γραμμένη σε ένα παλιό μπλε μαθητικό τετράδιο.
Σήμερα, που στολίζω τον Λάζαρο, μετά από 55 χρόνια, αναρωτιέμαι γιατί κάποια υπέροχα έθιμα ατόνισαν στη Βαλύρα. Πνέει όμως ένας άνεμος γλυκών αναμνήσεων, και η νέα γενιά, έστω και μέσα από το διαδίκτυο, προσπαθεί να επανασυνδεθεί Χριστιανικά με τις ρίζες της.
Στο χέρι μας είναι να βιώσουμε τη δική μας ανάσταση του Λαζάρου με όλο της τον θείο συμβολισμό. Οι εξωτερικές προετοιμασίες, ο στολισμός και τα κάλαντα είναι μέρος της μεγάλης εορτής, για να κινητοποιηθούμε στη συνέχεια ψυχοπνευματικά. Ιδιαίτερα στη Βαλύρα, οι άξιες γυναίκες του Συλλόγου Γυναικών, θα μπορούσαν ενδεχομένως να βοηθήσουν στην αναβίωση αυτού του υπέροχου, εθίμου.
Κλείνω τα μάτια και βλέπω τις συμμαθήτριες της γιαγιάς μου ασπροντυμένες, με τα καλαθάκια τους εμπρός στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου της Βαλύρας, να κατηφορίζουν προς τη πλατεία και την κάτω μεριά του χωριού, χτυπώντας τις πόρτες των νοικοκυραίων.
Ακούω τις παιδικές φωνές των αγοριών, των συμμαθητών του παππού μου, με τον Λάζαρο στο χέρι να λένε τα κάλαντα του Λαζάρου:
Τα Κάλαντα του Λαζάρου, όπως τα έλεγαν παλιά στη Βαλύρα:
Καλήν ημέραν άρχοντες
αν είναι ορισμός σας,
Λαζάρου την Ανάστασιν
να πω στ΄αρχοντικό σας.
Σήμερον έρχεται ο Χριστός
ο επουράνιος θεός.
Εν τη πόλει Βηθανία
Μάρθα κλαίει και Μαρία,
Λάζαρο τον αδελφό της
τον γλυκύ και καρδιακόν της.
Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν
και τον μοιρολογούσαν,
και τη μέρα τη Τετάρτη
κίνησε ο Χριστός για να ‘ρθει.
Τότε βγήκε η Μαρία
έξω από τη Βηθανία
και εμπρός του γόνυ κλει
και τα πόδια του φιλεί.
-Αν εδώ ήσουν, Χριστέ μου
δεν θα πέθαιν’ ο αδελφός μου.
Μα και πάλιν εγώ πιστεύω
και καλότατα ηξεύρω
ότι δύνασαι αν θελήσεις
και νεκρούς να αναστήσεις.
Λέγε πίστευε Μαρία
άγωμεν εις τα μνημεία
κείνοι παρευθείς επήγαν
και τον τάφο του εδείξαν.
Τότε ο Χριστός δακρύζει
και τον Άδη φοβερίζει!
Άδη, Τάρταρε και Χάρο
Λάζαρον θα σου τον πάρω.
Λάζαρος σαβανωμένος
και με το κηρί ζωσμένος
εκεί Μάρθα και Μαρία
εκεί κι όλη η Βηθανία.
Δεύρο έξω Λάζαρέ μου
φίλε και αγαπητέ μου.
Παρευθύς από τον Άδη
ως εξαίσιο σημάδι
Λάζαρος απενεκρώθη
ανεστήθη κι εσηκώθη.
Μαθητές και Αποστόλοι
τότε ευρεθήκαν όλοι.
Δόξα τω Θεώ φωνάζουν
και τον Λάζαρο εξετάζουν.
Πες μας, Λάζαρε, τι είδες
εις τον Άδην οπού πήγες.
Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους.
Δώστε μου νερό λιγάκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι
της καρδιάς και των χειλέων
και μη μ’ ερωτάτε πλέον.
Του χρόνου πάλι να ‘ρθουμε,
με υγεία να σας βρούμε.
Στο σπίτι σας χαρούμενοι
τον Λάζαρο να πούμε.
Σε τούτο τ΄αρχοντόσπιτο
πέτρα να μη ραϊσει
και ο νοικοκύρης του σπιτιού
Χρόνια Πολλά να ζήσει.
Ανοίγω το παλιό, μπλε τετράδιο, φθαρμένο από το χρόνο, και αντιγράφω τη συνταγή της μητέρας μου Ευγενίας, που δεν ήταν δική της βέβαια, αλλά αυτή προτίμησε για να μας φτιάξει τα Λαζαράκια, το σωτήριον έτος 1966. Μετέτρεψα τα δράμια και τις οκάδες σε γραμμάρια, για να είναι εύχρηστη και στις ημέρες μας η συνταγή.
Λαζαράκια
Υλικά:
1,5 φακελάκι ξηρή μαγιά και 1 κούπα τσαγιού χλιαρό προς κρύο νερό
1 κούπα του τσαγιού ελαιόλαδο
1 κιλό ή και παραπάνω αλεύρι για όλες τις χρήσεις
1 ποτήρι του νερού ζάχαρη συν 1/2 ποτήρι επιπλέον για τη γέμιση και το ζαχαρόνερο
1 ποτήρι του νερού χλιαρό προς κρύο κανελόζουμο με βρασμένο ξυλάκι κανέλας
1/2 κούπα τσαγιού σουσάμι
1 κουταλάκι γλυκού τριμμένη κανέλα και 1/4 κ.γλ. τριμμένο γαρύφαλλο
1 κούπα μικτές σταφίδες ξανθές και μαύρες μουλιασμένες και στραγγισμένες και λίγα ξερά σύκα ψιλοκομμένα
1/2 ποτήρι καρύδι τριμμένο χοντρό
λίγο μέλι εναλλακτικά για τη γέμιση
Φουντούκια ή αμύγδαλα για το στόμα και καρφάκια γαρύφαλλα για τα μάτια
Εκτέλεση:
1. Διαλύουμε τη μαγιά σε 1 κούπα τσαγιού χλιαρό προς κρύο νερό , προσθέτουμε ένα κ.γλ. αλάτι και τρεις κουταλιές της σούπας αλεύρι ανακατεμένα μόνα τους και αφήνουμε για 10 λεπτά τη ζύμη για να ενεργοποιηθεί η μαγιά.
2.Σε ένα μπολ ανακατεύουμε τη ζάχαρη και το λάδι με τη κανέλα και το γαρίφαλο να διαλυθούν καλά.
3.Βάζουμε το μισό αλεύρι σε μία λεκάνη, ανοίγουμε λακκούβα στη μέση και ρίχνουμε μέσα τη μαγιά και το λάδι με τη ζάχαρη. Αρχίζουμε να ζυμώνουμε ρίχνοντας σταδιακά το κανελόζουμο χλιαρό προς κρύο και το υπόλοιπο αλεύρι, όσο χρειαστεί να πλάθεται κανονικά, σαν ψωμί.
4.Σκεπάζουμε με πετσέτα και τυλίγουμε με μία ζεστή κουβερτούλα. Αφήνουμε 1,5 ώρες, όσο χρειαστεί για να φουσκώσει η ζύμη.
5.Ξαναζυμώνουμε, κόβουμε μπαλάκια για την κοιλιά, τα ανοίγουμε και κλείνουμε μέσα λίγη γέμιση που έχουμε φτιάξει ανακατεύοντας τα καρύδια , τις σταφίδες και τα σύκα με λίγη ζάχαρη άχνη ή λίγο μέλι, ό,τι προτιμάμε. Εργαζόμαστε επάνω σε λαδόκολλα ή τοποθετούμε τα λαζαράκια, αφού τα πλάσουμε, πάνω σε λίγο αλευρωμένη επιφάνεια στο τραπέζι, για να μην κολλήσουν από κάτω.
6.Κολλάμε ένα μπαλάκι για κεφάλι, και μία λωρίδα στο κεφάλι , σαν μαντήλι, που συμβολίζει το σουδάριο του Λαζάρου. Στη συνέχεια πλάθουμε τα δύο του πόδια και τα χεράκια σταυρωτά με το δεξί χέρι επάνω α΄πό το αριστερό. Τοποθετούμε το φουντούκι ή το αμύγδαλο για στόμα και τα καρφάκια γαρίφαλο για μάτια.
7.Αλείφουμε την επιφάνεια στα λαζαράκια με ζαχαρόνερο (χρησιμοποιώντας πινέλο) και πασπαλίζουμε με σουσάμι.
8.Αφήνουμε για 15 λεπτά να φουσκώσουν λίγο και τα ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 160 βαθμούς στον αέρα συν κάτω αντίσταση, στη μεσαία σχάρα ,μέχρι να ροδίσουν 25 -30 λεπτά περίπου, εξαρτάται από την ηλεκτρική κουζίνα του καθενός.
Καλό και Ευλογημένο Σάββατο του Λαζάρου.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
13/4/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου