Σαν λευκά περιστεράκια, αφού είχαν νηστέψει κανονικά μαζί με όλη την οικογένεια, προσέρχονταν ,το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης, στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου, τα μικρά παιδιά στη Βαλύρα , για να τα κοινωνήσει ο πατήρ Δημήτρης Ξυδόπουλος κατά τις δεκαετίες 1950-1970. Η ηλικία τους, και πολλές φορές η κατάσταση της υγείας τους - τα περισσότερα παραπονιόνταν ότι τα πονάει ο λαιμός τους γιατί πρήζονταν οι αμυγδαλές τους, λόγω της υγρασίας και της αλλαγής του καιρού - δεν τους επέτρεπε να παραμείνουν ξάγρυπνα μετά τα μεσάνυχτα, το βράδυ της Αναστάσεως, και να κοινωνήσουν μαζί με τους ενήλικες.
Βέβαια, τα μεγαλύτερα διαμαρτύρονταν, όταν έλεγαν οι γιαγιάδες ότι το δώρο του Θεού είναι πολύ μεγάλο το βράδυ της Αναστάσεως, ενώ εκείνο της Μεγάλης Πέμπτης είναι πολύ καλό, αλλά όχι το μεγαλύτερο! Ήθελαν κι εκείνα το μεγαλύτερο δώρο, αλλά ο ύπνος, μέσα στον ναό ,δεν τα άφηνε να ανταποκριθούν στο θείο κάλεσμα, αφού έκλεινε ερμητικά τα βλέφαρά τους, μετά τις δέκα το βράδυ, και κατέληγαν περισσότερο βάρος στα χέρια των γονιών τους, που έπρεπε ταυτόχρονα να κρατούν και τις αναμμένες λαμπάδες τους. Τα μικρότερα, τα πρόσεχε στο σπίτι ο υπερήλικας παππούς ή η γιαγιά ενώ τα μεγαλύτερα απολάμβαναν τη λειτουργία και κοινωνούσαν των αχράντων μυστηρίων μαζί με τους γονείς τους.
-Ποιο είναι το δώρο του Θεού γιαγιά τη Μεγάλη Πέμπτη; ρώτησε η Σοφία τη γιαγιά της.
Ένα χρυσό δοντάκι για τον παππού που του λείπει κι ένα σταυρουλάκι χρυσό για τον πονεμένο σου λαιμό, της απάντησε.
-Και το βράδυ της Αναστάσεως, τι δίνει ο Χριστός στους πιστούς;
-Α!, το βράδυ της Αναστάσεως, όταν κοινωνούν οι πιστοί, τους δίνει στεφάνι ολόχρυσο, μεγάλη φώτιση στο κεφάλι τους, απάντησε η γιαγιά.
-Και γιατί δεν βλέπουμε το στεφάνι τους; ρώτησε η μικρή εγγονή.
-Γιατί ,για να το δούμε, πρέπει να ανοίξουν πρώτα τα μάτια της ψυχής μας, απάντησε η γερόντισσα.
-Και πότε θα ανοίξουν; ρώτησε η ανυπόμονη περιστερά.
-Θα ανοίξουν, όταν θα μεγαλώσεις και θα κοινωνάς συνέχεια το βράδυ της Αναστάσεως, παραμένοντας ξύπνια, τη διαβεβαίωσε η φωτισμένη γιαγιά και συνέχισε: Να γνωρίζεις όμως, αν πας τη Πέμπτη και κοινωνήσεις και μετά καταλύσεις τη νηστεία σου και φας λάδι, θα το χάσεις το χρυσό σταυρουλάκι που θα σου δώσει ο Κύριος!
-Δεν θέλω να το χάσω, διαμαρτυρήθηκε αγχωμένη η μικρή Σοφία. Μη ξεχαστείτε και μου ρίξετε λάδι στο φαγητό. Θα νηστέψω μέχρι την Ανάσταση!
Το ίδιο έλεγε και η δίδυμη Μαρία στη μητέρα της Ασπασία, και νήστευε μαζί με την αδελφή της Βάσω ανελλιπώς τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή και τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Νήστευαν αδιαμαρτύρητα τα περιστεράκια της Βαλύρας, κατέβαζαν μήλα από τις μηλιές στους μπαξέδες, πορτοκάλια που είχαν ξεμείνει από τον χειμώνα στους κήπους, ανασήκωναν τα χώματα στις βραγιές με το μικρό τους σκαλιστήρι και ανακάλυπταν τρυφερά καρότα, φόρτωναν πάνω στις ποδιές τους ή γέμιζαν τις τσέπες τους με καρύδια, αμύγδαλα και φιστίκια από τα καλάθια στα κατώγια, και έκοβαν την ορμή της πείνας τους με λίγο ψωμάκι και ωμοφαγία, σπάζοντας με πέτρες τα τσόφλια των ξηρών καρπών πάνω στις γρανιτένιες πλάκες, μαζί με τους φίλους τους, καθισμένα στο πλατύσκαλο, στις αυλές των σπιτιών. Έτρεχαν, χοροπηδούσαν , έπαιζαν κουτσό , κυνηγητό και κρυφτό, καθώς οι γιαγιάδες και οι μανάδες τούς μοίραζαν χούφτες με σταφίδα και ξερά σύκα , γεμισμένα με καρύδια και χουρμάδες με άσπρα αμύγδαλα. Πολλά και περιττά δεν χρειάζονταν. Ένα ποτήρι δροσερό νερό ήταν αρκετό για να κόψει τη δίψα του ατέλειωτου παιχνιδιού ,των αθώων φτερουγισμάτων της παιδικής κοιλιάς.
Γλυκιά προσμονή ήταν η Ανάσταση. Όχι για να φάνε το ψητό αρνί, αλλά για να μεγαλώσουν κι αυτά και να λάβουν το χρυσό στεφάνι, όπως οι παππούδες και οι γιαγιάδες τους....σε μία νέα κοινωνία που δυστυχώς τους επιφύλαξε πολλές και απρόσμενες εκπλήξεις.
Αν και ένα μεγάλο εμπόδιο της παιδικής ηλικίας τους ήταν οι πολύ συχνά πρησμένες αμυγδαλές τους, εκείνα τα αλησμόνητα χρόνια στη Βαλύρα, όμως κι αυτό το αντιμετώπιζαν με υπομονή ιατρικά και με βαθιά πίστη στον Θεό.
Η Ελένη και η Έφη , φίλες και συμμαθήτριες, κοιτάχτηκαν λίγο πριν το αξέχαστο Πάσχα του 1970, τη τελευταία χρονιά στο Δημοτικό Σχολείο ,και πήραν μαζί δυναμικά την απόφαση:
-Αφού είπε ο γιατρός ότι πρέπει να αφαιρέσουμε τις αμυγδαλές μας, να πάμε μαζί να εγχειριστούμε ,την ίδια ημέρα, στην κλινική στην Καλαμάτα, και να μας βάλουν στο ίδιο δωμάτιο, για να δίνουμε θάρρος η μια στην άλλη. Οι γονείς τους δεν είχαν αντίρρηση. Κατέληξαν να τρώνε ζελέ εγχειρισμένες , επικοινωνώντας με νοήματα , στην κλινική του αείμνηστου Μπουφέα. Ήταν η τελευταία φορά που έχασαν το βράδυ της Αναστάσεως, γιατί δεν μπορούσαν να ανασάνουν μέσα στη εκκλησία . Μεγάλωσαν θεάρεστα και έλαβαν τον στέφανο, όπως έλεγαν οι γιαγιάδες τους , μόνο που είναι πολύ βαρύς και παιδεύονται ακόμη για να τον σηκώσουν.
Αλλά και οι επόμενες γενιές, αν όχι και τόσο τακτικές με τον εκκλησιασμό , δεν έχουν ουσιαστικά απομακρυνθεί από την εκκλησία. Παρατηρούμε νέα ζευγάρια που κοινωνούν τα βρέφη και τα μικρά παιδιά τους τις Κυριακές τακτικά.
Πολλά παιδιά, λόγω ασθενείας ,δεν θα καταφέρουν να κοινωνήσουν κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα φέτος, το σωτήριον έτος 2022. Όμως, με την πρώτη ευκαιρία, που θα βελτιωθεί η υγεία τους, οι γονείς τους οφείλουν να τους δώσουν αυτή τη θεία ευκαιρία.
Η μικρή Ελένη Καρανάνου, στην αγκαλιά της γιαγιάς της Ελένης Γρίβα, το 2001Ο κοροναϊός, που μας έχει πλήξει , σίγουρα δεν είναι αθώα περιστερά, πάραυτα μία δοκιμασία είναι. Δεν μπορεί ένας ιός να βεβηλώσει το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Γιατί, αν συνέβαινε αυτό, θα έπρεπε να έχει ήδη διαλυθεί ο κόσμος και ολόκληρο το σύμπαν, αφού ο δημιουργός Θεός δεν θα είναι πλέον ο κυρίαρχος της κτίσεώς Του. Άφοβα όλοι μπορούμε να μεταλάβουμε, τίποτα άλλο δεν μεταδίδεται με τη θεία κοινωνία, εκτός από τη χάρη και το Φως του Κυρίου μας.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
20/4/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου