Στα ανέμελα χρόνια της παιδικής μας ηλικίας μάς ταξιδεύει η φιλόλογος και ιστοριοδίφης κα Γωγώ Μαγκλάρα , σύζυγος του Βαλυραίου καθηγητή μαθηματικών και λογοτέχνη, κ. Θεόδωρου Σταυριανόπουλου. Το παλιό στρωσίδι είναι ένα λαμπρό παράδειγμα , μέσα από το οποίο αντιλαμβανόμαστε πώς οι παλιές σύζυγοι και μητέρες οριοθετούσαν την εκδήλωση της συμπεριφοράς των συζύγων τους, ενώπιον των άλλων μελών της οικογενείας τους .
Ο ανδρικός απόπατος δεν ήταν ανεξέλεγκτος, αλλά ενάρετα οριοθετημένος, συγκριτικά με τη σημερινή ασυδοσία, έλλειψη ντροπής και απρέπεια σε οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο. Οι άνδρες δεν είχαν περιθώριο να μην είναι κόσμιοι. Με ταπείνωση πορεύονταν, με την ενεργό βοήθεια των αείμνηστων μητέρων και γιαγιάδων μας, συντονισμένοι θεάρεστα.
Ας δούμε τι έχει να μάς διηγηθεί η κα Μαγκλάρα, με τον γλαφυρό και άκρως παραστατικό τρόπο της:
Βλέποντας το στρωσίδι στο Λαογραφικό Μουσείο της Τεγέας, αμέσως η μνήμη μου ανέσυρε από το παρελθόν ένα ανάλογο στρωσίδι των παππούδων μου στο χωριό Μέλπεια, δίπλα στο τζάκι, που βρισκόταν στην κουζίνα . Σαΐσματα ή αλλιώς καπερόνια έπαιζαν το ρόλο του στρώματος .Τα έφτιαχναν από τρίχα κατσικιών γι αυτό και ήταν άκαα. Εγώ και η αδελφή μου είχαμε μείνει κάποιες μέρες στο χωριό . Ένα βράδυ είχαμε μαζευτεί στην κουζίνα με τον παππού, την γιαγιά, τις θείες και τους θείους. Τα αδέλφια μας δεν ήταν μαζί μας.
Η γιαγιά είχε βάλει στο καβουρντιστήρι φιστίκια και τα γυρνούσε γύρω γύρω στην φλόγα για να γίνουν τραγανά. Στο στρωσίδι ήταν ξαπλωμένος ο παππούς. Κουρασμένος από τον καθημερινό μόχθο έτσι όπως γύρισε το πλευρό του έφυγε μία σουπιέτη δηλ. μία κλανιά. Άντε πως θέλεις, καημένε , λέει η γιαγιά ένα λουμπούσι (λούκι) στον ποπό σου .
Πήγαινε λέει στην αδελφή μου να φέρεις ένα. Η αδελφή μου μικρούλα, ούτε πέντε χρονών θα είμαστε, είχε και το όνομά της, την πίστεψε και πήγε και το έφερε αστραπή. Όλοι ήταν σοβαροί και εγώ περίμενα να δω την διαδικασία του ταπώματος. Η αδελφή μου ντε και καλά έλεγε στον παππού να γυρίσει και όλο και πάλευε και δος του αγωνιζόταν για να πετύχει τον σκοπό της. Γύρνα παππού γύρνα τού έλεγε αλλά αυτός τίποτα.
Και ενώ η παράσταση δινόταν αλλά αποτέλεσμα δεν φαινόταν στον ορίζοντα , η γιαγιά για να καλμάρει την επιμονή της αδελφής μου , της είπε:
-Άφησέ τον. Αν το ξανακάνει θα σου τον συγυρίσω εγώ.
Έτσι έγινε ανακωχή ανάμεσά τους. Ο παππούς μετά σηκώθηκε από το στρωσίδι και πήγε στο υπνοδωμάτιο για να κοιμηθεί.
Ένα κάτι χρειάζεται για να σου ανασύρει από το υποσυνείδητό σου στιγμές χαρούμενες, κωμικές ,σοβαρές που σε φέρνουν στα ανέμελα εκείνα τα χρόνια της παιδικής ηλικίας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου