Φωτό: euxh.gr
“Υπάρχει Θεός” έλεγε η θεοσεβής Ελένη, “δεν υπάρχει Θεός” αντιδρούσε ο “διαβασμένος Χρήστος”, ισχύει η διαλεκτική της ζωντανής φύσης του Ένγκελς, υποστήριζε με στόμφο και έτριβε το σχεδόν ανύπαρκτο δεξιό του αυτί, που έχασε λόγω των βασανιστηρίων που υπέστη κατά την εξορία του στη Γυάρο.
-Τότε δεν υπάρχει και αγάπη να μάς ενώσει, απαντούσε πικρόχολα η κοπελούδα με τις χοντρές καστανόχρωμες πλεξίδες, η κόρη της Σμυρνιάς Στέλλας και του οδηγού οχημάτων Δημήτρη, έξω από το πατρικό της φτωχόσπιτο στο Παλαιό Φάληρο, το έτος 1958. Περνούσαν οι ημέρες χωρίς σύγκλιση, συμφωνία και προκοπή και εκείνον τον έζωναν τα μαύρα φίδια, μήπως επιστρέψει από το Τζιμπουτί ο αρραβωνιαστικός τής κατά 15 έτη μικρότερης αγαπημένης του, που δεν είχε δώσει σημεία ζωής κατά τα τελευταία δύο χρόνια!
-Βγάλε το δακτυλίδι, το χρυσό σταυρό και τα βραχιόλια, σού το λέω Ελένη, δεν θα γυρίσει...έχει σοβαρά μπλεξίματα ο άνθρωπος, και εκεί θα παραμείνει για πολλά χρόνια ακόμη...σε αγαπώ , δουλευταράς και πιστός είμαι, θα κάνουμε ωραία οικογένεια!
Έβγαλε η Ελένη το δακτυλίδι και τα βραχιόλια, μετά από μήνες απελπισίας, αβεβαιότητας, και καθημερινής πίεσης από τον φλογερό υποψήφιο γαμπρό, τη σταθερή αξία της πρόσκαιρης ζωής της, αλλά δεν δέχτηκε να αποχωριστεί το χρυσό σταυρό της.
Ο Χρήστος, μία ημέρα τσαντισμένος και ασυγκράτητος από τη μεγάλη ζήλια του, καθώς την άρπαξε απότομα να τη φιλήσει, τεμάχισε δήθεν κατά λάθος την αλυσίδα του σταυρού της ....
-Είδες τι έκανες; τον επέπληξε αγχωμένη. Να μου αγοράσεις δικό σου σταυρό να φορώ, αν δεν θέλεις να βλέπεις αυτόν!
-Εγώ δεν πιστεύω στο σταυρό, αν θέλεις να σου φέρω το σήμα με το σφυροδρέπανο να το φορείς σαν φυλακτό...αυτό είναι το έμβλημα του τίμιου αγώνα μας.
-Μη με πλησιάζεις, του απάντησε απογοητευμένη. Φύγε από το σπίτι.
Γονατιστός εκείνος , με σφιγμένο στομάχι και δάκρυα ματαίωσης, σαν χτυπημένος αγριόχοιρος από κέρατα ελαφίνας, απολογήθηκε με λυγμούς:
-Ελένη, αγάπη μου, ήρθα στην Ελλάδα ορφανός από μάνα, από την Τραπεζούντα του Πόντου, με τον πατέρα μου και την αδελφή μου στην Καλλιθέα. Από μικρό παιδί δεν έχω δει άσπρη ημέρα. Εργάζομαι σαν σκυλί, με εκμεταλλεύονται τα αφεντικά, εκείνοι πλουτίζουν και εγώ φτωχαίνω με τον τίμιο αγώνα μου. Είμαι καλός τεχνίτης στα μωσαϊκά και οικονόμος. Από το κατώφλι του σπιτιού δεν βγαίνω και περισσότερο από ένα ζευγάρι παπούτσια δεν χρειάζομαι. Αφέντης στη δική μου δουλειά θα γίνω και αρχόντισσα θα σε έχω δίπλα μου!!!
-Το γνωρίζω ότι είσαι τίμιος άνθρωπος, του απάντησε εκείνη, διαφορετικά δεν θα σε άφηνα να με αγγίξεις...
-Με παπά και με κουμπάρο να με παντρευτείς και να κοινωνήσεις, αφού σε εξομολογήσει ο ιερέας της ενορίας μας, τού τόνισε μεγαλόφωνα και επιτακτικά.
Ο Χρήστος αποχώρησε αμίλητος και σκυθρωπός. Χτυπούσε η καρδιά του δυνατά και δεν ήξερε από τη σύγχυση πού βάδιζε και πού πατούσε. Άναψε μία λάμπα πετρελαίου και κάθισε στη πίσω μικρή βεράντα του πατρικού σπιτιού του, στην Καλλιθέα της Αθήνας, για να μελετήσει τα αγαπημένα βιβλία του, που τον προμήθευαν κρυφά οι σύντροφοί του. Όμως εκείνη τη βραδιά, στα απομνημονεύματα του Λένιν, που λάτρευε, στάθηκε στο εξώφυλλο, βυθίστηκε στη μορφή του δικού του Θεού, και άρχισε να εξομολογείται:
Μεγάλε Σύντροφε Λένιν,
Ήρθε ο καιρός, μετά από τόσον αγώνα και τα βάσανα της εξορίας, να κάνω κι εγώ οικογένεια, με μία καλή κοπέλα, ο οποία δυστυχώς είναι Χριστιανή, γιατί είναι αθώα και πιστεύει στο Χριστιανισμό, που είναι το όπιο του λαού. Πολιτικός γάμος δεν υπάρχει στην Ελλάδα, αλλά και ακόμη αν υπήρχε, εκείνη, αν δεν λάβει ευλογία από "τράγο" δεν πρόκειται να δεχτεί να γίνει γυναίκα μου. Αυτό δεν σημαίνει ότι προδίδω τις αρχές και τα πιστεύω μου. Θα πάω να κοινωνήσω αναγκαστικά, αλλά μέσα μου θα λέω δίνε μου κουράγιο Σύντροφε Λένιν, να περάσω και τούτο το προσωρινό μαρτύριο!!!
Ξαφνικά κτύπησε η πόρτα δυνατά, ήταν ένας φίλος του που έμενε κοντά στην οδό Αμφιθέας του Παλαιού Φαλήρου , ο οποίος τον επισκέφθηκε εκτάκτως για να τον ενημερώσει, όταν έμαθε ότι επέστρεψε ο αρραβωνιαστικός της Ελένης από το Τζιμπουτί! Οι δυο τους πανικόβλητοι κατέστρωσαν σχέδιο άμεσης δράσης, και συμφώνησαν ο σύντροφός του να τους παντρέψει το συντομότερο....
Ξημερώματα ο Χρήστος, με κόκκινο γαρύφαλλο κι ένα ερωτικό ποίημα, που το ενέπνευσε η επιβλητικότητα του Στάλιν κατά τη διάρκεια της νύχτας, τις ώρες που πάλευε με την καρδιά του ο "αδικημένος" άγρυπνος -κατά την άποψή του ο Στάλιν ήταν ο δυναμικός άνδρας που μπορούσε να κρατήσει μία παρθένα στα στιβαρά του χέρια και εκείνη να λιώσει από τον πόθο – χτύπησε την πόρτα της Ελένης και ζήτησε να δει τον πατέρα της. Πολλά έταξε, αλλά ψεύτης δεν αποδείχθηκε, αφού κατά τη διάρκεια του γάμου τους όλα τα εκπλήρωσε με το παραπάνω, και καλή οικογένεια δημιούργησαν με τρεις γιούς....
Αφού συμφώνησε ότι θα εξομολογηθεί , θα κοινωνήσει , και θα ευλογηθεί η ένωσή τους στην Εκκλησία, η Ελένη επιτέλους συμφώνησε και δέχτηκε τη λεπτή, χαμηλών καρατίων, αλλά "έντιμη" βέρα του αρραβώνα της με τον Χρήστο, στον αριστερό της παράμεσο.
Βέβαια, το απόγευμα της επομένης ημέρας, ο πρώην αρραβωνιαστικός κατέφθασε φουριόζος, με δώρα πολλά στο πατρικό της, και με λαχτάρα την αγκάλιασε, αλλά του έμεινε η χαρά στα δόντια....ήταν ήδη πολύ αργά! Εκείνη το λόγο της δεν τόν αθέτησε, αλλά ούτε κι εκείνος τα χρυσαφικά του τα δέχτηκε πίσω, δεν ήθελε να τη θυμάται μια ζωή και να καταθλίβεται....μόνο τούτο τη συμβούλεψε:
-Μη διστάσεις αγάπη μου να έλθεις να με βρεις, προτού τα όνειρά σου γίνουν συντρίμμια....
Πολύ αγάπησε ο αείμνηστος Χρήστος την Ελένη, με υπομονή υποχωρούσε σε όλες τις επιθυμίες της, μόνο σε τούτο παρέμεινε ανένδοτος, να μην εκκλησιάζεται για να μην προδώσει τους Μπολσεβίκους ήρωες, κατ΄ εξαίρεση στη βάπτιση και στους γάμους των παιδιών του συμμετείχε, για να μην ψυχράνει αθεράπευτα την Ελένη του, τον έρωτα της ζωής του. Ανελλιπώς διάβαζε τα επαναστατικά βιβλία του κρυφά, και ζητούσε στα παιδιά του να ξεφωνίζουν πίσω από κλειστές πόρτες “Ζήτω ο Λένιν” , να το ακούει και να χαίρεται, που έφερε στη ζωή τρεις επαναστάτες!
Όταν ήταν σχεδόν 80 ετών, καθώς γλαροκοιμόταν στο κρεβάτι του ένα μεσημέρι κοντά στον Δεκαπενταύγουστο - είχε τα γενέθλιά της η Ελένη του στις 11 Αυγούστου - άκουσε επάνω στο κεφάλι του δύο αόρατες παρουσίες να συζητούν και να λένε τα εξής:
-Κρίμα, και είναι καλός άνθρωπος!
-Με εξαίρεση τον δάσκαλο που τον τελείωσαν μαζί με άλλους δύο στην παραλία στην Κρήτη...ποτέ δεν ζήτησε συγχώρηση....
-Εμφύλιος πόλεμος ήταν....με την Ελένη αρνί έχει γίνει....
-Τι να το κάνεις; ούτε καν υποψιάζεται την ύπαρξη της θείας παρουσίας...ό,τι του συμβαίνει νομίζει ότι είναι αυτός.....ουδέποτε αναρωτήθηκε ποιος γλυκαίνει τη μπουκιά στο στόμα του ...
-Πώς! Η διαλεκτική της ζωντανής φύσης του Ένγκελς τη γλυκαίνει...
- “Εν αρχή ήν ο Λόγος και ο Λόγος ήν προς τον Θεό” δεν του διάβασε η Ελένη;
-Και τι απάντησε; Πρώτα ήταν η τυραννία των τσάρων της Ρωσίας και τώρα είμαστε εμείς!
-Μη φεύγεις, κράτησέ τον λίγο ακόμη.... μήπως και “έλθει”....
-Μάταιος κόπος, θα τον αναπαύσει ο Κύριος με τη μορφή τού Λένιν....
-Γιατί έλεγα...μήπως τον έχουν αναλάβει οι σύντροφοι του Κ.Κ.Ε....
-Χριστιανός Ορθόδοξος έχει βαπτιστεί...
-Δεν το αποδέχεται!
Ο κυρ Χρήστος ιδρωμένος και έντρομος πετάχτηκε επάνω και αναζήτησε τη σωτήρια επέμβαση της Ελένης του, στην οποία χαρτί και καλαμάρι διηγήθηκε τα εφιαλτικά ακούσματά του.
Εκείνη, αφού σταυροκοπήθηκε, τον ρώτησε:
-Και τι συμπέρανες Χρήστο μου;
- Έφτιαξες βαρύ το φρικασέ και με άφησες να φάω και δεύτερο πιάτο. Δεν με προσέχεις καθόλου Ελένη μου, και θα πάω από κανένα εγκεφαλικό....και όχι τίποτα άλλο, πώς θα περάσεις χωρίς τη συντροφιά μου τα δύσκολα γεράματα!
-Ο Θεός να με συγχωρήσει, αναφώνησε εκείνη έντρομη, ύστερα άναψε το καντήλι της και διάβασε ψαλμούς και προσευχές.
-Μόνο λιβάνι σε παρακαλώ να μην κάψεις, μετά από αυτό που έπαθα, γιατί θα δυσκολευτώ να ανασάνω.....
-Κατάλαβες σύντροφε Λένιν; τους δεξιούς δεν γίνεται να τους εμπιστεύεσαι, και στον ύπνο μπορούν να σου επιτεθούν ανύποπτα, μονολόγησε, πριν συγκεντρωθεί με ζήλο στο διάβασμα, καθισμένος αναπαυτικά στη τζαμαρία του σπιτιού, θαυμάζοντας το κεντημένο τραπεζομάντιλο της όμορφης χρυσοχέρας του.
-Καλησπέρα Χρήστο, ακούστηκε μία φωνή από την ανθοστόλιστη αυλή του νέου σπιτιού.
-Πέρνα μέσα, απάντησε εκείνος χαμογελώντας , και ύστερα ψιθύρισε στη γυναίκα του βιαστικά: Πιάσε το τάβλι Ελένη, και ετοίμασέ μας μέτριο καφέ, μερακλίδικο, με σαράντα φουσκάλες, και γαλακτομπούρεκο, ήρθε ο κουμπάρος μας!
- Εσύ δεν πρέπει να φας άλλο, μετά από αυτό που έπαθες, του απάντησε εκείνη αγχωμένη στο καλό του αυτί.
-Καλά. Ευλόγησέ τα πρώτα....ξέρεις εσύ.... και μετά τα σερβίρεις όπως είπαμε!
Μόνο ένα πράγμα απασχολούσε σοβαρά τον παππού Χρήστο, ως υπερήλικα, δεν ήθελε να τον διαβάσει παπάς όταν θα πέθαινε, ούτε να θαφτεί σε μνήμα, όσο για την καύση τον τρόμαζε. Γι΄ αυτό ζήτησε να τον κρατήσουν κατ΄ εξαίρεση στο κρεβάτι του, υποσχόμενος ότι δεν θα ενοχλεί κανέναν.... απλά θα κοιμάται δίπλα στην αγαπημένη Ελένη του, ο ακίνδυνος αποθαμένος.... Η Ρωσία τον Τριαδικό Θεό τον ξαναθυμήθηκε , αλλά ο παππούς Χρήστος και οι γιοί του δεν άλλαξαν. Παρέμειναν με υπερηφάνεια αμετάπειστοι στις πάγιες θέσεις τους... Τυχερά είναι τα 11 εγγόνια της γιαγιάς Ελένης , τα οποία ευλόγησε ο Παντελεήμων Θεός και είναι όλα τους πιστοί Χριστιανοί Ορθόδοξοι.
Στα 96 έτη του ταξίδεψε και συγχωρέθηκε ο αείμνηστος παππούς Χρήστος, λίγα χρόνια πριν τη φυγή του φίλου και συντρόφου του Μίκη Θεοδωράκη, που ήταν μαζί στην εξορία.....Αφού η πιστή σύζυγός του τον κράτησε και τον μοιρολόγησε στολισμένο με λευκά τριαντάφυλλα για τρεις συνεχείς ημέρες στο σπίτι, και τον έλουσε με μύρο, ζήτησε να ταφεί κανονικά, μετά την Εξόδιο ακολουθία. Στο κοιμητήριο ήταν παρούσα ανελλιπώς κάθε ημέρα, μέχρι που την πρόδωσαν ανεπανόρθωτα τα πόδια της. Ο Κύριος να αναπαύει τον αλησμόνητο παππού Χρήστο σε τόπο χλοερό και να ανακουφίζει την γιαγιά Ελένη, χαρίζοντάς της ανώδυνα τέλη.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
28-6-2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου