Αφιερωμένο στα μικρά και τα μεγάλα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου Βαλύρας
-Παππού Γιώργη, πού πας με τα αγριόσυκα ; εσύ τα τρως αυτά ή τα ζώα ; Δεν είναι πικρά; Θα πονέσει η γλώσσα τους ....τα καημένα τα αρνάκια....
Ο παππούς Γιώργης χαμογέλασε και ρώτησε:
-Καλά ήταν τα περσινά σύκα; τα φάγατε όλα;
- Στο κατώγι δεν έμεινε ούτε ένα, τα τελειώσαμε όλα μέσα στον Μάρτη που είχε κρύο πολύ, μαζί με τα καρύδια της γιαγιάς από το κτήμα στο Μυλόλακκα, απαντήσαμε οι τρεις αδελφές του Δημοτικού Σχολείου Βαλύρας.
-Ώστε δεν γνωρίζετε τι θα τα κάνω τα αγριόσυκα....
Τι σας έμαθε ο δάσκαλός σας, ο κύριος Χρήστος, στο Δημοτικό Σχολείο, για τον μήνα Ιούνιο;Γεννήματα της γης στον κάμπο της Βαλύρας. Φωτό: κα Σοφία Μπούτση-Καρύδη
- Είπε ο δάσκαλός μας ότι τον Ιούνιο, στις 21 του μήνα, έχουμε τη μεγαλύτερη ημέρα και μικρότερη νύχτα και ότι οι θεριστές πιάνουν το δρεπάνι με το δεξί χέρι και με το αριστερό τα στάχυα, που είναι ώριμα και τα θερίζουν, είπαμε συμπληρώνοντας η μία την άλλη.
-Μόνο τα θερίζουν; και τι άλλο κάνουν με τα στάχυα;
-Τα αφήνουν κάτω οι θεριστές σε χειρόβολα, μικρά δεμάτια, και κατόπιν τα μαζεύουν όλα μαζί και κάνουν ένα μεγάλο δεμάτι...
-Και τι κάνουν τα δεμάτια;
-Κουβαλούν όλα τα δεμάτια στα αλώνια και φτιάχνουν τις θημωνιές και περιμένουν τη σειρά τους για να αλωνίσουν....
-Και πώς αλωνίζουν;
-Δεν έχουμε δει!
-Α! σωστά...αυτό θα το δείτε φέτος...θα σας πάω στο Καυκουλέϊκο αλώνι, αποκρίθηκε ο παππούς θωπεύοντας το πηγούνι του . Για ελάτε τώρα μαζί μου, να πάμε στο κτήμα στα Αγρίλια, στον κάμπο, να με βοηθήσετε να ορνιάσουμε τις συκιές.
Καθώς προχωρούσαμε προς το κτήμα με τις πολλές σταφίδες και τις ήμερες συκιές, ο παππούς μάς εξήγησε ότι τον μήνα Ιούνιο τον λένε Ορνιαστή . Ερινιάζουν τις ήμερες συκιές με αγριόσυκα για να γονιμοποιηθούν τεχνητά και να μην απορρίψουν τα σύκα τους. Σε άλλες περιοχές τον μήνα αυτόν τον αποκαλούν Απορνιαστή, γιατί έχει ήδη τελειώσει το όρνιασμα (1).
Πώς γίνεται το όρνιασμα της ήμερης συκιάς ήταν το μάθημα εκείνου του αλησμόνητου Σαββάτου, στις αρχές του Ιουνίου, προς το τέλος της δεκαετίας του 1960, στον κάμπο της όμορφης Βαλύρας μας.
Μετά βίας φθάσαμε στο αλώνι στα Αγρίλια, με τις βαθύσκιωτες συκιές, γιατί τα χελωνάκια με τις μανάδες τους είχαν βγει σεργιάνι, κι εμείς λαχταρήσαμε να πάρουμε η καθεμιά μας από ένα χαριτωμένο νεογέννητο στο σπίτι μας.
-Ακούς εκεί; θέλουν να πάρουν τα μικρά από τις χελώνες να κλαίνε οι μανάδες τους, μάς επέπληξε ο παππούς Γιώργης. Μόνο να τις πιάσετε και να τις βάλετε κοντά στους φράχτες, να κάνετε μία καλή πράξη για να σας αγαπά ο Χριστός , μάς ορμήνεψε ο σοφός γέροντας, που παρά την προχωρημένη ηλικία του στεκόταν όρθιος και λυγερός σαν ψηλό κυπαρίσσι. Μισή ώρα προσπαθούσαμε να πιάσουμε όλες τις χελώνες και να τις αφήσουμε σε τόπο ασφαλή, για να μην της πατήσει κανένας καβαλάρης ή όχημα της εποχής στον δρόμο από τη Βαλύρα προς το Πλατύ. Αν δεν τρομάζαμε καθώς από έναν φράχτη πήδηξε ξαφνικά μία θεριακωμένη σαύρα κατά πάνω μας, γιατί διαταράξαμε την ησυχία της, για πολλή ώρα ακόμη θα παραμέναμε εκεί!
Φωτό: routes of discovery
Ο παππούς χαμογέλασε και διακωμώδησε την κατάσταση.
Φοβιτσιάρες! μία γουστερίτσα ήταν και εσείς αρχίσατε να τρέχετε σαν μουρλές πέρα - δώθε, λες και είδατε οχιά!
Στο πηγάδι του Βίγκου σταματήσαμε, ανεβάσαμε με τον κουβά νερό, βοηθώντας η μία την άλλη να γυρίσουμε το βαρύ σιδερένιο μαγκάνι, και πλυθήκαμε καλά γιατί είχαμε γεμίσει σκόνη από τις χελώνες, και χορτάρια από τους φράχτες, καθώς και τα πέδιλά μου ήταν γεμάτα ούρα από μία φοβισμένη χελώνα που τη σήκωσα πολύ ψηλά από τη χαρά μου, όταν κατάφερα και την έπιασα, και εκείνη η γενναιόδωρη με αντάμειψε δεόντως!
Στη διαδρομή συναντήσαμε μία ανθισμένη ροζ αγριοτριανταφυλλιά σε σκιερό αλλά ολόφωτο σημείο, και μόλις τα παιδικά μάτια μας έπεσαν πάνω στα ανθισμένα ρόδα της θαμπωθήκαμε από την ομορφιά της. Θελήσαμε να κόψουμε και να πάρουμε στο σπίτι ωραία μοσχομυριστά τριανταφυλλάκια του αγρού....όχι πολλά, από ένα η καθεμιά μας!
-Η αγκινάρα και η τριανταφυλλιά έχουν πολλά αγκάθια, μάς εξήγησε ο παππούς. Το έχετε προσέξει;
-Ναι! Ξεφωνίσαμε, αλλά η ορμή μας δεν μειώθηκε, καθώς πλησιάζαμε προς τη ανθοστόλιστη κόρη του κάμπου μας.
Φωτό: Επιστροφή στη φύση
-Γιατί ο Θεός τους έδωσε τόσα πολλά αγκάθια, γνωρίζετε; ρώτησε ψύχραιμος αλλά καταϊδρωμένος από την πεζοπορία και το βάρος των πραγμάτων που κουβαλούσε ο αλησμόνητος παππούς μας.
-Πες μας παππούλη, τον παρακαλέσαμε, στριφογυρίζοντας γύρω από τα πόδια του.
-Για να έχουν ένα δυνατό όπλο προστασίας να γεννούν άφοβα τα ωραία τους άνθη, και να ωριμάζουν στην ώρα τους οι καρποί τους, απάντησε εκείνος.
-Μόνο ένα τριανταφυλλάκι η καθεμία μας παππούλη, παρακαλέσαμε.
-Θα σας κόψω, αλλά δεν θα το χαρείτε για πολύ, γιατί τα ροδοπέταλα τού ανθού θα πέσουν γρήγορα στη γη , τόνισε ο σοφός μας δάσκαλος.
-Γιατί παππούλη;
-Διότι η Αγριοτριανταφυλλιά , όπως η Μιμόζα σκορπίζει τον ανθό της όταν πάνε να της κλέψουν τα όμορφα παιδιά της. Βέβαια, η Μιμόζα κανέναν δεν ακούει και δεν κάνει εξαίρεση, αλλά η Αγριοτριανταφυλλιά δίνει κάτι μισάνοιχτα μπουμπουκάκια μόνο στα καλά παιδιά , όταν πουν στη μάνα τριανταφυλλιά ότι “με τα άνθη σου θα στολίσω την εικόνα της Παναγίτσας μου” !
Αμέσως κάναμε και οι τρεις τον σταυρό μας, με δαγκωμένα χείλη και φόβο Θεού, που μάς έβλεπε η “έξυπνη Αγριοτριανταφυλλιά” , και ζητήσαμε από ένα ευωδιαστό ρόδο η καθεμιά, για το εικόνισμα στο σπίτι μας, με σεβασμό και φωνή τρεμάμενη.
Μέσα σ΄ ένα μικρό γυάλινο μπουκάλι με νερό διατηρήσαμε τα ρόδα του αγρού , μέχρι να γυρίσουμε πίσω στο χωριό, μετά το όρνιασμα.
Στο κτήμα ο παππούς έστρωσε μία μακριά κουρελού κάτω από τη μεγάλη συκιά, ακούμπησε το παγούρι με το νερό, και το καλάθι της γιαγιάς με το εξοχικό γεύμα μας.
Ύστερα μέριασε κάτι ξεραμένα κλαδιά απόμερα στο φράχτη και από κάτω εμφανίστηκε η παλιά ξύλινη σκαλίτσα, που χρησιμοποιούσε να ανεβαίνει στα δένδρα στο κτήμα του, ο προκομμένος αγρότης.
-Πεινάτε; Θέλετε να φάτε κάτι πριν αρχίσουμε τη δουλειά, γιατί τρεις ώρες χρειαζόμαστε για να φροντίσουμε όλες τις συκιές, μάς εξήγησε ο παππούς.
Αρκεστήκαμε στο να πιούμε μπόλικο δροσερό νερό και αρχίσαμε μεθοδικά το έργο, ως υπεύθυνοι και σοβαροί βοηθοί τού αγαπημένου μας παππούλη . Αφού μάς έδωσε πολύ χονδρές βελόνες, χωρίς μύτη, και μάς έδειξε με υπομονή, μέσα στην τρύπα περάσαμε, μετά από μερικές προσπάθειες ,σχοινί από βούρλα. Φτιάξαμε μεγάλα βραχιόλια με δύο ή τέσσερα άγρια σύκα, ερινεούς, και όταν τελειώσαμε άρχισε το πανηγύρι πάνω - κάτω στις συκιές, αφού φορέσαμε μαντήλι στο κεφάλι και τραβήξαμε κάτω τα μανίκια στις μπλούζες μας, για να μη ερεθιστεί το δέρμα μας από το άγγιγμα του χνουδωτού φυλλώματος των δένδρων.
Αφού επιμελώς στολίσαμε τα κλαδιά στις ήμερες συκιές με τα βραχιόλια τους, καθίσαμε με πολύ όρεξη και απολαύσαμε ένα αλησμόνητο γεύμα στην εξοχή. Ο παππούς δίκαια μάς μοίρασε κολοκυθόπιτα με σπιτικό φύλλο, σαλάτα χωριάτικη με μπόλικη φέτα και ελιές και φρέσκο ψωμί με προζύμι από τον φούρνο της γιαγιάς. Στο τέλος παίξαμε το παιχνίδι με το ξερό σύκο.
Ο αείμνηστος παππούς Γιώργης είχε κρατήσει ένα πολύ ωραίο ξερό σύκο με καρύδια διπλωμένο με χρυσόχαρτο μέσα στην τσέπη του, και είπε ότι θα το δώσει σε εκείνη που θα θυμηθεί τι μάς είπε το χειμώνα, δίπλα στο τζάκι , για τα σύκα.
-“Τα σύκα είναι ωφέλιμα, κάνουν καλό στο συκώτι μας. Το ήπαρ, ονομάστηκε συκώτι, γιατί στην αρχαιότητα ο μόσχος που τρεφόταν με σύκα ήταν γερός και είχε υγιές συκώτι, γι΄ αυτό τον έλεγαν συκωτό¨, απαντήσαμε η καθεμιά με τη δική της παιδική παραλλαγή, γι΄ αυτό μοιραστήκαμε το σύκο στα τέσσερα, αφού ο ίδιος ο παππούς πρωτίστως γνώριζε πολύ καλά αυτή την πληροφορία!
-Ε....περάσαμε όμορφα...όμορφα...ωραία και καλά! τραγουδούσαμε καθώς γυρνούσαμε στο σπίτι από τον μαγικό κάμπο της Βαλύρας, και η γιαγιά μάς χαιρέτισε με ένα σακούλι καλαμπόκι παραμάσχαλα, ταΐζοντας τις κότες.
-Πότε παππού θέλεις να σε ξαναβοηθήσουμε; ρωτήσαμε, καθώς επιστρέφαμε στο καθημερινό μας πρόγραμμα.
-Δεν είπαμε; Στις 24 Ιουνίου θα πάμε να γιορτάσουμε τον Άγιο Γιάννη τον Ριγανά και να μαζέψουμε ρίγανη στο βουνό στην Ιθώμη, τόνισε ο παππούς, που κατάλαβε πόσο διψούσαμε για καθημερινές δραστηριότητες στην εξοχή.
-Και εμείς μέχρι τότε, τι να κάνουμε; ρωτήσαμε με τα κεφάλια σκυμμένα.
-Να ετοιμάσετε τα ψάθινα καπέλα και τα καλαθάκια σας.
-Έτοιμα είναι παππού, απαντήσαμε λιγάκι ματαιωμένες...
Παιδικά καπέλα, όπως τη δεκαετία 1960. Φωτό: hellas tech
-Για να δω! ζήτησε εκείνος.
Αμέσως τρέξαμε και του φέραμε τα καπέλα και τα καλαθάκια μας.
-Κι όμως! δεν είναι έτοιμα, παρατήρησε χαμογελώντας και συνέχισε:
Πρέπει να αλλάξετε τις περσινές κορδέλες στα καπέλα σας. Τώρα που μάθατε πώς γίνεται το όρνιασμα στις συκιές δεν σας ταιριάζουν οι φανταχτερές παιδικές κορδέλες, να φορέσετε αρχοντικές, σε ήπιες αποχρώσεις , γιατί μεγαλώσατε....
-Μεγαλώσαμε! Αναφωνήσαμε, και κοιταχτήκαμε μεταξύ μας έκπληκτες. Πρέπει να είμαστε πιο σοβαρές τώρα, ψιθυρίσαμε , και δρομολογήσαμε τάχιστα την αλλαγή....εμπρός στον οικογενειακό καθρέφτη μας!
Ουρανός και γη στον κάμπο της Βαλύρας.
Φωτό: κα Σοφία Μπούτση-Καρύδη
Θερμές ευχαριστίες στην κα Σοφία Μπούτση -Καρύδη, ενεργό μέλος στο Δ.Σ. του Αστέρα Βαλύρας, για το μοναδικό φωτογραφικό υλικό, από τον μυθικό κάμπο της όμορφης Βαλύρας μας.
Βιβλιογραφία:
Κατσαμπάνη-Τσαγκάρη Γαρυφαλλιά (2013). Τα δώδεκα Παιδιά του Χρόνου, σελ.32. Λαογραφικά. Αθήνα. Εκδόσεις ΦΑΡΑΙ Α.Ε.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
20-6-2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου