Παλιό τροχοφόρο τρακτέρ.Φωτο:dreamstime
Ο Θεός του ελέους και της δικαιοσύνης, η πάλη ανάμεσα στην πραγματική ζωή και στον θάνατο, στην χονδροειδή ύλη και στην ανάσταση της ψυχής, είναι έκδηλα στα συγκλονιστικά γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρο στην Ιερά Μονή Βουλκάνου, κατά τη λιτανεία και κάθοδο της θαυματουργής εικόνας , από το Καθολικό στην κορυφή της Ιθώμης, προς το κάτω Μοναστήρι, κατά το τέλος της δεκαετίας του 1950.
Κόρες μου, έλεγαν οι γιαγιάδες στη Βαλύρα, ποτέ να μην προκαλείτε με το σώμα σας, γιατί πάντα σας συνοδεύει ένας άγγελος από τον Θεό σταλμένος. Όταν δει ο άγγελος ότι δεν συμμορφώνεστε, δεν προοδεύετε ως προς το κατ΄ εικόνα και κατ΄ ομοίωση με τον πατέρα Δημιουργό, βαριά αρρώστια θα σας βρει και δοκιμασία θανατηφόρα θα περάσετε, για να σωθείτε από τα βάθη και βάρη της κόλασης. Όταν θέλετε να σκύψετε, να λυγίζετε προσεκτικά και κλειστά τα πόδια σας και όταν ψάχνετε χαμένους θησαυρούς στη γη, ή την καλλιεργείτε, να γονατίζετε όπως ο Χριστός στο όρος των ελαιών. Ποτέ να μη κάνετε υπόκυψη ή υπόκλιση με τα πόδια τεντωμένα και το κορμί λυγισμένο εμπρός, αυτή είναι “πρόκληση θανάτου”.
Καμιά γυναίκα δεν έσκυβε προκλητικά στη μεταπολεμική Βαλύρα, κι αν αυτό συνέβαινε σπάνια και άθελά της, για παράδειγμα ξεχνιόταν καθώς εργαζόταν στους αγρούς, το γεγονός αυτό επέσυρε δριμύ χλευασμό και τιμωρία από τον πατέρα, αδελφό ή σύζυγό της.
Η Κούλα όμως ήταν μία διαφορετική περίπτωση.
Τη συνάντησε ο Δημοσθένης σ΄ ένα κουτούκι στην Αθήνα , του άρεσε γιατί ήταν “εξηγημένη”, την ερωτεύθηκε σαρκικά, και εκείνη τον ακολούθησε στο χωριό του, για να σωθεί από τη “βρωμοδουλειά”, αφού ο ίδιος κατέθεσε ένα σεβαστό χρηματικό ποσό στο αφεντικό της, για να μην έχει περαιτέρω μπλεξίματα. Συζούσαν ήρεμα οι δυο τους σ΄ ένα χωριό, έξω από την Καλαμάτα, στο πατρικό σπίτι του Δημοσθένη, ο οποίος ήταν ορφανό μοναχοπαίδι.
-Δεν πρόκειται να σε παντρευτώ της εξήγησε εξ αρχής, πώς να σε πάω στην εκκλησιά; θα μου κρεμάσουν κουδούνια οι συγχωριανοί μου, αλλά μαζί μου θα περνάς καλά και τίποτα δεν θα σου λείπει. Εσύ θα είσαι η οικοδέσποινα στο σπίτι μου κι εγώ δεν πρόκειται να προτιμήσω άλλη γυναίκα.
Μόλις αγόρασε το καινούριο του τροχοφόρο τρακτέρ εκείνης της εποχής, είπε χαρούμενος και υπερήφανος στην Κούλα:
-Ετοιμάσου να με συνοδέψεις , ανήμερα της μνήμης της Παναγίας Βουλκανιώτισσας, γιατί η συγχωρεμένη η μάνα μου, πριν πεθάνει, μου είχε ζητήσει κάθε χρόνο ν΄ ανεβαίνω στο Μοναστήρι και να της ανάβω μια λαμπάδα στη μνήμη της. Πάντα ανεβαίνω με το άλογο. Όχι πια! Φέτος θα γιορτάσουμε και θα χαρούμε με το “αητό”, το καινούργιο τρακτέρ.
-Βεβαίως, απάντησε η Κούλα, αλλά πρώτα θα μου αγοράσεις χρυσό δακτυλίδι και σκουλαρίκια, καλό κοντό φόρεμα που είναι της μόδας , και ασορτί παπούτσια με τσάντα.
-Θα σου αγοράσω απ΄ όλα, της απάντησε χαμογελώντας κάτω από τα δόντια του, και τήρησε την υπόσχεσή του, διαθέτοντας μετρημένο χρήμα και κάνοντας σκληρά παζάρια στα καταστήματα στην Καλαμάτα, κατά τις επόμενες ημέρες.
Ικανοποιημένη η Κούλα, έδωσε ως άριστη θεατρίνα μεγάλη παράσταση, στη θέση του συνοδηγού, ανεβαίνοντας στη Μονή και κουνώντας στη διαδρομή το λουλουδάτο μαντήλι της. Φυλάκισε με τα σκέρτσα της τα βλέμματα των νεαρών αδαών προσκυνητών επάνω της, κοιτούσαν και ζήλευαν το παράνομο ζευγάρι, που καλοπερνούσε και τα χρήματα έρρεαν άφθονα.
-Και το “πρώτο φιλέτο μπαγάσα”, του φώναζαν, καθώς τους προσπερνούσε με το τρακτέρ.
Ακολουθούσαν αγκομαχώντας τα μουλάρια στον ανήφορο, φορτωμένα με τις καλαμωτές στο σαμάρι με το ψητό χοιρινό, δυο καλαμωτές σήκωναν αγόγγυστα τα γερά άλογα, αριστερά και δεξιά τους. Τα ζουμιά των ψημένων κρεάτων πότιζαν τον χωματόδρομο και η τσίκνα κάτω από τον καυτό ήλιο εξατμιζόταν στην ατμόσφαιρα, μη αφήνοντας κανέναν να αγιάσει ανήμερα στη χάρη της Παναγίας.
Τρεις- τέσσερες κοπέλες μαζί, ανηφορίζοντας συζητούσαν πού θα βρουν χώρο ν΄ αράξουν και να στρώσουν την κουρελού τους.
-Προς τα μποστάνια να πάμε έλεγε η μια.
-Να βρούμε καμιά ντοματούλα και κανένα αγγουράκι για τη σαλάτα μας, απαντούσε η άλλη.
Έπιναν ακόρεστα δροσερό νερό ο ένας μετά τον άλλο στου Τζούμη τη βρύση, έπαιρναν βαθιά ανάσα κάτω από τον μεγάλο πλάτανο με τη πυκνή φυλλωσιά, και αντλούσαν δυνάμεις για να ολοκληρώσουν το τελευταίο μέρος της διαδρομής τους, προς την Ιερά Μονή Βουλκάνου.
Πολλά ζωντανά δεν άντεχαν, τρίκλιζαν στον ανήφορο και ορισμένα εκτίνασσαν το φορτίο τους με δύναμη στον γκρεμό.
Μεγάλη εμποροπανήγυρη είχε καταντήσει για τους λιγότερο προσκυνητές η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κι αυτό επέσυρε την οργή του Θεού προς εκείνους, οι οποίοι βεβήλωναν την αγιότητα του χώρου της Παναγίας Βουλκανιωτίσσης.
Το επιμύθιον, η κατακλείς και το ηθικό δίδαγμα τούτης της ιστορίας είναι ότι η ασέβεια πατάσσεται από τον Θεό. Με πίστη και ταπείνωση οφείλουμε να προσερχόμαστε στους ιερούς χώρους και να τιμούμε τις Θεομητορικές εορτές.
Όταν κατερχόταν η αγία εικόνα της Παναγίας από το καθολικό της Παλιάς Μονής προς το κάτω Μοναστήρι, μετά ψαλμών, πολλών ιερωμένων και πλήθος πιστών, κύλησε το δεξί σκουλαρίκι της Κούλας κάτω από το τρακτέρ, καθώς ο Δημοσθένης πήγε ν΄ ανάψει τη λαμπάδα στη μνήμη της μητέρας του. Εκείνη πανικοβλήθηκε ότι θα το χάσει, και έσκυψε με τα οπίσθια της τεντωμένα για να ψάξει να το βρει.
-Κούλα, Κούλα, σκεπάσου, έφθασε η εικόνα της φώναζαν, αλλά εκείνη ήταν απασχολημένη με το πρόβλημά της και τους αγνόησε αδιαφορώντας.
Μόλις εντόπισε με την άκρη του ματιού της το σκουλαρίκι, ξάπλωσε ολόκληρη με τα πόδια ανοιχτά κάτω από τη μηχανή, με τη κοιλιά της να σέρνεται πάνω στο χώμα, για να πιάσει το ενώτιον της συμφοράς. Όμως ο Θεός δεν αδίκησε τη ψυχή της, που ήταν θεία και βασανιζόταν, υπηρετώντας αυτή τη βέβηλη και άπιστη γυναίκα. Το τρακτέρ, όσο εξωπραγματικό κι αν ακούγεται, πήρε αμέσως εμπρός και σκότωσε επί τόπου την ασεβή Κούλα.
Φωτο: messinialive.gr
Λέγει ο κύριος Γιώργος Φειδάς, “ ήμουν μαθητής του Δημοτικού Σχολείου Βαλύρας, και αυτό το τραγικό γεγονός συνέβη εμπρός στα μάτια μου. Έτρεξαν οι αδελφοί μοναχοί να φέρουν πρώτες βοήθειες από το φαρμακείο της Μονής, αλλά το κλειδί ήταν πολύ βαρύ στα χέρια του αδελφού μοναχού και δεν άνοιγε η πόρτα του φαρμακείου. Προσευχήθηκε ο πατήρ Γρηγόριος και άνοιξε επιτέλους η πόρτα, αλλά ήταν ήδη αργά”.
Η ψυχή της Κούλας δραπέτευσε τάχιστα και δεν θέλησε να γυρίσει πίσω για να την υποστηρίξει.
Ο Δημοσθένης ουδέποτε ανέβηκε ξανά με το τρακτέρ στην Ιερά Μονή της Ιθώμης. Με το άλογο του ανέβαινε, και άναβε δύο λαμπάδες, μία για τη ψυχή της μάνας του και μία για τη σωτηρία της ψυχής της Κούλας, που πίστευε ότι χάθηκε άδικα.
Έκτοτε οι άνθρωποι άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι η Παναγία Βουλκανιώτισσα ζητά από τους προσκυνητές της να συνάδουν μαζί Της με κατάνυξη, προσευχή και ένωση με το θείον, χωρίς πανηγυρικές εκδηλώσεις και επιδείξεις άκαιρες, οι οποίες αποπροσανατολίζουν τον άνθρωπο και τον οδηγούν στο να αμαρτάνει ασύστολα. Αυτού του είδους οι πανηγυρικές εκδηλώσεις έχουν πλέον απαγορευτεί στην Ιερά Μονή Βουλκάνου, από τον σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μεσσηνίας, κύριο Χρυσόστομο.
Θερμές ευχαριστίες στον κύριο Γιώργο Φειδά, επιχειρηματία, ο οποίος μοιράστηκε μαζί μας την ιστορία με το τρακτέρ, η οποία έλαβε χώρο στην Ιερά Μονή Βουλκάνου, ανήμερα στην εορτή της μνήμης της Μεγαλόχαρης, κατά το τέλος της δεκαετίας του 1950.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
13/8/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου