Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023

Ο Λιάκος και το Όργωμα

              


Φωτό: κα Γωγώ Μαγκλάρα

Άκρως προφητική είναι η ιστορία της αείμνηστης γιαγιάς Γεωργίτσας, με τίτλο “Ο Λιάκος και το όργωμα”, όπως την περιγράφει γλαφυρά η κα Γωγώ Μαγκλάρα, φιλόλογος και ιστοριοδίφης, που είχε την τύχη να ζήσει κοντά της και να αντλήσει ανεξίτηλα διδάγματα από το ήθος και τη σοφία της, και από την υπέροχη Μεσσηνιακή παράδοση.

Όλα όσα χρειάζεται ένας καλός γεωργός, ένας Λιάκος, ήλιος νοητός-νους, για να οργώσει τόσο τον επί γης αλλά και τον ουράνιο αγρό του, είναι ένα ζευγάρι βόδια, (τα δύο εγκεφαλικά του ημισφαίρια) το αλέτρι φυσικά, αλλά και έναν “γάιδαρο”, ως πιστό και θείο σύντροφο ζωής.....

Οδεύοντας προς τα Χριστούγεννα, έρχεται στον νου μας η εικόνα της γεννήσεως του Χριστού. Μέσα στη φάτνη βρίσκεται το θείον βρέφος τυλιγμένο σε λευκά σπάργανα. Πίσω απ’ τη φάτνη παρίστανται δύο ζώα, ένα βόδι κι ένα γαϊδουράκι. Η προφητεία του Ησαΐα αναφέρει το εξής: «Γνωρίζει το βόδι τον ιδιοκτήτη του και ο όνος τη φάτνη του Κυρίου του. Ο Ισραήλ όμως δε με γνωρίζει και ο λαός μου δε με καταλαβαίνει», (Ησ. 1,3). Παρομοίως, και στην ιστορία της γιαγιάς Γεωργίτσας , τα αγνά βόδια ήταν μεν αδιάβαστα όσον αφορά τις Θείες Γραφές, περί καλλιέργειας του αγρού, αλλά υπάκουα στον ιδιοκτήτη τους, αν και εκ φύσεως λιγάκι οκνηράΜόνο ο γάιδαρος είχε θεία διάκριση , και μπορούσε να δράσει κατ΄ οικονομία Θεού, γιατί γνώριζε καλά τον Κύριο του, τον επί τοις Ουρανοίς, οπότε κατόρθωσε να φανεί χρήσιμος στον υπό μύηση γεωργό “Λιάκο”, ιδιοκτήτη του επί γης αγρού στη δεδομένη περίπτωση.

Ας απολαύσουμε την ακόλουθη διδακτική ιστορία, όπως παραστατικά την παρουσιάζει με τη λογοτεχνική πένα της η κα Γωγώ Μαγκλάρα,  που τη θυμήθηκε καθώς ετοίμαζε το χαμομήλι για αποξήρανση στη βεράντα του σπιτιού της στην Καλαμάτα.


                                 Eτοιμάζοντας το χαμομήλι της χρονιάς.

                                               Φωτό: κα Γωγώ Μαγκλάρα στο fb


Το όργωμα είναι μια διαδικασία αγροτική. Είναι η προετοιμασία του χωραφιού για τη σπορά. Παλιά γινόταν με τα άλογα αλλά και με τα βόδια. Τα βόδια ήταν πιο οκνά από τα άλογα, που ήταν περισσότερο ευκίνητα. Τη διαδικασία όμως του οργώματος θα την παρουσιάσω μέσα από ένα παραμύθι ,όπως το άκουσα από τα χείλη της γιαγιάς μου, της Γιωργίτσας”.


                          Η κα Μαγκλάρα με τους γονείς της και το άλογο στον αγρό. 

                                            Φωτό: κα Γωγώ Μαγκλάρα στο fb

Ο Λιάκος και το όργωμα.

Ο Λιάκος είχε δύο βόδια , τη Μελίσσα και τον Κανέλλη. Ένα πρωί, αφού τα πήρε , πήγε στο χωράφι για να το οργώσει. Έζεψε στα βόδια το αλέτρι και άρχισε να οργώνει αυλακιά την αυλακιά το χωράφι. Μία αυλακιά άνοιγε από τη μια άκρη του χωραφιού ως την άλλη , μετά επιστροφή και πάλι πίσω. Έλα όμως που τα βόδια, σαν βόδια που ήταν, του βγάζανε την ψυχή του Λιάκου από τη βραδύτητά τους. Και ο Λιάκος τους έλεγε: Ωοοο Μελίσσα , ωοοο Κανέλλη , λύκος να σας φάει ντε. Μετά από αρκετές τέτοιες προσφωνήσεις , νάσου και ο λύκος κατέφθασε και του κατσικώθηκε και περίμενε να φάει τα βόδια.

Τον βλέπει ο Λιάκος και τον ρωτάει . Πως από δω κυρ λύκε . Να φάω τα βόδια μόλις τελειώσεις. Ο Λιάκος βρήκε τον μπελά του . Καλά, περίμενε του λέει. Όμως πήγαινε και έφερνε το αλέτρι στην ίδια αυλακιά. Όταν άρχισε να νυχτώνει το χωράφι ήταν ανόργωτο. Αύριο που θα το τελειώσω θα σου τα δώσω. Πήγαινε και εσύ στο σπίτι σου και τα λέμε αύριο. Αφού ξέζεψε τα βόδια και πήγαινε κατά το σπίτι του μέσα στην στεναχώρια και αγέλαστος να σου και τον συναντάει η κυρά Μαριώ, η αλεπού. Λιάκο , γεια και χαρά σου, δεν σε βλέπω στα κέφια σου , τι σου συμβαίνει; Ο Λιάκος της εξιστόρησε το συμβάν με το λύκο. Θα σε βοηθήσω εγώ του λέει χωρίς περιστροφές η αλεπού. Το πρωί που θα πας για όργωμα θα πάρεις μαζί σου ένα τσουβάλι και σκοινί.

Το πρωί ο Λιάκος ετοιμάστηκε για το χωράφι. Ό,τι είχε φτάσει , να σου και ο λύκος, μπάστακας, τον περίμενε. Δεν είχε οργώσει κάνα δυο αυλακιές , όταν από μια ραχούλα ακούει την αλεπού να λέει. Λιάκο τί είναι εφτούνο το μαύρο εκεί; Ένα κούτσουρο μαύρο της απαντάει. Έτσι τον είχε συμβουλέψει να πει για τον λύκο, από την προηγούμενη βραδιά. Για βάλτο μέσα στο σακί. Βάλε με σιγά σιγά να μη σε φάω ,του λέει ο λύκος. Το έβαλα της λέει ο Λιάκος. Για δέστο. Δέσε με σιγά σιγά να μη σε φάω του λέει ο λύκος . Πήρε στη συνέχεια ο Λιάκος ένα κοντοκουράκι ( κοντό ξύλο χοντρούτσικο) και άρχισε το κοπάνημα του λύκου λέγοντάς του ειρωνικά που σε πονεί και που σε σφάζει. Τον απόκαμε το λύκο και έτσι γλύτωσε τις αγελάδες του και όργωσε το μισό του το χωράφι.

Το βραδάκι, που επέστρεφε στο σπίτι του ,να σου μπροστά του η αλεπού. Λιάκο του λέει: Τι θα μου δώσεις για την εκδούλευση που σου έκανα; Τι θέλεις; της λέει. Την κλώσσα με τα κλωσσόπουλα του απαντάει η αλεπού. Εντάξει της απαντάει ο Λιάκος. Έλα αύριο στο χωράφι να την πάρεις. Όλο το βράδυ ο Λιάκος έσπαζε το κεφάλι του να βρει τρόπο να κοροϊδέψει την αλεπού. Η γυναίκα του τον έβγαλε από την δύσκολη θέση. Το και το του λέει. Αντί για την κλώσσα θα βάλεις στο καλάθι τη σκύλα. Έτσι και έγινε.

Το πρωί παίρνει τα συμπράγκαλά του ο Λιάκος και μια και δυο φτάνει στο χωράφι . Φάντης μπαστούνι τον περίμενε η κυρά Μαριώ η αλεπού. Δεν πιστεύω να με ξέχασες Λιάκο; Τι λες κυρά αλεπού; Θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο; Εδώ σου την έχω. Της αλεπούς είχανε πέσει τα σάλια από την προσμονή. Όπως πήγε ο Λιάκος να ανοίξει το καλάθι πετάγεται από μέσα η σκύλα και παίρνει του κυνήγου την αλεπού και την έφτασε μέχρι τη φωλιά της. Ντροπιασμένη και στεναχωρημένη καλεί σε έκτακτη συνέλευση τις αλεπούδες προκειμένου να πάρουν εκδίκηση από τον Λιάκο, ο οποίος το βραδάκι επέστρεψε χαρούμενος στο σπίτι . Του είχε μείνει από το χωράφι ένα μικρό κομμάτι ανόργωτο και θα πήγαινε την άλλη μέρα το πρωί να το τελειώσει. Έτσι ανέγνοιαστος έπεσε για ύπνο.

Οι αλεπούδες λοιπόν αποφάσισαν να πάνε να κλέψουν τα λουριά του Λιάκου που είχε στην αποθήκη του , έτσι ώστε να μην τα έχει για να ζέψει τα βόδια του. Έτσι και έγινε . Κάνουν έφοδο και του παίρνουν τα λουριά και τα πηγαίνουν στη φωλιά τους . Την άλλη μέρα το πρωί ψάχνει ο Λιάκος τα λουριά ,πουθενά τα λουριά. Θα έσκαγε έτσι και τον έπιανες από τη μύτη. Έφαγε τον κόσμο να τα βρει. Βρε εδώ τα είχα τα λουριά , που είναι τα λουριά; Μονολογούσε. Του ήρθε μια φλασιά ότι του τα έκλεψε η αλεπού για να τον εκδικηθεί επειδή δεν της έδωσε την κλώσσα. Που όντως έτσι ήταν. Πάνω που έσπαζε το κεφάλι να βρει τρόπο να πάρει τα λουριά , να σου εμφανίστηκε ο γαϊδαράκος του. Τι έχεις Λιάκο ; Του λέει. Είσαι σα να σου βουλιάξαν τα καράβια. Το και το του λέει ο Λιάκος. Αφού του εξιστόρησε τα καθέκαστα του ανάπτυξε ο γάιδαρος το σχέδιο. Θα με αλείψεις με βούτυρο και θα με πας έξω από τη φωλιά των αλεπούδων. Έτσι και έγινε. Τον άφησε ο Λιάκος έξω από τη φωλιά τους και έφυγε.

Τα μεσάνυχτα μια αλεπού βγήκε προς νερού της (κατούρημα). Πάρα λίγο να τα κάνει πάνω της , βλέποντας το γάιδαρο ξάπλα. Μπαίνει γρήγορα μέσα και ξυπνάει και τις άλλες. Ένας ψόφιος γάιδαρος έξω τους λέει. Βγαίνουν όλες και αρχίζουν να γλείφουν το βούτυρο. Η γεροντότερη, η αρχηγός , έριξε την ιδέα να τον δέσουν με τα λουριά και να τον μπάσουν στη φωλιά τους και να τον φάνε ήσυχα- ήσυχα. Όλες συμφώνησαν και αφού τον έδεσαν άρχισαν να τον τραβούν. Που να συρθεί ο γάιδαρος. Αφού κατάλαβε ο γάιδαρος ότι είχαν εξαντληθεί από την προσπάθεια, σηκώνεται και τις αρχίζει στις κλωτσιές. Όπου φύγει - φύγει οι αλεπούδες. Και ο γάιδαρος θριαμβευτής επέστρεψε με τα λουριά στο Λιάκο και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!!!

Θερμές ευχαριστίες στην κα Γωγώ Μαγκλάρα, φιλόλογο και ιστοριοδίφη, για τη διδακτική ιστορία που μοιράστηκε μαζί μας, καθώς και για το φωτογραφικό υλικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου