Κυριακή 2 Ιουλίου 2023

Οταν η Παναγία Βουλκανιώτισσα φώτισε τον ληστή των Πετραλώνων Μεσσηνίας

                 

             Το Καθολικό στην Κορυφή της Ιθώμης. Φωτό: Θέματα Ελληνικής Ιστορίας


Δύο φοβερούς και τρομερούς νεαρούς ληστές, άπιαστους σαν πέρδικες , με αετίσιο βλέμμα, γοργοπόδαρους σαν ελάφια και νυκτοβάτες σαν κουκουβάγιες, κυνηγούσε το Απόσπασμα στις αρχές της δεκαετίας του 1930, γύρω από τη μυθική Ιθώμη, εκεί που αγκαλιάζει το όρος Εύα, στο διάσελο ψηλά, στο μοναστήρι του Βουλκάνου, όπου ένθρονη το φωτίζει η Μεγαλόχαρη Παναγία Βουλκανιώτισσα, η οδηγήτρια των όρει Βουλκάνω.

Κι ενώ κατάφεραν οι Αρχές, μετά από προσπάθεια εντατικής παρακολούθησης ενός έτους, να εντοπίσουν και να συλλάβουν τον ένα από τους δύο ληστές, ο δεύτερος εξαφανίστηκε ως δια μαγείας, άφαντος έγινε, τόσο που πίστεψαν

οι σκληρά εργαζόμενοι κτηνοτρόφοι - που τους είχε ρημάξει τα αιγοπρόβατα, τα κοπάδια με τις αγελάδες και τους χοίρους, τα μεγάλα κοτέτσια και τις καλαμωτές με τα πολλά και διαλεκτά ψάρια στα πλούσια νερά της Μαυροζούμενας - ότι χώθηκε μέσα στην Τρύπα του Καιρού ψηλά στην Ιθώμη, για να προστατευτεί και τον ρούφηξε η γη στα έγκατά της. Ότι χάθηκε ο άμυαλος και αμαρτωλός, απώλεσε την ψυχή του στα τρίσβαθα της γης! 
Εκείνη την εποχή, ένας ισχνός, μετρίου αναστήματος, λιγομίλητος μοναχός, εγκαταστάθηκε στο Καθολικό της Παναγίας Βουλκανιωτίσσης στην κορυφή της Ιθώμης, εκεί που στην αρχαιότητα ήταν το ιερό του Ιθωμάτα Δία. Το Καθολικό άνοιγε τις θύρες του , όπως και σήμερα, στην εορτή της μνήμης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου τον Δεκαπενταύγουστο, για να δεχτεί το πλήθος των ευλαβών προσκυνητών της Μεγαλόχαρης. Εκεί χτίστηκε η πρώτη  ιερά μονή Βουλκάνου, όταν κατά τον 8ο αιώνα μ.Χ. γύρω στα 725, επί βασιλείας του εικονομάχου Λέοντος Γ΄ Ισαύρου, εικονολάτρες μοναχοί βρήκαν σε εκείνο τον τόπο τη σεπτή εικόνα της Παναγίας οδηγήτριας, επάνω σε ένα πουρνάρι, μαζί με ένα αναμμένο καντήλι. Βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας οδηγήτριας, που είναι αχειροποίητος, μακριά από τα βλοσυρά βλέμματα των μανιακών και ασεβών εικονομάχων. Όμως οι δύσκολες και ανυπέρβλητες κατά την εποχή εκείνη συνθήκες διαβίωσης , το πολύ ψύχος το Χειμώνα και η έλλειψη επαρκούς  τροφής, ανάγκασαν τους μοναχούς να αγοράσουν ένα πολλών στρεμμάτων κτήμα και να κτίσουν νέα μονή, σε χαμηλότερο υψόμετρο, στο όρος της Ιθώμης, το έτος 1625.

                                 Η κάτω Ιερά Μονή Βουλκάνου.Φωτό: google.gr

Δυο φορές την εβδομάδα κατέβαινε ο αδελφός από το Καθολικό της Κορυφής για να τον προμηθεύσουν τρόφιμα οι αδελφοί του στο κάτω Μοναστήρι, που είχαν πλούσια τα ελέη του Θεού, αφού περισσότεροι από 30 εξωτερικοί εργάτες φρόντιζαν το περιβόλι της Μονής, τα κοπάδια , τους ελαιώνες ,τους σιτοβολώνες και τα όμορφα αμπέλια εκείνου του καιρού. Όταν τον ρωτούσε ο ηγούμενος γιατί δεν αποφασίζει να εγκατασταθεί μαζί τους , διακονώντας στην κάτω Μονή, εκείνος, με σχεδόν σκεπασμένο όλο του το πρόσωπο, μόνο τα τρελά μάτια του έφεγγαν σαν αστρίτες στο μισοσκόταδο, υποκρινόταν ότι έχει σοβαρά προβλήματα υγείας και επιβάλλεται ιατρικά να ζει στην ησυχία και στην απομόνωση. Ο ιδανικός χώρος, κατά την άποψη του, ήταν το Καθολικό της Κορυφής.

Οι θεοσεβείς κάτοικοι των Πετραλώνων άρχισαν σιγά-σιγά να ξεχνούν τον ληστή, καθώς και τις απώλειες της περιουσίας τους και να απενοχοποιούνται – έφεραν βαριά το γεγονός ότι το ζιζάνιο της κλεπτομανίας φύτρωσε και φούντωσε σε δικό τους γέννημα. Πίστεψαν ότι έφυγε από τη ζωή ο επικίνδυνος κλέφτης της περιοχής και συγχωρέθηκε από τον Κύριο, ώσπου  ήλθε στην επιφάνεια πάλι το ζήτημα, όταν ένας περαστικός από το Καθολικό της Κορυφής παρακολούθησε κρυφά το μοναχό, τον αναγνώρισε, και ενημέρωσε τις Αρχές ότι πρόκειται για τον γνωστό ληστή των Πετραλώνων! Ένα βράδυ, καθώς εκείνος είχε ξαπλώσει κατάκοπος, αλλά παρέμενε χωρίς εμφανή λόγο άγρυπνος, άκουσε βήματα έξω από την κεντρική είσοδο και ανασήκωσε ένα μικρό κομμάτι ξύλου στο παραθύρι, στον χώρο που  διέμενε, ταραγμένος. Διέκρινε πέντε ένοπλους άνδρες της χωροφυλακής και κατάλαβε ότι του έχουν στήσει καρτέρι. Πριν εκείνοι κτυπήσουν την πόρτα ή πυροβολήσουν στον αέρα και διατάξουν να ανοίξει τη θύρα άμεσα και να παραδοθεί με τα χέρια ψηλά, άφαντος έγινε μέσα από ένα στενό πέρασμα, πίσω από τη Μονή, που οδηγεί στο κάτω Μοναστήρι.


                                      To δάσος της Ιθώμης. Φωτό: google.gr


Φοβούμενος ότι θα ψάξουν και στη
ν κάτω Μονή, κρύφτηκε σε μία λακκούβα στο δάσος, αφού σκεπάστηκε καλά με ξερά φύλλα και κλαδιά. Μετά από 24 ώρες, επειδή δεν άντεχε άλλο τη μεγάλη δίψα και την πείνα, όταν σκοτείνιασε καλά και άρχισε η νύχτα να απλώνει τα βαριά πέπλα της, έσυρε με επιμονή τα αδύναμα πόδια του και τελικά έκρουσε την από τον 17ο αιώνα τοποθετημένη βαριά πόρτα της εισόδου, στην  κάτω ιερά μονή Βουλκάνου.


                     H κεντρική είσοδος της Ιεράς μονής Βουλκάνου. Φωτό:google.gr


Του άνοιξε ο μάγειρας με τον ηγούμενο έκπληκτοι και τον παρέλαβαν σχεδόν λιπόθυμο, επάνω σε ένα παλιό ξύλινο φορείο. Αφού τον φρόντισαν και συνήλθε, τον ανέλαβε κατ΄ ιδίαν ο μακαριστός ηγούμενος, 
γονατιστό εμπρός στην εικόνα της Μεγαλόχαρης, για να τον εξομολογήσει και διαβάσει.


                                  H παλιά εικόνα της Παναγίας Βουλκανιωτίσσης


-Τι έπραξες αδελφέ και σε κυνηγούν; τον ρώτησε.

-Κλέφτης είμαι, απάντησε.

-Και τι έκλεψες;

-  Το αρνί ενός βοσκού στα Πετράλωνα.

-Μόνο γι΄ αυτό σε κυνηγούν; Μήπως γνωρίζεις το μοσχάρι του φτωχού γέροντα στη Βαλύρα ποιος το έκλεψε;

-Κι αυτό... εγώ το έκλεψα.

-Και τον γάιδαρο της υπερήλικης γιαγιάς στη Λάμπαινα;

-Και το γάιδαρο!

-Τίποτα άλλο έκλεψες;

-Όχι!

Τότε η εσθήτα της Θεοτόκου στάθηκε επί της κεφαλής του και ένα υπερκόσμιο φως φώτισε τα πυκνά , μαύρα γένια του ληστή.

-Και ποιος  έσφαξε νυχτιάτικα και έκλεψε τα επτά αρνάκια της Μονής μας, μήπως γνωρίζεις; ρώτησε ο ηγούμενος.

-Πού τα θυμήθηκες αυτά πατέρα; Εσύ τα γνωρίζεις όλα καλύτερα από μένα, απάντησε σαστισμένος ο ληστής.

Η Παναγία φώτισε τον άγιο ηγούμενο και αναγνώρισε τον ληστή των Πετραλώνων.

-Εσύ είσαι αυτός που ψάχνει η αστυνομία, ξεστόμισε σαν καταπέλτης, με το ξίφος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, ο μακαριστός ηγούμενος, έτοιμος να θρυμματίσει την κεφαλή του καταραμένου όφεως, ο οποίος είχε κυριεύσει και βασάνιζε ανελέητα τον  ευάλωτο  χωρικό των Πετραλώνων.

Γονατιστός εμπρός στα πόδια του ηγούμενου, ζητούσε έλεος για να μη σαπίσει στη φυλακή, μετά από σειρά βασανιστηρίων, ο θρασύδειλος ληστής.

-Θα σε χρήσω μοναχό, απάντησε ελπιδοφόρα ο μακαριστός πατέρας, με θεία πεποίθηση, καθώς είδε τη Θεοτόκο να φωτίζει την κεφαλή του αμαρτωλού επαίτη.

-Κλέφτης είμαι, δεν μπορώ να γίνω καλόγερος, απολογήθηκε ο δέσμιος από τον τρισκατάρατο δαίμονα της κλοπής ληστής.

-Ό,τι είναι αδύνατο για τους ανθρώπους είναι δυνατό για τον Θεό, απάντησε ο άγιος ηγούμενος, με πίστη και αγάπη προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο, και φρόντισε για την κουρά τού συγχωρεμένου αδελφού, στην ιερά μονή Βουλκάνου. 

Επτασφράγιστο μυστικό παρέμεινε η υπόθεση του ληστή των Πετραλώνων, που πλέον ήταν ένας άλλος, ένας ευλογημένος άνθρωπος, ο “ αδελφός Νάκος”. Το θείο αξίωμα του μοναχού έλυσε τα δεσμά της απομάκρυνσης από τον κοινωνικό περίγυρο. Ο Πατήρ Νάκος άρχισε, μετά από μερικά χρόνια, να κυκλοφορεί αν όχι στα Πετράλωνα λόγω φόβου αναγνώρισης, σίγουρα σε γειτονικά χωριά, στους πρόποδες και γύρω από την Ιθώμη, όπως στη Βαλύρα, για την τακτοποίηση υποθέσεων της ιεράς  Μονής. Κατέβαινε στην πλατεία του χωριού για να αγοράσει τρόφιμα, και λάμβανε ελεημοσύνη από τους πιστούς κατοίκους και τα μικροκαταστήματα εκείνης της εποχής.

Μία φορά, κατέφθασε με το μουλάρι της Μονής στην πλατεία του χωριού και συνάντησε τον αείμνηστο Νταρντουνοβασίλη (αυτό ήταν το παρανόμι  του), ο οποίος πωλούσε ψάρια. Βάσει σχετικής διήγησης του αείμνηστου Παρασκευά Φειδά, πατέρα του κ. Γιώργου Φειδά, ο κυρ Βασίλης μεγάλη ψαριά είχε απλώσει εκείνη την ημέρα επάνω στο μακρύ πάγκο στο μικρό του ψαράδικο. Τα ψάρια σπαρταρούσαν μέσα στον θρυμματισμένο πάγο. Του είχαν φέρει οι ψαράδες από το όμορφο ποτάμι της Μαυροζούμενας   λογής-λογής ψάρια του γλυκού νερού και  μακριά χέλια, δύο κόφες ψάρια είχε απλωμένα η χάρη του! Απλόχερα φίλεψε τον αδελφό Νάκο, του έδωσε δύο μεγάλα ψάρια , με την εντολή να τα πάει στον ηγούμενο εκ μέρους του, και του προσέφερε αρκετά μικρά ψαράκια, όπως μενίδες, για τον ίδιο για τον κόπο του, και για τους άλλους αδελφούς μοναχούς στο Μοναστήρι.

Τι ήθελε και έστειλε ο ανυποψίαστος κυρ Βασίλης τα μεγάλα ψάρια στον ηγούμενο; Ο Νάκος θόλωσε από τη ζήλια του και ο κοιμισμένος διάβολος όρθωσε ψηλά το κεφάλι μέσα του, αρχίζοντας  να τον δαιμονίζει. Τόσο ανεξέλεγκτη έγινε η κατάστασή του, ώστε μονολογούσε βροντόφωνα και εκδικητικά επάνω στο μουλάρι, καθώς επέστρεφε  στη Μονή, διαβαίνοντας το γραφικό μονοπάτι στο αυλάκι των κελαρυστών νερών και των νυμφών, με τα πολλά κυπαρίσσια και τις ανθισμένες δάφνες, το οποίο περνά εμπρός από τον ιερό ναό της Αγίας Τριάδος στη Βαλύρα.


                   Ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδος. Φωτό: κα Σοφία Μπούτση-Καρύδη

- Ο Νάκος θα φάει τα μεγάλα ψάρια! Το ακούτε χωριανοί; έλεγε βροντόφωνα με οργή και επαναλάμβανε με στόμφο χωρίς σταματημό, σαν μανιακός.

Τον άκουσε από το διώροφο αρχοντικό της στο Μπιζάνι η αείμνηστη Καλλίτσα Λινάρδου-Φεφοπούλου, και ρώτησε τις συγχωριανές της ποιος φωνάζει. Αμέσως  κατάλαβε τι του συμβαίνει, γι΄ αυτό έκανε γρήγορα τον σταυρό της, άναψε κερί και έκαψε λιβάνι, για τον συγχωρήσει ο Θεός και να νικήσει τον δαίμονα της πλεονεξίας και ζήλιας που τον μάστιζε. Καθώς ο ήλιος έδυε και εκείνος πλησίαζε να φθάσει στην πύλη της κάτω Μονής, λίγο πριν από την ακολουθία του Εσπερινού, άκουσε την Παναγία να του λέγει χαμηλόφωνα,  επάνω στο κεφάλι του και να τον νουθετεί:

- “Όσο πιο μεγάλο είναι το ψάρι που θα φας τόσο πιο βαρύς θα είναι και ο σταυρός της ασθενείας σου”!

Εμπρός στο θείο άκουσμα, μόνο που δεν έμεινε ξερός στον τόπο από την καρδιά του ο αμύητος μοναχός. Τα δόντια του άρχισαν να τρίζουν και το στομάχι του έφθασε στο λαιμό. Τον διάβολο ξέρασε πάνω στα μαύρα ράσα του, και τίποτα περισσότερο από βραστό ρύζι σούπα, με λίγο λάδι και λεμόνι , δεν ήθελε να γευτεί για τρεις συνεχείς ημέρες. Από τότε άλλαξε δραστικά και σταδιακά η πορεία του, και οδηγήθηκε με κατάνυξη στο φωτεινό μονοπάτι της θέωσης, με την επιστασία της θαυματουργής Παναγίας Βουλκανιωτίσσης και τις ευλογίες του αγίου ηγούμενου της ιεράς μονής Βουλκάνου. Απέδωσε πολλούς και πλούσιους πνευματικούς καρπούς, για να τον θυμούνται με αγάπη οι επόμενες γενιές της μοναχικής πολιτείας.


                                      H Ιερά Μονή Βουλκάνου. Φωτό: google.gr

Στο κοιμητήριο της Μονής βρίσκεται εγχάρακτο το όνομά του μακαριστού αδελφού Νάκου, για να θυμίζει στις επόμενες γενιές ότι η Προστάτιδα της Μεσσηνίας, η Μεγαλόχαρη οδηγήτρια τω όρει Βουλκάνω, φωτίζει με αγάπη το πνεύμα, και δωρίζει την ίαση του σώματος και της ψυχής  σε όλα ανεξαιρέτως τα τέκνα Της.


                                       Ιερά Μονή Βουλκάνου. Φωτό: google.gr

Θερμές ευχαριστίες στον κ. Γιώργο Παρ. Φειδά, επιχειρηματία στο Warwick, Road Island, στις Η.Π.Α. που θυμήθηκε και μάς είπε την ιστορία του μακαριστού αδελφού Νάκου.


Ο Θεός μαζί σας!


Ευθυμία Η. Κοντοπούλου

2-7-2023

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου