Φωτό: κα Γιώτα Κωτσόβολου στο fb
Αυτές τις άγιες ημέρες , οδεύοντας προς τα Χριστούγεννα, η ψυχή του ανθρώπου αποζητά την οικογενειακή ζεστασιά, τη ξεγνοιασιά και τη μαγεία των παιδικών χρόνων. Τότε που τα συναισθήματα του ανθρώπου ήταν πάναγνα και μπορούσε να συγχωρήσει με ένα κλάμα κι ένα χαμόγελο, να μην κρατήσει κακία μέσα στην τρυφερή ψυχή του το μικρό παιδί, που κρύβουμε επιμελώς μέσα μας. Ορισμένοι κατόρθωσαν να δημιουργήσουν την δική τους οικογένεια και να αποκτήσουν νέα οικία, ενώ άλλοι αναπαλαίωσαν το πατρικό τους και συνέχισαν τη ζωή τους, πιστά βασισμένοι στην οικογενειακή τους παράδοση . Αρκετοί ξενιτεύτηκαν για ένα καλύτερο μέλλον και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη νέα τους πατρίδα, κι άλλοι βλέπουν το παλιό πατρικό τους σπίτι να χάνεται σιγά-σιγά στο πέρασμα του καιρού.
Ο χρόνος κτυπά αλύπητα τα παλιά πατρικά χωριατόσπιτα, εκείνα που υποστήριζαν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα οι αείμνηστοι αγρότες γονείς μας...ορισμένες πόρτες έκλεισαν για πάντα στη ζωή, και γεμάτες αναμνήσεις σβύνουν αραχνιασμένες στην αιώνια τους σιωπή.
Μεγάλο το ταξίδι της επιστροφής στην πατρική Ιθάκη, με Λαστρυγόνες και Κύκλωπες στη διαδρομή.... Οι μνήμες, η μία μετά την άλλη, έρχονται στην επιφάνεια σαν ψηλά κύματα, και το βλέμμα γεμάτο νόστο αφουγκράζεται την καρδιά, που μελαγχολικό καράβι σε άνιση διαδρομή προς το άγνωστο, ζητά να γυρίσει το ρολόι πίσω, και να ξαναζήσει εκείνες τις μαγικές στιγμές, που σημάδεψαν βαθιά τη ζωή του ανθρώπου, και είναι αλληλένδετες με το είναι του. Η παλινδρόμηση στο παρελθόν είναι αστοχία και η αστοχία αμαρτία...αλλά αυτές τις ημέρες, τις κρύες του Χειμώνα, της μοναξιάς και αβεβαιότητας για το αύριο, το αναμμένο τζάκι και οι καμπάνα του χωριού, που κτυπά χαρμόσυνα τη γέννηση του Κοσμοσωτήρα, η ζεστή αγκαλιά της γιαγιάς και το χάδι της μητέρας, ο έπαινος του πατέρα και το δώρο του παππού, τα μικρά αδέλφια που παίζουν με τους φίλους τους ανέμελα στο απέναντι πεζούλι τρώγοντας καλοζυμωμένα κουλουράκια, είναι το ζητούμενο των νοσταλγών της χαμένης νιότης.
Ας δούμε τι λέγει η κα Γιώτα Κωτσόβολου, εργαζόμενη στον Δήμο Μεσσήνης, σχετικά με τις κλειστές πόρτες στα παλιά πατρικά σπίτια...
“Η γιαγιά μου έλεγε...
Μια από τις πιο θλιβερές στιγμές στη ζωή μας είναι όταν κλείνει για πάντα η πόρτα του σπιτιού των γονιών μας.
Μόλις κλείσει αυτή η πόρτα δεν θα υπάρχουν άλλα χαρούμενα απογεύματα με θείους, ξαδέρφια, ανίψια, γονείς, αδέρφια και αδελφές. Δεν θα υπάρχουν Κυριακές στο σπίτι της μαμάς.
Τα Χριστούγεννα, δεν θα μαζευόμαστε στο πατρικό σπίτι όπως και σε κάθε άλλες μεγάλες γιορτές.....
Τώρα το σπίτι είναι κλειστό και μένει μόνο σκόνη.
Πονάει πάρα πολύ. Ξέρεις πόσο αξίζει το σπίτι το πατρικό σου.
Και έτσι περνάνε τα χρόνια. Όταν κλείνει το σπίτι των γονιών μας πιάνουμε τους εαυτούς μας ενήλικες και να μην καταλαβαίνουμε πότε σταματήσαμε να είμαστε παιδιά. Φυσικά για τους γονείς μας ήμασταν πάντα μικροί και ανυπεράσπιστοι. Πάντα.
Ήθελα να φτιάξουμε ζυμαρικά άλλη μια φορά μαζί... να μιλάμε, να μαλώνουμε... να γελάμε.... σας ευχαριστώ που μου το μάθατε αυτό. Και ευχαριστώ για τα μαθήματα της ζωής. Τώρα όταν περνάω από εκεί κοιτάζω εκείνο το σπίτι και πάντα μου έρχεται η επιθυμία να σταματήσω και να σας δω να κάθεστε κάτω από τη δαμασκηνιά..... Και όταν θα έφευγα πάντα να χαιρετάτε από την αυλόπορτα.... Όμως ξέρω ότι δεν θα το ξαναζήσω ποτέ ξανά αυτό.....”.
Στη μνήμη των Βαλυραίων παππούδων που δεν γνώρισε, των γονιών της γιαγιάς της, κας Βασιλικής Φ. Ηλιοπούλου, πίνει νερό η μικρή Βασιλικούλα Γ. Καπότη.
Κάποτε έπεσε στα χέρια μου ένα Ημερολόγιο-Αγιολόγιο της αείμνηστης Βαλυραίας γιαγιάς μου Ευθυμίας Φράγκου-Κοντοπούλου, που ζούσε μετά τον πόλεμο του 1940 στη Βοστόνη, με τα παιδιά και εγγόνια της. Μέσα είχε ως σελιδοδείκτη ένα χαρτάκι από ένα παλιό ημερολόγιο του 1950, που στο πίσω μέρος έγραφε ένα τετράστιχο:
Πουλί που ξέρει στη ζωή
ν΄ αντέχει όλον τον πόνο
στα ύψη φτάνει και πετά
με μια φτερούγα μόνο....
Το γνωρίζω γιαγιούλα μου ότι ήσασταν δυνατοί...τόσα αντέξατε...πολέμους, κακουχίες, φτώχεια, πείνα, κι όμως, με το κεφάλι σας ψηλά διαβήκατε το στενό μονοπάτι της αρετής, με ταπείνωση και ακράδαντη πίστη στον Θεό, σε τούτο το σπίτι που στάζουν τα κεραμίδια δάκρυα και τα κουφώματα είναι σαθρά και ανοιχτά στους πέντε ανέμους μονολογούσα, ώσπου έπεσε στα πόδια μου ένα άλλο χαρτάκι από το Ημερολόγιο, έτσι έλαβα σιωπηλά τη δική της απάντηση:
Μη τόνε κλαις τον αετό
όπου πετά σαν βρέχει
μα κλαίγε το μικρό πουλί
όπου φτερά δεν έχει!
Καλή κατά Κυρίω πνευματική οικοδόμηση και πτέρωση ψυχής, οδεύοντας προς τα ευλογημένα Χριστούγεννα, και το Νέο έτος 2024.
Θερμές ευχαριστίες στην κα Γιώτα Κωτσόβολου για τον υπέροχο, από καρδιάς λόγο της, και στον κ. Γιώργο Δ. Καπότη για την φωτογραφία της γλυκύτατης κόρης του.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
14/12/2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου