Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2023

Οι καμπάνες ακόμη χτυπούν χαρμόσυνα εντός του....

       

                     Το  όρος της Ιθώμης. Φωτό: κ. Γιώργος Οικονομόπουλος στο Fb


Ήταν 23η Δεκεμβρίου, 1968. Τα σχολεία είχαν κλείσει για τις διακοπές των Χριστουγέννων και τα  αγόρια έτρεχαν ανέμελα στις πάνω και κάτω ρούγες του Μπιζανίου της Βαλύρας, κλωτσώντας μία παλιά μπάλα ποδοσφαίρου, κάνοντας πάσα στον καλύτερο τους φίλο, με γέλια και δυνατές κραυγές χαράς. Τα κορίτσια κρυφοκοιτούσαν από τα προπολεμικά παραθύρια, πίσω από τα κάτασπρα πλεκτά κουρτινάκια της γιαγιάς, και σχολίαζαν χαμογελώντας πονηρά. Η Κατερίνα, που πήγαινε στη Δευτέρα Γυμνασίου, προσπαθούσε να τελειώσει το πλεκτό πουλόβερ που είχε αρχίσει  στα μέσα του Σεπτέμβρη, γι΄ αυτό δεν σήκωνε κεφάλι ούτε να πάρει ανάσα.

Ονειρευόταν, ανήμερα των Χριστουγέννων, στις πέντε το πρωί, όταν ο παπά-Δημήτρης Ξυδόπουλος θα  έκρουε την παλιά καμπάνα στον ιερό ναό του Αγίου Αθανασίου, του πολιούχου της Βαλύρας, να ντυθεί όμορφα και ζεστά και να συναντήσει τις φίλες και συμμαθήτριές της, που κι εκείνες με τα  καινούργια τους ρούχα θα παρακολουθούσαν την ιερή ακολουθία  της Γεννήσεως του Χριστού.

Η ευγενική και προκομμένη κόρη ήταν το τελευταίο παιδί  μίας εκλεκτής Μπιζανιώτικης οικογένειας, είχε έναν αδελφό και τρεις αδελφές, μία εξ αυτών υιοθετήθηκε από την αδελφή της μητέρας της, στο Detroit των Η.Π.Α.. Οι γονείς της ήταν σκληρά εργαζόμενοι αγρότες στα πατρικά τους κτήματα, στους ελαιώνες τον Χειμώνα και στις σταφίδες και τα σύκα το Καλοκαίρι. Είχαν κι ένα περιβόλι με αμυγδαλιές και καρυδιές, που τους έδινε ένα επιπλέον εισόδημα, μαζί με τα κηπευτικά τους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Με την κτηνοτροφία δεν ασχολούνταν επαγγελματικά, μόνο διατηρούσαν ένα άλογο για τις μεταφορές, λίγες κότες για τα φρέσκα αυγά , ένα γουρουνάκι για το παστό της χρονιάς, και δύο κατσικούλες στον κήπο, για το πρωινό γάλα των παιδιών, που έπρεπε να μην πηγαίνουν με άδειο στομάχι στο σχολείο. Ετοιμάζονταν οι μαθητές αγουροξυπνημένοι και με βιασύνη , βουτούσαν μισή φέτα ζυμωτό ψωμί στο ζεστό τους γάλα, και έκαναν πρωταθλητισμό στον κατήφορο, μέχρι να φθάσουν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Βαλύρας, για να προλάβουν το τραίνο της γραμμής Αθήνα- Καλαμάτα, που έκανε στάση πολύ κοντά στο Γυμνάσιο του Μελιγαλά.

Στο σπίτι η μητέρα με τις δύο μεγαλύτερες αδελφές της Κατερίνας, που είχαν ήδη  ολοκληρώσει τη φοίτηση  των  εγκυκλίων σπουδών τους, ετοίμαζαν δίπλες, κουραμπιέδες και μελομακάρονα και ξεφούρνιζαν χριστόψωμα στον ξυλόφουρνο, στην αυλή του παλιού τους αρχοντικού.

Εκείνη την ημέρα, ο   πατέρας  και ο αδελφός τους  απουσίαζαν από το πρωί. Είχαν πάει στο κτήμα τους, ψηλά  στο βουνό της Ιθώμης, για να  κόψουν ένα κυπαρισσόκλαδο, ένα μέτρο ψηλό, να το στολίσουν τα κορίτσια για το καλό, για υγεία, ευημερία και πρόοδο  κατά τη νέα χρονιά. 


                                Η πλούσια βλάστηση στα όρη της Εύας και Ιθώμης.  

                                    Φωτό: κ. Γιώργος Οικονομόπουλος στο Fb

Εκείνη την εποχή, δίδασκαν επιμελώς οι πάνσοφες γιαγιάδες και παππούδες τα εγγόνια τους, καθώς και οι γονείς τα βλαστάρια τους, και τα μυούσαν στα ήθη και έθιμα του τόπου μας.   Επάνω στο Χριστουγεννιάτικο δένδρο, εκτός από τα όμορφα χειροποίητα στολίδια,  κρεμούσαν για το καλό και μικρές κουλούρες, ή άλλα, με περίτεχνα σχήματα ζυμωτά στολίδια, καλοψημένα για ώρες σε χαμηλή θερμοκρασία στον ξυλόφουρνο, μέχρι να σταθεροποιηθούν.

Ανείπωτης φυσικής ομορφιάς ήταν το Χριστουγεννιάτικο δένδρο από οριζοντιόκλαδο κυπαρίσσι, ιδίως από αυτά που φύονται στον Μυλόλακκα της Βαλύρας. Ένα μεγάλο κλαδί από τους κυπαρισσώνες της Ιθώμης, κομμένο προσεκτικά, για να μην τραυματιστεί το δένδρο, ούτε να παρεμποδιστεί η ανάπτυξή του, ήταν κάθε χρόνο το ζητούμενο.

 Εκείνη την ευλογημένη ημέρα, καθώς ο ήλιος κατηφόρισε στα χρυσαφένια του παλάτια στην Αρχαία Ιθώμη, ακούστηκε το χλιμίντρισμα του Ντορή, που αν και ήταν κουρασμένος, ανέκαμψε όταν είδε τον στάβλο του καθαρισμένο  και την τροφή του να τον περιμένει, τις κατσικούλες που το κοιτούσαν χορτασμένες με απορία, ρωτώντας τον σιωπηλά γιατί άργησε, και τις κότες που είχαν κουρνιάσει νωχελικά στο κοτέτσι τους.

-Μάνα μου, δεν θα το πιστέψεις,  ψιθύρισε με αναστεναγμό ο Δημήτρης  και μάτια ορθάνοιχτα από  την αγωνία. Εκεί που έσκυβα στους φράχτες στις Χούνες για να μαζέψω σπαράγγια, καθώς ο ήλιος  κατέβαινε στο βουνό, άκουσα μία σιγανή φωνούλα κοριτσιού να μου λέει:

-Μόνος σου είσαι;

-Ποιος είναι; ρώτησα, αλλά δεν έλαβα απάντηση.

Καθώς κοίταζα τριγύρω για να δω προσεκτικά τι είναι, ένα παράξενο πουλί, που άλλο τέτοιο δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου, καθισμένο επάνω σε ένα κλαδί μίας γέρικης ελιάς, με κοιτούσε κατάματα! Φοβήθηκα και έτρεξα στον πατέρα μου, που έκοβε με το πριόνι το κυπαρισσόκλαδο. Όταν του  εξήγησα γρήγορα τι μού συνέβη, φεύγουμε..φεύγουμε , είπε. Φορτώσαμε το  κυπαρίσσι στο άλογο, ύστερα μού τράβηξε τον μαύρο σκούφο κάτω από τα φρύδια μου και τύλιξε το πρόσωπο μου με το κασκόλ του, μέχρι να φθάσουμε μέχρι το εξωκκλήσι της Παναΐτσας. Εκεί μου  τα αφαίρεσε όλα και με σταύρωσε στο μέτωπο με λαδάκι από την καντήλα της Παναγίας...ανάψαμε κεράκια και προσευχηθήκαμε.  Τι έπαθα πατέρα; τον ρώτησα, αλλά εκείνος δάγκωσε τη γλώσσα του και είπε μη μιλάς παιδί μου, μέχρι να φθάσουμε στο σπίτι μας. Δες μάνα μου, σχεδόν έλιωσαν τα σπαράγγια στα χέρια μου ... μαρμάρωσαν σφιγμένα από τον φόβο μου.

-Η μητέρα έδωσε στον γιό της να πιει αγιασμό και ετοίμασε ζεστό νερό να πλυθεί ολόκληρος.

Η ίδια σαπούνισε το κεφάλι του με σπιτικό σαπούνι, και το ξέβγαλε προσεκτικά, προσευχόμενη συνεχώς..

-Γιατί δεν μου  εξηγείτε τι  μού συνέβη; διαμαρτυρόταν με δόντια σφιγμένα ο παθών, καθώς η μητέρα του έριχνε τα ρούχα του στο μεγάλο καζάνι της αυλής και έσπρωχνε τα κούτσουρα κάτω από τη σιδερωστιά για να βράσει το νερό καλά.

-Αύριο θα πάμε πριν από τον εσπερινό να σε διαβάσει ο παπά-Ξύδης  για να μας πει τι ήταν αυτό που έπαθες,  έδωσε τη λακωνική της απάντηση.


                                 Η Βαλύρα του 1960. Φωτό: lyrasi.blogspot.com

-Δεν ήταν το πουλί που σου μίλησε παιδί μου, αλλά το πνεύμα του πονηρού που ήθελε να σε φοβίσει για να σε εξουσιάσει, απάντησε ο μακαριστός παπά-Δημήτρης Ξυδόπουλος. Τώρα, το πνεύμα το πονηρό είναι έξω από την εκκλησία και ούτε που θα σε ξαναπειράξει, τον καθησύχασε, αλλά ειλικρινά  λέγε παιδί  μου , τον ρώτησε: Τήρησες κανονικά τη νηστεία σου κατά τη Σαρακοστή;

-Όχι, δυστυχώς παππούλη, θα σας το πω, αλλά να μην το πείτε στη μητέρα μου. Πεινούσα πολύ, γι΄ αυτό πήγαινα κρυφά στο κατώγι, άνοιγα το κιούπι και έτρωγα χοιρινό παστό, μέχρι να πάψει να διαμαρτύρεται το στομάχι μου.

-Δεν θα το πω στους γονείς σου, το γεγονός ότι παραδέχεσαι το σφάλμα σου και το εξομολογείσαι βοηθάει πολύ...ο Κύριος το διαγράφει για να μπορέσεις να κοινωνήσεις. Όμως, απόψε μόνο νερό να πιεις και το πρωί να έλθεις με την οικογένειά σου στη Θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων.

Η Κατερίνα κάθισε μέχρι αργά, ήταν περασμένα μεσάνυχτα όταν ολοκλήρωσε το ράψιμο των μανικιών στο πουλόβερ της. Καθώς την πήρε ο ύπνος στο διπλό κρεββάτι που  μοιραζόταν με την αδελφή της, ονειρεύτηκε ότι δήθεν ήταν ένα γυφτάκι ορφανό και πεινασμένο, και ζούσε σε μία σκηνή που έσταζε νερό. Δίπλα της στεκόταν ο αδελφός της   κουλουριασμένος και κρύωνε. Τότε, ένας Άγγελος μπήκε μέσα στη σκηνή, κρατώντας στα χέρια “το πλεκτό πουλόβερ της Κατερίνας”, που στον ύπνο της δεν θυμόταν ποια είναι. Ο Άγγελος την ρώτησε:

- Να δώσω το πουλόβερ στον αδελφό σου τον Δημήτρη  για να μην πεθάνει από το κρύο;

Η Κατερίνα πετάχτηκε επάνω έντρομη. Σκούντησε την αδελφή της επίμονα και την ανάγκασε να ξυπνήσει.

Αφού διηγήθηκε το όνειρό της με τη μέγιστη λεπτομέρεια , επέμενε ότι δεν  ήθελε να φορέσει στην εκκλησία το μπλε σκούρο πουλόβερ με τις μπεζ ρίγες, που έπλεξε με τα κουβάρια του ξηλωμένου νήματος από τα παλιά πουλόβερ της μητέρας της, αλλά να το δωρίσει ως δώρο Χριστουγέννων στον αδελφό  τους .

-Μα δεν  κάνει στον Δημήτρη.. είναι γυναικείο και μικρό,  την  απέτρεπε η αδελφή της.

-Δεν πειράζει, ας το κρατήσει για την προίκα του, θα του το χαρίσω για καλή υγεία, επέμενε η Κατερίνα, και σηκώθηκε επάνω απότομα και αποφασιστικά. Αφού βρήκε μία χριστουγεννιάτικη χαρτοσακούλα, το έβαλε μέσα και απαθανάτισε, σε μία κάρτα εκείνης της εποχής με στολισμένες Χριστουγεννιάτικες καμπάνες, τις ολόθερμες ευχές της με αγάπη προς τον αδελφό της, για  καλή υγεία, θεία προστασία και πρόοδο  στη ζωή του.

Τούτο το πουλόβερ αποδείχθηκε ό,τι πιο τυχερό για τον κ. Δημήτρη και τον ακολουθεί μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Κάθε χρόνο, καθώς στολίζει το χριστουγεννιάτικο δένδρο με τα εγγόνια του, τους δείχνει το έργο της αδελφής του με συγκίνηση....


                  Όπως τα κυπαρίσσια στον Μυλόλακκα της Βαλύρας. Φωτό: Βικιπαίδεια

Ναι! Το συναίσθημα του Δημήτρη άνθισε και δεν πεινούσε τόσο πολύ πλέον, για να κλέβει παστό από το κιούπι τη Σαρακοστή,  γιατί οι καμπάνες της αγάπης, προσμένοντας  τη γέννηση του Κοσμοσωτήρα Ιησού Χριστού, ακόμη χτυπούν χαρμόσυνα εντός του.....

Θερμές ευχαριστίες στον κ. Γιώργο Οικονομόπουλο, μηχανικό οχημάτων και οδηγό στον Δήμο Μεσσήνης, για το φωτογραφικό υλικό από το  όρος της Ιθώμης.

 Ευλογημένα Χριστούγεννα.


Ο Θεός μαζί σας!

Ευθυμία Η. Κοντοπούλου

19/12/2023



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου