Κατά τη χρονική περίοδο 1328-1330, θεσπίστηκε το ψηλό φέσι των Τούρκων, από τον Σουλτάνο Ορχάν και κατασκευαζόταν από μαλλί ερυθρό ανοιχτό ή βαθύ και/ή λευκό χρώμα. Ήταν ψηλό, άνευ γύρου κάλυμμα της κεφαλής. Η βιομηχανία των φεσιών από τη Μαροκινή πόλη Φεζ, όπου και το όνομα του φεσιού, μεταφυτεύθηκε στη Βιέννη και από εκεί προμηθευόταν τα φέσια της, κατά τους τελευταίους χρόνους, η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Φεσοποιεία υπήρχαν στην Αθήνα και στην Κωνσταντινούπολη, επί Τουρκοκρατίας.Το φέσι των Ελλήνων διέφερε από αυτό των Τούρκων. Το Ελληνικό φέσι δεν ήταν ψηλό, αλλά τσακιστό ,όπως των ευζώνων της ανακτορικής φρουράς. Η Τουρκία κατάργησε δια νόμου το φέσι το 1925. Η ενδυμασία των Ελλήνων ανδρών ήταν όμοια κατά τις καθημερινές ημέρες, αλλά διέφερε ως προς τον στολισμό στις εορτές. Όσον αφορά τη γυναικεία ενδυμασία, χωριζόταν σε χειμερινή, καλοκαιρινή, καθημερινή, γιορτινή, νυφική και πένθιμη. Ήταν μέρος της προίκας των κοριτσιών και μάλιστα ,κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, κατασκευαζόταν διαφορετικά από αυτή των Τούρκων, και ανάλογα με την οικονομική τάξη της οικογένειας, δια νόμου . Υπήρχαν τρεις κοινωνικές τάξεις, η ανώτερη, η μεσαία και η κατώτερη, επίσης η διαφοροποίηση ως προς την ενδυμασία μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων είχε στόχο να αναγνωρίζονται αμέσως οι υπόδουλοι Έλληνες. Αν κάποια γυναίκα φορούσε ενδύματα ανώτερης τάξης από τη δική της ,της υπέβαλαν μήνυση στις Τουρκικές αρχές τα μέλη της ανώτερης τάξης (Νεοτ. Εγκυκ. Λεξ. Ηλίου, τομ. 7. σελ.975).
Κατά εκείνη την χρονική περίοδο, οι παντρεμένες ή ενήλικες γυναίκες στη Τζεφερεμίνη φορούσαν μακριά σκουρόχρωμα, με μακριά μανίκια φορέματα, κλεισμένα μέχρι τον λαιμό, και μαύρο κεφαλόδεσμο στο κεφάλι τους. Επάνω έφεραν επενδύτη μάλλινο, που τις ζέσταινε κατά τις κρύες ημέρες του χειμώνα. Τα μικρά κορίτσια ήταν ντυμένα αντίστοιχα με μακριά, ανοιχτών χρωμάτων φορέματα , με υφαντά σχέδια, και έφεραν ανοιχτόχρωμο κεφαλόδεσμο.
Ο πατέρας του βασιλέα Όθωνα, βασιλεύς Λουδοβίκος της Γερμανίας, έδωσε εντολή να διατηρηθεί η εθνική ενδυμασία των Ελλήνων, ως ιδιαίτερο γνώρισμα του Ελληνικού πολιτισμού και σύνδεση του καθολικού Όθωνα και της διαμαρτυρόμενης Αμαλίας με τους Έλληνες. Όταν ήλθε η βασίλισσα Αμαλία στην Ελλάδα ,στις 3 Φεβρουαρίου 1837, ο Όθωνας φορούσε την πιο ακριβή Ελληνική φορεσιά, που του κέντησε ο Σταύρος Κρεμμύδας (Νεοτ. Εγκυκ. Λεξ. Ηλίου, τομ.7, σελ.989).Του κέντησε εσωτερικό γιλέκι, φέρμελη από πάνω και του έραψε πολύπτυχη φουστανέλλα, με 50 μέτρα πήχεις λευκό χασέ , 400 λαγγιόλια ( λοξά κομμάτια υφάσματος) και 50 μάνες. Το λευκό πουκάμισο ήταν από 9-10 πήχεις υφάσματος. Του πέρασε κι ένα σφικτό κορδόνι για να στηρίζεται η φουστανέλλα στη ντελικάτη μέση του βασιλιά Όθωνα.
Η βασίλισσα Αμαλία υιοθέτησε τη φορεσιά των Αθηνών, η οποία στη συνέχεια μετονομάστηκε σε “Αμαλία”. Η ενδυμασία της βασίλισσας άρχισε να επηρεάζει όλες τις αστικές και νησιωτικές ενδυμασίες. Η ίδια η βασίλισσα ζητούσε στις κυρίες της αυλής να διατηρήσουν την παραδοσιακή αμφίεση που αντιπροσωπεύει τον τόπο της καταγωγής τους.
Εκείνη τη χρονική περίοδο, οι γυναίκες της Τζεφερεμίνης έραψαν και κέντησαν την Εθνική τους ενδυμασία στις μικρές κόρες τους, επίσης στις μεγάλες και ανύπαντρες, την οποία φορούσαν κατά τον εορτασμό της Εθνικής επετείου της Επανάστασης του 1821, την 25η Μαρτίου ,και σε άλλες εθνικές- εορταστικές εκδηλώσεις. Σεμνές εκ φύσεως, ντροπαλές κοινωνικά και βαθιά θρησκευόμενες, δεν θέλησαν το Εθνικό- αντιπροσωπευτικό ένδυμα της τότε Τζεφερεμίνης, να έχει προκλητικό χαρακτήρα, αλλά να τονίζει περισσότερο την Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση του τόπου. Γι΄ αυτό το κοντογούνι δεν ήταν ανοιχτό πολύ μπροστά, για να αναδεικνύονται τα “γάλατα” όπως τα έλεγαν οι γιαγιάδες μας, τα στήθη των κοριτσιών, μέσα από το λευκό πουκάμισο, αλλά επάνω στο σεμνό λευκό τρίγωνο του πουκαμίσου να λάμπει ο χρυσός βαπτιστικός σταυρός τους. Δεν κάλυπταν με χρυσά φλουριά το στέρνο τους, όπως οι Μεγαρίτισσες, ούτε είχε βαθύ στρογγυλό κόψιμο το κοντογούνι τους, όπως των κοριτσιών στον Μυλοπόταμο της Κρήτης. Κι όταν είδαν σε γκραβούρα τη βασίλισσα Αμαλία με άνοιγμα στο στέρνο στο λευκό της πουκάμισο και πολύ ανοιχτό το κοντογούνι μπροστά, επίσης ότι είχε γουνίτσα στην παρυφή, είπαν “αυτά είναι για τους βασιλιάδες, όχι για εμάς”.
Η Βασίλισσα της Ελλάδας ΑμαλίαΦωτο: Ιστορικό αρχείο καθ. Ιωάννη Δ. Λύρα.
Εκείνο στο οποίο δεν υποχώρησαν μέχρι και το 1980, ήταν η φούντα των γυναικών. Και αυτό γιατί είχαν διατηρήσει τις παλιές-ωραίες φούντες στα σεντούκια τους. Αυτές δεν τις πούλησαν ,γιατί δεν γνώριζαν οι ίδιες πώς να τις κατασκευάσουν .Το στέλεχος της φούντας ήταν από λεπτές άσπρες χάντρες, περιτυλιγμένες οριζόντια πάνω σε χοντρό κορδόνι, το οποίο στο κάτω μέρος άνοιγε στα τρία και έδενε 3-5 φορές, σαν πλεξίδα. Η κόμη της φούντας ήταν κατασκευασμένη από σκούρα μπλε, χονδρή μεταξωτή κλωστή. Αυτές ήταν πολύ παλιές φούντες, πριν από το 1900 ,τις οποίες κατασκεύαζαν έμπειροι τεχνίτες. Μετά το τέλος της δεκαετίας του 1980, οι γυναίκες δεν ύφαιναν πλέον και σταδιακά άρχισαν να μη κεντούν.
Πάραυτα, με ενθουσιασμό ψυχής, και συναίσθηση του χρέους τους προς την παράδοση του τόπου μας, τιμούν με τη πίστη τους στον Θεό, την ευγενική παρουσία τους, το ήθος, και τη σχολική τους πρόοδο την εορταστική παράδοση του τόπου μας, και όχι λίγες εξ αυτών έχουν σηκώσει την Ελληνική Σημαία στη Βαλύρα.
ΧΡΟΝΙΑ ΣΑΣ ΠΟΛΛΑ!
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
23/3/2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου