ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΜΠΑΡΜΠΑΓΙΑΝ
Ιωάννης Καποδίστριας. Φωτο: ΒικιπαίδειαΕισαγωγή
Έθνος Ελληνικό, χωρίς γένος Ελληνικό είναι αδύνατον να υπάρξει, όπως είναι αυτονόητο. Ποια είναι όμως εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, κληρονομικά, περιβαλλοντικά, σωματικά, νοητικά, ψυχικά ,πνευματικά, γλωσσικά, πολιτισμικά, κοινωνικά κ.α. τα οποία χαρακτηρίζουν το γένος των Ελλήνων; Ένας μεγάλος Έλληνας της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας υπήρξε αδιαμφισβήτητα ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο “Μπαρμπαγιάν” του Ελληνικού λαού. Μέσα από τις δράσεις του σε θρησκευτικό, πολιτικό, και κοινωνικό επίπεδο, διαπιστώνουμε τις ιδιαίτερες πτυχές του χαρακτήρα ενός γνήσιου τέκνου της Ελλάδας, και την άρρηκτη σύνδεσή του με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Ο Ιωάννης Καποδίστριας αφιέρωσε την ύπαρξή του ολόκληρη στην υπηρεσία του έργου του Θεού, υπέρ των σκλαβωμένων Ελλήνων, και τιμήθηκε ως μάρτυράς τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, επάνω στον Σταυρό, τον οποίο αγόγγυστα, σε δύσκολους και σκοτεινούς καιρούς, τόλμησε και σήκωσε ο ίδιος.
Ιστορικές μαρτυρίες της θεάρεστης προσωπικότητας και της δράσης του Ιωάννη Καποδίστρια:
Ο Καποδίστριας είχε προχωρήσει πνευματικά, κατά την Ορθοδοξία, και είχε φθάσει σε στάδιο προσωπικής λιτότητας , αυταπάρνησης και ατομικής θυσίας ,για την επίτευξη του ιερού σκοπού της εδραίωσης του Ελληνικού Κράτους, μέσα από τα ερείπια των τετρακοσίων ετών σκλαβιάς , τα οποία άφησαν πίσω τους οι δυνάστες του σκλαβωμένου λαού και η αιμοτοκυλισμένη Επανάσταση του 1821.Επιθυμούσε παράλληλα την άνοδο της αυτογνωσίας και ανιδιοτελούς προσφοράς προς τη μητέρα Ελλάδα και από τους νεότερους Έλληνες, γι΄ αυτό τους προσκαλούσε όλους βοηθούς του στο θεάρεστο και άκρως αναγκαίο πολιτικό και κοινωνικό έργο του.
Το σωτήριον έτος 1828, όπως διηγείται ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, (1) πήγε στην Αίγινα ο νεαρός Γεώργιος Μαυρομιχάλης να επισκεφθεί τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Φόρεσε τη λαμπρότερη ενδυμασία του, βουτηγμένη στο μάλαμα. Γελούσαν τα φορέματά του, γελούσε και η καρδιά του, γιατί ο νέος είχε κλίση προς τον Κυβερνήτη. Τον δέχτηκε εκείνος ,ως πατέρας τον γιο του, αλλά του είπε:
-Δεν σε επαινώ για τα φορέματά σου· και πριν πατήσω τα χώματα τα Ελληνικά, και αφού ήλθα και είδα και βεβαιώθηκα, είναι καιροί που πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερμάτινη (να είμαστε λιτοί όπως οι μεγαλόσχημοι μοναχοί εννοούσε) και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο (όπως ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ,με τον λόγο του Θεού να πορευόμαστε).
Γιε του Μαυρομιχάλη, για να με τιμήσεις ήλθες ομορφοστολισμένος· το εννοώ και σε αγαπώ, γι΄ αυτό και σου ανοίγω την καρδιά μου. Είδα πολλά στη ζωή μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ στην Αίγινα, δεν είδα παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μη το δει. Ζήτω ο Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας, φώναζαν αναμαλλιασμένοι οι άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τις σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημά μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος. Η γη βρεχόταν από δάκρυα, βρεχόταν η μυρτιά, η δάφνη του στολισμένου δρόμου από τον γιαλό στην Εκκλησιά. Ανατρίχιασα, μου έτρεμαν τα γόνατα , η φωνή του λαού έσχιζε την καρδιά μου. Μαυροφορεμένες, γέροντες μου ζητούσαν να αναστήσω τους αποθαμένους τους, μανάδες μού έδειχναν στο βυζί τα παιδιά τους και μου έλεγαν να τα ζήσω. Είθε οι νέοι της Ελλάδας να είναι βοηθοί μου και πρώτος εσύ. Μη φορείς πολυτελή φορέματα , αταίριαστα με την ένδεια των πολλών και κεφάλαιο θαμμένο, αχρησίμευτο. Η απόκτησή του είναι αφορμή κακών ορέξεων και πράξεων( εννοούσε όπως λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος). Μη θέλεις άλλο στολίδι και καύχημα, παρά μόνο ότι είσαι από οικογένεια δοξασμένη, που τόσο έχυσε αίμα ανδρειωμένο για την αναγέννηση και την ελευθερία της πατρίδας.
Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης, όταν έσμιξε κατ΄ εκείνη την ημέρα με έναν φίλο του, του περιέγραψε το γεγονός και πρόσθεσε: “Σήμερον ο Κυβερνήτης με έκανε να εντραπώ”.
Αυτή ήταν η ταπεινότητα, ο ηθικός πλούτος και η θρησκευτικότητα του μεγάλου Έλληνα, του χρηστού και αιωνίως εσταυρωμένου υπέρ της Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα πώς εξελίχθηκαν από τον Ιούνιο του 1814 έως και την 27η Σεπτεμβρίου 1831, τη σκοτεινή εκείνη Κυριακή της δολοφονίας του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας.
Όπου βρισκόταν, όπου πατούσε, και όποιον συναντούσε, με τον ευγενικό και διπλωματικό του τρόπο, αλλά και με την ειλικρίνεια της ψυχής του, προωθούσε τα Ελληνικά συμφέροντα. Η επιτυχία του να εισακουστεί στην Ευρώπη και στη Ρωσία ήταν ο πρωταρχικός του στόχος και κάθε μικρή ή μεγάλη του επιτυχία , σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, υπέρ των Ελλήνων, ήταν μία ανάσα σωτηρίας. Ο Ελληνικός λαός και ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ένα και το αυτό. Ήταν εμποτισμένος ολόκληρος από το αίμα της Ορθοδοξίας, με πίστη και έργα υπηρετούσε την Παναγιά, την Ελληνίδα μάνα του. Υπέφερε γιατί υπέφεραν οι συμπατριώτες, τα αδέλφια του, πονούσε γιατί πονούσαν, θρηνούσε μια ολόκληρη ζωή, γιατί η ζωή των σκλαβωμένων Ελλήνων ένας θρήνος ήταν. Μέσα του κουβαλούσε τον θεάρεστο πατέρα, τον “Μπαρμπαγιάν” των Ελλήνων, ο οποίος προσέφερε υπηρεσίες στους Ευρωπαίους ή στη Ρωσία, με απώτερο σκοπό την ευαισθητοποίηση και ανταπόδοση , εκ μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων, σε ευεργεσίες προς τον σκλαβωμένο Ελληνικό λαό. Παράλληλα κατανοούσε ότι ο καταπονημένος Ελληνικός λαός δεν πρέπει με κανένα τρόπο να περιέλθει σε κατάσταση λήθης και να εξομοιωθεί με τους εχθρούς του γένους του. Η Ελληνική παιδεία, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, και η θεάρεστη μόρφωση των Ελληνοπαίδων για να μπορούν να σταθούν στα πόδια τους και να αντιμετωπίσουν τους σύγχρονους κολοσσούς της Ευρώπης και της Ρωσίας ,ήταν πρωταρχικό μέλημα του Ιωάννη Καποδίστρια. Γι΄ αυτό συνέβαλε, με όλες του τις δυνάμεις, προς αυτή την κατεύθυνση.
Την 1η Οκτωβρίου 1814, σε συνέδριο στη Βιέννη, γράφει ο Ιωάννης Καποδίστριας(2):
“Επέτυχα να θέσω υπ΄ όψιν του Τσάρου την αξιοθρήνητον θέσιν των Ορθοδόξων της Ανατολής”. Ο Αλέξανδρος Α΄ έδωσε αόριστες υποσχέσεις. Σε καταλληλότερη στιγμή ο Καποδίστριας είπε στον αυτοκράτορα ότι “η Ρωσία μεριμνούσα υπέρ των Ελλήνων της Επτανήσου, θα ηδύνατο να ελπίση περί καλυτέρου μέλλοντος” αλλά ο αυτοκράτορας δεν απέβλεπε στη Ρωσική προστασία επί της Επτανήσου. Ο Καποδίστριας αρκέστηκε σε αρωγές υπέρ των πτωχών, υπέρ των Ελλήνων που διψούσαν για παιδεία. Έρανος έγινε στη Βιένη , στον οποίο μετείχαν ο Τσάρος και η αυτοκράτειρα και άλλοι εστεμμένοι, και το ποσό απεστάλη για τα σχολεία των Αθηνών, και για την ίδρυση Σχολής στο Πήλιο. Η Εταιρία των Φιλόμουσων συνδέεται με αυτή την υπόθεση (2).
Την 5η Νοεμβρίου 1815, με τη συνθήκη των Παρισίων, ο Καποδίστριας πέτυχε να αναγνωριστεί η ελευθερία της Επτανήσου (2). Δέχτηκε τη προστασία της Μ. Βρεττανίας, για να αποσοβήσει την ανάθεση στην Αυστρία. Ο Τσάρος εξέφρασε την ευαρέσκειά του και τον διόρισε γραμματέα της αυτοκρατορίας (υπουργό εξωτερικών). Ο Καποδίστριας τόλμησε να παρατηρήσει ότι οι Έλληνες βλέποντες έναν ομογενή τους πλησίον του αυτοκράτορα ίσως σχηματίσουν υπερβολικές ελπίδες. Ο Αλέξανδρος ενθάρρυνε τον Καποδίστρια και του ανέθεσε τη διεξαγωγή των υποθέσεων που αφορούσαν τους Έλληνες. Τον διορισμό του προσπάθησε να αποσοβήσει ο καγγελάριος Μέττερνιχ, της Αυστρίας, που τον μισούσε για τα φιλελεύθερα αισθήματά του.
Η διπλωματική προσέγγιση του Ιωάννη Καποδίστρια, η ευελιξία της σκέψης του και η αναγωγή των πράξεών του σε ότι αφορά την επίλυση του Ελληνικού ζητήματος, ήταν μοναδική και αξιοθαύμαστη.
Σε διαπραγματεύσεις της Συνθήκης των Παρισίων, ο Καποδίστριας επεδίωξε να μη εξασθενίσει πολύ η Γαλλία, πράγμα το οποίο θα ζημίωνε τη Ρωσική πολιτική(2). Ο βασιλεύς της Γαλλίας Λουδοβίκος ο ΙΗ΄ θέλησε από ευγνωμοσύνη να δωρίσει στον Καποδίστρια σημαντικό χρηματικό ποσό, αλλά το αρνήθηκε και ζήτησε να σταλούν στις βιβλιοθήκες της Επτανήσου, όσα βιβλία ήταν σε δύο αντίτυπα στις Γαλλικές βιβλιοθήκες, για την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων.
Τρισυπόστατη είναι η απάντηση του Έλληνα διπλωμάτη προς τον Βασιλέα Λουδοβίκο ΙΗ΄. Πρώτον, δεν δωροδοκούμαι, άρα δεν υποβιβάζω το κύρος μου. Δεύτερον, γνωρίζω την κενοδοξία της Γαλλίας ότι θέλει να καθιερωθεί ως παγκόσμια γλώσσα η Γαλλική, καθώς και η Γαλλική κουλτούρα και προτείνω κάτι το οποίο δεν θα σας αφήσει αδιάφορο βασιλέα. Τρίτον, στο πλαίσιο της ανώτερης μόρφωσης των Ελληνοπαίδων, η Γαλλική γλώσσα είναι ένα σημαντικό “επαγγελματικής φύσεως” προσόν, για να ανοίξει πόρτες στην Ευρώπη.
Τον Καποδίστρια δεν τον ενοχλούσε μόνο ο πόλεμος εναντίον των Τούρκων, αλλά και οι αλληλοσφαγές , ο εμφύλιος πόλεμος που συνήθως προκύπτει, ως επακόλουθο ενός μεγάλου πολέμου. Δεν ήθελε το Ελληνικό γένος να αποδεκατιστεί, να σταυρωθούν ψυχί τε και σώματι οι Έλληνες και ο τόπος να βαφτεί στο αίμα. Και μόνο που σκεπτόταν ο θεοσεβούμενος Καποδίστριας , ο γιος της Ελληνίδας Παναγιάς, ένα τέτοιο σενάριο, ήταν απόλυτα αντίθετος με την ιδέα της επανάστασης και ούτε ήθελε να είναι μέτοχος σε ένα τόσο επικίνδυνο εγχείρημα, σε κανένα, επαναστατικής φύσεως, τόλμημα. Άλλωστε, δεν είναι αυτό το ιδίωμα ενός φιλειρηνικού Χριστιανού Ορθοδόξου. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γύρισε την παρειά Του από την άλλη, όταν τον ράπισαν. Το “αμύνεσθε υπέρ Πατρίδος” για τον Ιωάννη Καποδίστρια αφορούσε τη “μεγάλη πολιτική αρένα”, όπου υπηρετούσε τα συμφέροντα της Ελλάδας με όλο του το είναι, καταπιέζοντας αφόρητα κάθε προσωπική του επιθυμία, σε περίοδο θρήνου, όπως άλλωστε έλεγε ο ίδιος, και ευελπιστούσε ότι αναίμακτα θα αποκτηθεί η ελευθερία του τόπου.
Ο Καποδίστριας απέρριψε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρίας, γιατί δεν πίστευε στη βία και δεν ήθελε να εμπλέξει σε κινδύνους τους Έλληνες και την Ελλάδα (2). Πίστευε ότι η Ελληνική Επανάσταση θα αποτύγχανε, διότι θα αντιμετώπιζε την εχθρότητα των Μεγάλων Δυνάμεων. Είχε τη γνώμη για να αποκτήσει ελευθερία ο Ελληνικός λαός έπρεπε προηγουμένως να μορφωθεί. Τη σημασία την οποία απέδιδε στην παιδεία, μαρτυρεί το γεγονός ότι είχε μελετήσει το παιδαγωγικό σύστημα του Πεσταλότσι και το εκπαιδευτικό σύστημα του Φέλλεμπεργκ στην Ελβετία και επεδίωκε κατόπιν να τα εφαρμόσει στην Ελλάδα (2).
Κάθε νίκη του πολιτικά, ήταν νίκη της ίδιας της Ελλάδας. Αλλά κι όταν τα βέλη των αντιπάλων του αποσταθεροποιούσαν την θέση του, εκείνος, με τις κατάλληλες κινήσεις ,σε διπλωματικό - πολιτικό επίπεδο, κέρδιζε έδαφος και συνέχιζε ακάθεκτος το έργο του, “να εισακουστεί και να κινητοποιηθούν οι Μεγάλες Δυνάμεις για την εδραίωση του Ελληνικού Κράτους”.
Τον Αύγουστο του 1822, έχασε την ισχύ του προς τον Τσάρο, λόγω επηρεασμού του αυτοκράτορα από τον Αυστριακό καγγελάριο Μέττερνιχ (2). Ο Καποδίστριας αποχαιρέτισε τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄ και πήγε στη Γενεύη. Στην Ελβετία πολυειδώς υπηρέτησε τον Ελληνικό αγώνα (3). Σύναπτε σχέσεις με επιφανείς Ευρωπαίους φιλέλληνες, ιδίως στη Γενεύη με τον τραπεζίτη Εϋνάρδο. Διέμενε σε δύο μικρά δωμάτια, ταπεινού οίκου και είπε στην Καρλόττα ντε Σορ, γνωστή συγγραφέα, όταν τον συνάντησε (2):
- “Σας φαίνεται ίσως κυρία ότι κατοικώ εδώ, αλλά μαντεύετε ότι, εφ΄ όσον κρούω τας θύρας των δυνάμεων να ελεήσουν τους πεινώντας και σφαζομένους αδελφούς μου, δεν μού επιτρέπεται να δαπανώ μετά του υπηρέτη μου περισσότερα των 5 φράγκων ημερησίως”.
Ο Έλληνας Ιωάννης Καποδίστριας έλαμπε σωματικά, νοητικά, ψυχικά και πνευματικά. Όπου βρισκόταν, με όποιον μιλούσε, με όποιον κι αν συναναστρεφόταν, ήταν αντικείμενο θαυμασμού.
Τον Μάιο του 1824, στη Γαλλική πρωτεύουσα που μετέβη ο Καποδίστριας, ο διάσημος Γάλλος συγγραφέας Βιλλεμαίν έγραψε (2): “Αν υπάρχει στον κόσμο ευγένεια καταγωγής, σφραγισμένη από την λεπτότητα της φυσιογνωμίας, την ευφυή καθαρότητα του βλέμματος, τη χαριτωμένη απλότητα των τρόπων, την αυτόματη κομψότητα του λόγου σε διάφορες γλώσσες, κανένας είναι περισσότερο ευπατρίδης από τον κόμιτα Καποδίστρια”. Αυτό ακριβώς ήταν το ζητούμενο και για όλα τα Ελληνόπουλα, τα παιδιά της μεγάλης καρδιάς του Ιωάννη Καποδίστρια.
Όσο καλός διπλωμάτης βέβαια κι αν ήταν, όσο πιστός στις υπηρεσίες του τσάρου Αλεξάνδρου Α΄ , αφού είχε δώσει όρκο να προσφέρει τις υπηρεσίες του και ως έντιμος και θεοσεβής εργαζόμενος ουδέποτε τον παραβίασε, ένα δεν μπορούσε επιμελώς να κρύψει, γιατί φεγγοβολούσε στο βλέμμα του , μεταδιδόταν από την παρουσία του, τον γλυκύ λόγο του και την πατριωτική ανάσα του. Ήταν η αγάπη του και το ανιδιοτελές μέλημά του για την πατρίδα, τη δική του μοναδική μάνα “Ελλάδα του”. Αυτό σημαίνει Έλληνας. Να αγαπά τη μάνα του περισσότερο από τον εαυτό του. Γι ΄αυτό και ο Μπαρμπαγιάν, ήταν αδιαμφισβήτητα ο θεάρεστος πατέρας των Ελλήνων.
Τον Ιανουάριο του 1826 μετέβη στη Βέρνη για να δώσει όρκο πίστεως στον νέο αυτοκράτορα Νικόλαο Α΄ και να παραστεί στο μνημόσυνο του Αλεξάνδρου Α΄ (2).
Στη συνέχεια, τον Μάιο μετέβη στη Γαλλική πρωτεύουσα για να συναντηθεί με τον πρεσβευτή της Ρωσίας Πότζο ντι Μπόργκο. Τον επισκέφθηκαν ο δούκας Δεκάζ, ο δούκας ντι Σουαζέλ και ο πρίγκιπας Ταλλεϋράνδος (2).
Πειστήκαμε, είπαν, ότι “οι εμπιστευτικές του συνομιλίες περιστράφηκαν σε θέμα μαντευόμενο, τα Ελληνικά συμφέροντα. Τα πάντα πιστοποιούν ότι ο Καποδίστριας...από μακρού κατευθύνει τις υπέρ των ομοεθνών του προσπάθειες, τόσο στην πατρίδα του, όσο και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες”.
Ήταν στη Γαλλία όταν έμαθε για τη πτώση του Μεσολογγίου. Ζήτησε την εκδήλωση συμπάθειας και την ενίσχυση των Ελλήνων(2). Το Ελληνικό ζήτημα ανακινήθηκε κατ΄ επανάληψη στη Γαλλική Βουλή. Παράλληλα συνάντησε τον Λεοπόλδο του Σαξονικού Κοβούργου κατ΄ επανάληψη, ο οποίος αρνήθηκε το προσφερθέν σε αυτόν Ελληνικό στέμμα. Η φιλοτουρκική πολιτική των Τόρεω της Αγγλίας και του βασιλέα Γεωργίου Δ΄, μαζί με την Υψηλή Πύλη, καθόριζαν την τύχη της Ελλάδας (3). Αρχικά η υψηλή Πύλη είχε ζητήσει βασιλέα για την Ελλάδα Χριστιανό Ορθόδοξο και όχι από τα βασιλικά σαλόνια της Ευρώπης. Στη συνέχεια αποδέχτηκε τον Λεοπόλδο, παράλληλα η Αγγλία φρόντισε τα σύνορα της Ελλάδας να περιοριστούν, προς όφελος των Τούρκων, επίσης έλαβε αδρή χρηματική ενίσχυση για τα χαμένα της εδάφη η Τουρκία.
Στις 14 Απριλίου το 1827, η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας, εξέλεξε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδας, γιατί ήταν ο επικρατέστερος υποψήφιος ως Έλληνας του εξωτερικού με υψηλή θέση (3). Τον Μάιο πήγε στη Ρωσική πρωτεύουσα για να εκκαθαρίσει τη θέση του και να θέσει τον εαυτόν του στην υπηρεσία της Ελλάδας (2).
Το οικόσημο της οικογένειας Καποδίστρια (περιλαμβάνει ισοσκελή σταυρό, τρία οκτάκτινα κινούμενα άστρα και εννεάκτινο στέμμα, με πέντε λίθους, και παραπέμπει στη Θεοτόκο ως οδηγήτρια).Απαλλαγμένος πλέον νομικά από τις υπηρεσίες του προς τη Ρωσική κυβέρνηση, ανέλαβε με μεγάλη ψυχική χαρά, αλλά και ευθύνη, δοξάζοντας τον Θεό, τα καθήκοντά του, ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας. Κινήθηκε όσο κανένας άλλος για την οικονομική ενίσχυση του νεοσυσταθέντος Ελληνικού Κράτους, το οποίο κυριολεκτικά έπρεπε να ορθοποδήσει από το μηδέν.
Μετά τη συνθήκη της 6ης Ιουλίου, 1827, ο Καποδίστριας είχε λάβει το ψήφισμα της Ελληνικής Εθνοσυνελεύσεως και το πληρεξούσιο της σύναψης δανείου 5 εκατομμυρίων διστήλων, με υποθήκη την Εθνική γη (2) . Μετέβη στο Λονδίνο, όπου τον δέχτηκε ψυχρά ο Τουρκόφιλος βασιλεύς Γεώργιος Δ΄, ο οποίος έγραψε προς τον Ρώσο πρέσβη:
“Δεν αγαπώ τους επαναστάτες...Μέλλει να περιπλεχθή σε δύσκολη υπόθεση”.
Στις 26 Αυγούστου έγραψε στον πρόεδρο της Εθνοσυνελεύσεως Σισίνη ότι αποδέχεται την τιμή της Κυβερνήσεως της Ελλάδος(2). Έστειλε υπόμνημα προς τις Μεγάλες Δυνάμεις για οικονομική ενίσχυση γράφοντας:
“Επί τρία ήδη έτη οι Έλληνες αμύνονται στηριζόμενοι επί του Χριστιανικού ελέους· χέρσος διαμένει η χώρα στην Πελοπόννησο, στην Αττική και στη Δυτική Ελλάδα αφ΄ ότου οι Αιγύπτιοι υπό του Ιβραήμ πασσά σπείρουν εκεί τον όλεθρο και τον θάνατο...Οι πόλεις, οι κόμες και τα χωριά καταρειπώθηκαν· χωρίς πρόθυμη αρωγή οι Έλληνες θα υπέκυπταν καθ΄ ήν ώρα συνέρχονται όπως σώσουν τους εαυτούς τους”. Για την παροχή δανείου χρειαζόταν εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Από το Λονδίνο ο Καποδίστριας πήγε στο Παρίσι, όπου έλαβε διάφορα ποσά εκ μέρους των Φιλελλήνων.
Την 19η Ιανουαρίου 1828, το φρούριο του Ναυπλίου χαιρέτισε με 15 κανονιοβολισμούς το πλοίο, το οποίο μετέφερε τον Κυβερνήτη (2). Την Κυριακή μετέβη στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, όπου τελέστηκε δοξολογία.
Την 20η Ιανουαρίου 1828, ο Καποδίστριας ανέλαβε τη διακυβέρνηση και διακήρυξε ότι κύριος σκοπός του ήταν “ η εξαγωγή της Ελλάδος από την ολέθρια απομόνωση, όπως το ταχύτερο απολαύση της εκ Λονδίνου συνθήκης ωφελημάτων και δυνηθή να προσδιορίση σε αυτή χρηματική επικουρία από τις συμβαλλόμενες Δυνάμεις. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται να καταλυθεί η υφισταμένη αναρχία” (2).
Στις 23 Ιανουαρίου του 1828, συνοδευόμενος ο Κυβερνήτης από τον γραμματέα της επικρατείας Σπ. Τρικούπη και τους τους Προβούλους (προϊσταμένους) του “Πανελληνίου”, από τους αξιωματικούς και στρατιωτικούς στην Αίγινα, μετέβη στον Μητροπολιτικό ναό και ορκίστηκε να εκπληρώσει τα υπό του κράτους διαπιστευθέντα σε αυτόν καθήκοντα (2).
Ποια όμως ήταν ουσιαστικά η αναρχία, την οποία τόνισε στον λόγο του ο Κυβερνήτης, αν όχι τα προσωπικά συμφέροντα των απίστων, εκείνων που δεν κατόρθωσαν να παραμερίσουν τους ιδιοτελείς σκοπούς τους για να ανθίσει η μάνα γη των Ελλήνων; Η εσωτερική διχόνοια, η φαγωμάρα ,για λόγους άσχετους προς τον Θεό και την πρόοδο της Ελλάδας, είναι ανέκαθεν ο αντίποδας στα θεάρεστα έργα που προκύπτουν στον τόπο μας. Όπως αναφέρει ο Ν. Δραγούμης (3), έβλεπαν θαύματα μέσα σε είκοσι ημέρες. Ο Κυβερνήτης πάταξε την αναρχία και προσέδωσε επάρκεια στο Δημόσιο ταμείο, για την κάλυψη των δημοσίων υπηρεσιών. Έπληξε τη πειρατεία με τα τελεσφόρα μέτρα και τη προσπάθεια του ναυάρχου Μιαούλη. Φρόντισε για τη γεωργία (3).
Ο λαός τον ακολούθησε γιατί διψούσε για ησυχία και ειρήνη. Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν υπόδειγμα άνδρα εργαζόμενου με αυταπάρνηση υπέρ των κοινών. Η μόνη κατοικία του ήταν το κυβερνητικό γραφείο (3). Μελετούσε διαρκώς τα διοικητικά ζητήματα κάθε ημέρας, έδινε ακροάσεις σε όλους, επίσημους και ανεπίσημους, πλούσιους και φτωχούς και κρατούσε σημειώσεις. Περιόδευε το κράτος με τη συνοδεία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και προνοούσε για όλους. Η αφιλαργυρία του ήταν ανεπανάληπτη. Φρόντισε τη Δημόσια Εκπαίδευση, με βάση μία ανώτερη υγιή εκπαίδευση και τη θεωρούσε ως το ηθικότερο στοιχείο για τη μόρφωση του λαού. Ανέγειρε δημοτικά σχολεία , ίδρυσε Μουσείο και ειδικό Γυμνάσιο στην Αίγινα. Στο Γυμνάσιο στην Αίγινα δίδασκαν ο αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Δούκας και ο διδάσκαλος του γένους Γεώργιος Γεννάδιος (3).
Τα μελανά σημεία της διακυβέρνησης του Καποδίστρια, όχι για τον λαό, αλλά για τις ανώτερες τάξεις, ήταν η συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του. Τον κατηγόρησαν, γιατί αφού απέλυσε τη Συνέλευση δεν την συγκάλεσε ενωρίς στη συνέχεια και δεν διέταξε εκλογές πριν τον Ιούλιο του 1829(3).
Την Άνοιξη του 1829 διεξάχθηκαν εκλογές Εθνικής Συνελεύσεως (2). Κατά τις παραμονές των εκλογών οι φίλοι της Κυβέρνησης συνιστούσαν στους εκλογείς να εκλέξουν ως γενικό πληρεξούσιο τον Κυβερνήτη, ισχυριζόμενοι ότι δεν υπήρχε ανάγκη Εθνικής Συνελεύσεως, πράξη η οποία καταλογίστηκε σε βάρος του Κυβερνήτη. Το Άργος και άλλα τμήματα της χώρας εξέλεξαν πληρεξούσιο τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος συγκάλεσε το “Πανελλήνιον”, το οποίο αποδοκίμασε τα γεγονότα. Νέες εκλογές διεξάχθηκαν στις περιφέρειες και η Συνέλευση συγκροτήθηκε με μεγάλη πλειοψηφία φίλων του Καποδίστρια. Η Συνέλευση το 1829 εγκαινίασε τις εργασίες στο Άργος και ο Κυβερνήτης λογοδότησε ενώπιον της. Εκεί κατηγορήθηκε ότι δεν έδωσε πλήρη αναφορά για όλα τα πεπραγμένα (2 και 3). Καταργήθηκε το Πανελλήνιο και συγκροτήθηκε γερουσία από 21 μέλη, τους οποίους εξέλεξε ο Κυβερνήτης από κατάλογο που ψήφισε η Συνέλευση, με προηγούμενη υπόδειξη τριών υποψηφίων υπό ενός εκάστου πληρεξουσίου και από 6 εκλεγμένους απ΄ ευθείας από τον Κυβερνήτη. Κατά τη συγκρότηση της γερουσίας, η παράλειψη του Αλ. Μαυροκορδάτου προκάλεσε την παραίτηση των μετ΄ αυτού συμπραττόντων στην αντιπολίτευση κατά του Καποδίστρια, δηλαδή του Γ. Κουντουριώτη και του Ανδρέα Μιαούλη και τις μοιραίες αρνητικές και ασύλληπτες αντιδράσεις που ακολούθησαν και οδήγησαν την Ελλάδα στον όλεθρο.
Ο Καποδίστριας έπρεπε να στηριχθεί από όλες τις δυνάμεις του τόπου, σε μία περίοδο όπου ο ίδιος αγκομαχούσε στη διεθνή πολιτική αρένα για τα σύνορα της Ελλάδας και ανόρθωνε τον τόπο από τα ερείπια. Η ανιδιοτελής προσφορά του Καποδίστρια προς την πατρίδα και η ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό, είναι χαρακτηριστική κατά αυτή την χρονική περίοδο.
Η Συνέλευση εξέδωσε διάφορα διατάγματα περί οργάνωσης στρατού και ναυτικού, περί νομίσματος με το όνομα του Κυβερνήτη, περί ανέγερσης ναού του Σωτήρος, ως ευχαριστήριο στον Χριστό που έσωσε την Ελλάδα από τους κινδύνους, και για ετήσια χορηγία προς τον Κυβερνήτη(2) .Ο Καποδίστριας ουδέποτε χρηματίστηκε. Τη χορηγία αυτή την απέρριψε λέγοντας, “η Ελλάς δεν είναι εις θέσιν να διατηρή άρχοντας μετ΄ επιχορηγήσεων”(3). Ήταν υπέρτατο χρέος του να υπηρετήσει τον Θεό και την πατρίδα του αμισθί. Δεν υπήρχαν εκείνη την περίοδο χρήματα . Ακόμη και εκείνοι που επισκεύασαν την κατοικία στην οποία κατέληξε ο Κυβερνήτης, είχαν μείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα απλήρωτοι (2). Δυο πλοία είχε η Ελλάδα, τη φρεγάτα Ελλάς και την κορβέτα Ύδρα και αυτά δεν είχαν εφόδια. Καθυστερούσαν οι μισθοί του Νομοθετικού. Ο στρατός δεν είχε πολεμοφόδια, ούτε ναυτικό. Το κράτος ξεκινούσε από την αρχή.
Το 1830, η διάσκεψη των τριών Δυνάμεων στο Λονδίνο , με τη συγκατάθεση της Υψηλής Πύλης των Τούρκων, κήρυττε ανεξάρτητο κράτος την Ελλάδα (3).
Με το πρωτόκολλο του Λονδίνου έμειναν εκτός συνόρων του Ελληνικού Κράτους η Κρήτη, η Σάμος και οι πέραν του Αχελώου επαρχίες. Ο Καποδίστριας ζητούσε μία λογικότερη συνοριακή μεταρρύθμιση και δεν παρέλειπε να περιγράφει την τραγική κατάσταση της Ελλάδας (2). Ο Λεοπόλδος αποδέχτηκε την εκλογή του ως βασιλεύς της Ελλάδας, από την Υψηλή Πύλη και τις Μεγάλες Δυνάμεις (3).
Δεν ήταν εύκολο για τον ευπατρίδη Καποδίστρια να αποδεχτεί ψυχικά τον γάμο της μάνας του με το “φιλότουρκο Αγγλικό στέμμα” άνευ απαράβατων όρων. Η μάνα Ελλάδα πρωτίστως είναι Χριστιανή Ορθόδοξος και δεύτερον , άνδρας της είναι εκείνος που θυσιάζει την ίδια τη ζωή του στην υπηρεσία της. Ο Καποδίστριας έφερε τον Λεοπόλδο ενώπιον των ευθυνών του και εκείνος ,επόμενο ήταν να ζυγίσει τα προσωπικά του συμφέροντα και να αρνηθεί. Κόκκινα χαλιά για να του στρώσουν να τον υποδεχτούν οι Έλληνες δεν υπήρχαν. Θα έπρεπε να γονατίσει και να φιλήσει τα αιματοβαμμένα Ελληνικά χώματα και να προσφέρει τον ίδιο τον εαυτό του. Δεν έθεσε όμως ο Καποδίστριας τον Λεοπόλδο ηθικά προ των ευθυνών του για ιδιοτελείς, προσωπικούς του λόγους, για συνεχίσει να κυβερνά ο ίδιος, όπως τον κατηγόρησε η αντιπολίτευση, αφού ως Κυβερνήτης της Ελλάδος δεν ήταν τίποτα άλλο , παρά η υπέρτατη θυσία στον βωμό της μάνας Ελλάδας, σε μία περίοδο θρήνου , φτώχειας, και εσωτερικής ασυνεννοησίας.
Ο Καποδίστριας πρότεινε στον Λεοπόλδο να αποδεχτεί το Ορθόδοξο Ανατολικό δόγμα για να συνδεθεί στενότερα με το Ελληνικό Έθνος, του ζήτησε χρήματα για να πληρωθούν οι τριμηνιαίοι μισθοί την 23η Μαϊου .Παράλληλα κατήγγειλε τις δολοπλοκίες του παρατημένου Άγγλου στρατηγού Τζωρτς, τον στρατηγό Φαβιέρο και τον αγγλικής καταγωγής, στο Ναύπλιο, διπλωματικό αντιπρόσωπο Δούκενς (2). Στις 26 Απριλίου παραιτήθηκε ο Λεοπόλδος του θρόνου και έγινε βασιλεύς των Βέλγων στη συνέχεια (3).
Η παραίτηση αποδόθηκε λανθασμένα, από τους καχύποπτους και αψυχολόγητους εχθρούς της αντιπολίτευσης στον Καποδίστρια , στο ότι ήθελε να παραμείνει για ιδιοτελείς σκοπούς στη θέση του Κυβερνήτη (2 και 3). Τη θέση του Κυβερνήτη έπρεπε να την κρατήσει με νύχια και με δόντια, για να επιτελέσει το θεάρεστο έργο του. Αυτόν αγαπούσε, αυτόν ήθελε και σε αυτόν στηριζόταν ο πονεμένος και φτωχός Ελληνικός λαός. Το πρόβλημα τού σχιζοειδούς και παρανοϊκού νου, όταν χτυπιέται από τον διάβολο και κινείται, ως φυγόκεντρος δύναμη, εκτός λογικών ορίων, είναι ακριβώς αυτό που χαρακτήριζε την αντιπολίτευση του Καποδίστρια, τη δεδομένη χρονική περίοδο . Λυσσά ο τρελός νους, κατασπαράζει τη μάνα και τα αδέλφιά του, σκοτώνει τον πατέρα του και επιβάλει μορφογένεση, υπό μορφήν αναρχίας, μέσα σε αιματοβαμμένα ερείπια, πατώντας πάνω στα πτώματα των αδελφών του. Ποτέ δεν κοπάζει. Αν νομίζουμε ότι έχουμε απαλλαγεί από αυτό το δεινό θηρίο, είμαστε πολύ γελασμένοι. Μία μικρή σπίθα αρκεί για να κατακάψει ολόκληρο τον κόσμο.
Η αντιπολίτευση, επηρεασμένη από την φιλοτουρκική Αγγλική πολιτική, αλλά και τη Γαλλική εκείνη την περίοδο, μετά την ανατροπή του Καρόλου 10ου, κίνησε τον Μαυροκορδάτο, τον Σ. Τρικούπη και τον Κωλέττη κατά του Καποδίστρια (2) . Σταύρωσαν τον άνθρωπο του Θεού επάνω στον σταυρό του Χριστού και αμαύρωσαν το όνομά τους ηθικά και ιστορικά, με την έσχατη προδοσία της πατρίδας τους.
Ο Θ. Φαρμακίδης, ο ποιητής Αλ. Σούτσος, ο δημοσιογράφος και ιστορικός Πολυζωϊδης και ο Αδαμάντιος Κοραής στο Παρίσι ,έβαλλαν κατά του Καποδίστρια (2).
Ο “Απόλλων” του Πολυζωίδου στην Ύδρα και ο γαλλόφωνος “Ταχυδρόμος της Σμύρνης” άναβαν τα αίματα εναντίον του Κυβερνήτη. Ο Τσάμης Καρατάσος στασίαζε στην Άμφισσα τον Μάιο του 1831, αλλά αναγκάστηκε να καταφύγει σε Τουρκικό έδαφος και από εκεί στη Μάνη (2). Ο Καποδίστριας, θέλοντας να τερματίσει την κατάσταση στην Ύδρα, παρασκεύασε επίθεση. Οι Κουντουριώτες και ο Μαυροκορδάτος έστειλαν στον Πόρο τον Μιαούλη, ο οποίος κυρίευσε τη φρεγάτα Ελλάς και τη κορβέτα Σωτήρ , έθεσε σε περιορισμό τον Κανάρη και κατέλαβε το φρούριο του Πόρου. Ο Κυβερνήτης ζήτησε την επέμβαση του Ρώσου ναυάρχου Ρίκορδ, ο οποίος απέκλεισε την είσοδο στο λιμάνι του Πόρου και διέκοψε την επικοινωνία του Μιαούλη με εκείνους στην Ύδρα (2 και 3). Την 25 Ιουλίου αποπειράθηκαν τα Υδραϊκά πλοία να παραβιάσουν τον αποκλεισμό και οξύνθηκαν οι σχέσεις μεταξύ του Μιαούλη και του Ρίκορδ. Την 1η Αυγούστου υποπτεύθηκε ο Υδραίος ναύαρχος επίθεση και ανατίναξε την φρεγάτα Ελλάς στον αέρα και διέφυγε στην Ύδρα. Οι κυβερνητικοί κατέλαβαν την Ύδρα. Στη Μάνη, από τον Φεβρουάριο του 1831 και υπό την αρχηγία των Μαυρομιχαλαίων ,είχε εκραγεί στάση επικίνδυνη. Ο Πετρόμπεης που διέμενε στο Ναύπλιο , ζήτησε να μεταβεί στη Μάνη για καταστολή του κινήματος, αλλά δεν έλαβε άδεια από τον Κυβερνήτη (2). Επιβιβάστηκε σε πλοίο να διαφύγει, αλλά τον συνέλαβε στο Κατάκολο ο Κανάρης και οδηγήθηκε στο Ναύπλιο. Μετά από ανάκριση από προεδρευομένη επιτροπή υπό τον Βιάρο Καποδίστρια, φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία, όπου διέμενε με την κατηγορία “έγκλημα κατά του καθεστώτος”. Τέθηκαν υπό επιτήρηση οι διαμένοντες στο Ναύπλιο Κωνσταντίνος και Γεώργιος Μαυρομιχάλης (2). Οι Υδραίοι έστειλαν στη Μάνη πλοία με πολεμοφόδια στον Τσάμη Καρατάσο που είχε διαφύγει εκεί. Την ίδια εποχή εισέπλευσε στον Μεσσηνιακό κόλπο ο Ρώσος ναύαρχος Ρίκορδ, που μόλις τον αντιλήφθηκαν στον Αλμυρό (Βέργα) έκαψαν τα πλοία τους για να μην αιχμαλωτιστούν από τους Ρώσους. Η μακρά προφυλάκιση του Πετρόμπεη είχε οξύνει πολύ τα πράγματα.
Τι δεν κατανόησε ο θεοσεβούμενος, ευγενής, άριστος στη διαγωγή, έντιμος πολιτικός και φιλόπατρις Κυβερνήτης της Ελλάδας; Τι δεν συνέλαβε από τη στιγμή της εκδήλωσής του, το οποίο φούντωσε ως υπέρτατη κακία και μίσος ενάντια στο θεάρεστο έργο του; Τι ήταν εκείνο που ανατίναξε το ,μετά θυσιών και αγώνων τετρακοσίων ετών, δρομολογημένο καράβι της νεότερης Ελλάδας, πάνω στο παρθενικό του ξεκίνημα; Γιατί η ιστορία απέδειξε ότι αντάξιοι του Καποδίστρια πολιτικοί δεν υπήρξαν στη συνέχεια; Γιατί έλαβε, ο μεγαλοφυής Καποδίστριας, ως δεδομένο, ότι την προσωπική του ανιδιοτέλεια τη μοιράζονται και άλλοι συμπατριώτες γύρω του;
Η Κυβέρνηση του Καποδίστρια ήταν θα λέγαμε “η μεγαλύτερη παρεξήγηση στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας”. Ο χαρισματικός αρχηγός ενός κράτους οφείλει να συνδυάζει τρία βασικά χαρακτηριστικά: Πρώτον να διαθέτει θεία διάκριση, ώστε με σοφία να πράττει υπέρ του κράτους , δεύτερον να φροντίζει να κάνει θεάρεστα έργα και όλα τα έργα να υλοποιούνται επαρκώς και στην ώρα τους ( όπως έχει προγραμματιστεί ), και τρίτον όλα τα μέλη του κράτους να είναι ευχαριστημένα. Ο Καποδίστριας ήταν άριστος στα δύο πρώτα, αλλά ,εκείνη τη δύσκολη περίοδο, ήταν πάνω από τις δυνάμεις του να ικανοποιήσει άπαντες. Αυτό θα συνέβαινε στη συνέχεια και εφ΄ όσον τα αναγκαία για την εδραίωση και λειτουργία του κράτους είχαν τακτοποιηθεί. Από την άλλη, δεν μπορείς απλά να αφήσεις έναν “ δεινό αντίπαλο” εκτός παιχνιδιού. Χρειάζεται να τον εμπλέξεις με δόξα και τιμή, να του δώσεις στόχο σπουδαίο και λαμπρό, να αισθάνεται καταξιωμένος, για να ευχαριστηθεί η καρδιά του. Και τότε εκείνος, και την πατρίδα του θα υπηρετήσει κι εσένα θα προσκυνά, ως άγιο πατέρα και φωτεινό οδηγό του.
Ήταν πολύ ταπεινός από τη φύση του ο Καποδίστριας για να παίξει το ρόλο της "πριμαντόνας" της νεότερης Ελλάδας. Θεώρησε ως δεδομένο, ότι ο συνεχής αγώνας του, η τιμιότητά του, η αγάπη του προς την πατρίδα και η προσωπική του θυσία, ήταν ορατά σε όλους. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι έκριναν μονομερώς , με βάση το δικό τους επίπεδο διανοητικής ανάπτυξης και τα προσωπικά τους συμφέροντα. Δεν χρειάστηκε πολύ...μια αφορμή στην αλλαγή της πολιτικής δυναμικής ήταν αρκετή για να φουντώσει το μίσος εναντίον του, και ο φιλόπατρις να μεταβληθεί σε “άκρως μισητή-δικτατορική εξουσία”. Η κυβέρνηση έκτιζε και η αντιπολίτευση γκρέμιζε, δυστυχώς, όπως και στις μέρες μας παγκοσμίως, όχι μόνο στην Ελλάδα. Τα πράγματα μπορούν να είναι ήρεμα, όταν όλοι κυβερνούν ταυτόχρονα. Κι αν δεν κυβερνούν ταυτόχρονα, να είναι παράλληλα μέσα στο “πολιτικό παιχνίδι μπλεγμένοι και ωφελημένοι όλοι” είναι όρος απαράβατος. Σχίζουν τις σάρκες της μάνας τους, οι άλογοι κατά Θεόν άνθρωποι, για εξουσία πολιτική, επαγγελματική ευρωστία και κοινωνική αναγνώριση ,και μόνον όταν προκύπτουν θεομηνίες και επάρατες ασθένειες θυμούνται ότι όλοι είναι παγκοσμίως αδέλφια και παιδιά ενός Θεού.
Το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ημέρα Κυριακή, ο Ιωάννης Καποδίστριας δολοφονήθηκε.
Δεινή αναρχία επικράτησε και πολλά μαρτύρια υπέστη η Ελλάδα από τη Γερμανική διακυβέρνηση και υποτέλεια του τόπου στη συνέχεια.
Βιαζόταν ο Μπαρμπαγιάν να προχωρήσει γρήγορα για να επουλώσει τις πληγές του Ελληνικού λαού και να επιλύσει ,θεάρεστα, τα προβλήματα του τόπου. Δυο πλοία είχε στη κατοχή του το Ελληνικό κράτος εκείνη την χρονική περίοδο, το ένα το ανατίναξε ο ναύαρχος Μιαούλης. Ναυαγισμένο πλοίο κατάντησε η Ελλάδα, υποτελής, λες και της άξιζε μετά από τόσον αγώνα και τόσες θυσίες.
Η μάνα μας γη στους κόλπους της θρέφει παιδιά , αλλά και προδότες, σε παγκόσμιο επίπεδο. Και ποιος θα ξεχωρίσει το σιτάρι από τα ζιζάνια, αφού τα ζιζάνια είναι απαραίτητη συνθήκη για την ισορροπία των αντιθέτων στη φύση; Πού να έβρισκε, εκείνες τις δύσκολες στιγμές του έθνους, ο Ιωάννης Καποδίστριας χρόνο και τόπο να ακουμπήσει για να εκπαιδεύσει τους συμπατριώτες του και να ανυψώσει τη διανόησή τους; Να τους εμπνεύσει ώστε να σταθούν αδιάβρωτοι δίπλα του, απέναντι στις πανουργίες των ανθελλήνων της Ευρώπης και της Υψηλής Πύλης, που ήθελαν να ωθήσουν τον λαό, ο οποίος αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του , στον όλεθρο; Η εκλέπτυνση του Καποδίστρια ήταν ψιλά γράμματα για τους συμπατριώτες του “των ανωτέρων οικονομικά τάξεων”. Παράλληλα δεν θεωρείται τυχαίο το γεγονός ότι ο εξοργισμένος φτωχός Ελληνικός λαός διαμέλισε το νεκρό σώμα τού “προδότη της ελπίδας του τόπου” και όχι του Κωνσταντίνου Μαυρομιχάλη , γιατί οι μελέτες αποδεικνύουν ότι δεν ήταν ουσιαστικά αυτός που δολοφόνησε τον Καποδίστρια, (4) και το πέταξε στη θάλασσα, για να φύγει αδιάβαστος και άθαφτος, ως κατάρα και καταδίκη , ως υπέρτατη προδοσία, ενάντια στην ευημερία και πρόοδο της Ελλάδας.
Αυτόν τον “προδότη”, για να πάει καλά ο τόπος, πρέπει ο Έλληνας για πάντα να τον ξεριζώσει από την καρδιά του και να εγκαταστήσει τον Χριστό μόνιμα εντός του.
Οι πραγματικοί δολοφόνοι διέφυγαν... ανέλαβε να τους τιμωρήσει ο ίδιος ο Θεός στην αιώνια κόλαση. Εκείνο όμως το οποίο είναι άκρως συγκλονιστικό, είναι ο λόγος του Γεωργίου Μαυρομιχάλη εμπρός στο απόσπασμα, λίγο πριν από τον θάνατό του (4). "Ομόνοια αδέλφια" , είπε, και αυτό πρέπει να τιμήσουμε.
Η ψυχή του Ιωάννη Καποδίστρια δεν πέθανε. Ως θείο φως πολλαπλασιάστηκε, και επιστατεί στις άνω πύλες του Έλληνος νου. Κρατά γερά τα χαλινάρια της διανόησης των θεοσεβούμενων Ελλήνων. Είναι μια δεξιά χείρα με πέντε δάκτυλα, όροι απαράβατοι, συνυφασμένοι με τη διαιώνιση του Ελληνικού γένους και τη πορεία του Ελληνικού έθνους, στον αιώνα. Πέντε είναι τούτοι οι κατά Θεόν όροι: Η πίστη στον Θεό με έργα και πράξεις, η αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, η ανιδιοτελής αφοσίωση, προσφορά και υπακοή στις υπηρεσίες της πατρίδας, η ενδυνάμωση του θεσμού της Ελληνικής οικογένειας, και η Ελληνική παιδεία, συνυφασμένη άρρηκτα με την Ορθοδοξία. Ο Ιωάννης Καποδίστριας έγινε βραχνάς για τους απίστους, αλλά και Φως θείο, για να φωτίζει τους πιστούς, στο μισοσκόταδο της πορείας τους, αιώνια.
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία Η. Κοντοπούλου
20/3/2022
Βιβλιογραφία:
1.Ι. Μετζικώφ (2018). Ομιλία με τίτλο “Οι Γενναίες μας Φορεσιές”. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
2.Νεότερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου, τόμος 10, σελ. 261-265.
3.Παπαρηγόπουλου.Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 200-216.
4.Δ. Κοκκινάκης.Ποιος δολοφόνησε τον Καποδίστρια, γ΄έκδοση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου