Τετάρτη 14 Αυγούστου 2024

Ἐμεῖς ἀκοῦμε καὶ φυλᾶμε τὸν λόγο Του;

            


                                                               Φωτό: WordPress.com



 «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» ἀκοῦμε καθ’ ὅλη τὴν περίοδο τῶν Παρακλητικῶν Κανόνων στὴν Παναγία (Λουκ., ια’ 27-28).

Συγκεκριμένα, ἡ φράση αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸ τελευταῖο τμῆμα τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος (Λουκ., ι’ 38-42, ια’ 27-28), ποὺ κάνει λόγο γιὰ τὴν εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ στὴν Βηθανία καὶ γιὰ τὴν ὑποδοχή Του ἀπὸ τὶς ἀδελφὲς τοῦ Λαζάρου, Μάρθα και Μαρία. Ὅταν ἡ Μάρθα κάνῃ παράπονα στὸν Ἰησοῦ ὅτι ἡ ἀδελφή της κατέλιπε αὐτὴν μόνην διακονεῖν, ὁ Χριστὸς τῆς ἀποκρίνεται μὲ νόημα ὅτι ἐκείνη μεριμνᾶ καὶ τυρβάζει περὶ πολλά, ἐνῶ ἡ ἀδελφή της, ἡ Μαρία, «τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ’ αὐτῆς.» (ὅ. π. ι’ 38-42).

Ἄρα, «ἑνὸς ἐστι χρεία» (ὅ. π. 42), νὰ ἀκούῃ κανεὶς ἀπερίσπαστα τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν φυλάσσῃ: «Μενοῦνγε, μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (ια’ 28). Ἔτσι, ἀπαντᾶ ὁ Κύριος στὴν γυναῖκα ἀπὸ τὸ πλῆθος, πού, ἐνθουσιασμένη ἀπὸ τὸν λόγο Του, μακαρίζει τὴν κοιλία ποὺ τὸν βάσταξε καὶ τοὺς μαστοὺς ποὺ τὸν θήλασαν (ια’ 27).

Ἀπὸ τοὺς δυτικοὺς ἑτεροδόξους Προτεστάντες  προτεσταντίζοντες, ποὺ δὲν ἀποδίδουν τιμὴ στὴν Παναγία, τό «μενοῦνγε» ἑρμηνεύεται ἀντιθετικά: «ἀντιθέτως (ἤ ἴσα-ἴσα, ἤ πιὸ πολύ) μακάριοι εἶναι ὅσοι ἀκοῦνε καὶ φυλάσσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ». Θεωροῦν, δηλαδή, ὅτι ἡ Παναγία δὲν συμπεριλαμβάνεται σ’ αὐτούς, κάτι ποὺ ἀσφαλῶς δὲν ἐπιβεβαιώνεται οὔτε ἀπὸ τὶς γραφὲς οὔτε ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν ὁποία, ὡς γνωστόν, ἐκεῖνοι δὲν δέχονται.

Ἐὰν ἀνατρέξωμε, ὅμως, στὸ «Ταμεῖον τῆς Καινῆς Διαθήκης», θὰ δοῦμε ὅτι ἡ λέξη «μενοῦνγε» ἀναφέρεται σὲ ἄλλα τρία χωρία (Ῥωμ., θ’ 19-20, ι’ 18, Φιλιπ., γ’ 7-8), μὲ τὴν σημασία: «βεβαιότατα, ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ καί …», δηλώνοντας ἔτσι ὄχι ἁπλῶς ἐπιβεβαίωση ἀλλὰ καὶ προσθήκη στὸ νόημα τῆς προηγουμένης προτάσεως.

Ἄλλωστε, ἡ λέξη «μενοῦνγε» δὲν ἀποτελεῖται μόνον ἀπὸ τὸν σύνδεσμο «μέν», ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἐπίσης σύνδεσμο «οὖν» (=λοιπόν) καὶ τὸ βεβαιωτικό μόριο «γέ», ἑπομένως στὴν ἀπόδοσή της λαμβάνονται ὑπ’ ὄψιν ὅλες οἱ ἐπιμέρους σημασίες. Ἡ ὑπέροχη, λοιπόν, ἑλληνικὴ γλῶσσα, μὲ τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴν σαφήνειά της, δὲν ἀφήνει περιθώριο γιὰ ἄλλη ἑρμηνεία ἀπὸ τὴν παραπάνω, δεδομένης, μάλιστα, τῆς ὑπάρξεως εὐαγγελικῶν χωρίων μὲ παράλληλη σημασία.

Ἑπομένως, μὲ τὴν φράση «μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. ια’ 27-28), ὁ Κύριος ἐπαινεῖ ὄχι μόνον τὴν γυναῖκα ποὺ τὸν γέννησε, τὴν Παναγία μητέρα Του, ἀλλὰ καὶ κάθε ἄλλον ἄνθρωπο ποὺ ἀκούει καὶ παράλληλα φυλάσσει τὸν λόγο Του. Ὅπως λέει καὶ ὁ Χρυσοῤῥήμων Ἰωάννης, ὁ Κύριος «οὐκ ἀρνεῖται τὴν κατὰ φύσιν συγγένειαν, ἀλλὰ προστίθησιν τὴν κατ’ ἀρετήν» (PG 57, 466).

Ἐξ ἄλλου, καὶ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου «μήτηρ μου καὶ ἀδελφοί μου οὗτοι εἰσίν, οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ποιοῦντες αὐτόν» (Λουκ., η’ 19-21, πρβλ. Ματθ., ιβ’ 48-50, Μάρκ., γ’ 34-5), σὲ ἄλλη περίσταση, ὅταν οἱ συγγενεῖς Του, λόγῳ πλήθους, «ἐκμεταλλευόμενοι» τὴν συγγένεια των, ἀναζητοῦν νὰ τὸν πλησιάσουν κατ’ ἰδίαν, ἐπιβεβαιώνουν, ἐπίσης, τὴν ἑρμηνεία τοῦ παραπάνω χωρίου μὲ τὸν τρόπο αὐτόν. Ὁ Κύριος, δηλαδή, δὲν ξεχωρίζει τοὺς ἀνθρώπους σὲ δικοὺς καὶ ξένους, ὅλοι εἶναι δικοί Του ἄνθρωποι, τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ ὅσον ἀκοῦν καὶ ἐφαρμόζουν τὸ θέλημά Του.

Τί γίνεται, ὅμως, μ’ αὐτούς, δηλαδὴ τοὺς περισσοτέρους ἐξ ἡμῶν, ποὺ ἐνῶ γνωρίζομε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἐν τούτοις δὲν τὸν ἐφαρμόζομε  κάνομε ἔκπτωση σ’ αὐτόν, ἤ, τὸ χειρότερο, τὸν ἑρμηνεύομε κατὰ πῶς μᾶς ἀρέσει;  Τοὐλάχιστον, «ὁ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας.» (Λουκ., ιβ’ 48), ἐνῶ «ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου αὐτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας, δαρήσεται πολλάς», διότι «παντὶ  ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρ’ αὐτοῦ» (ὅ. π. 47-48).

Ἐκεῖνο ποὺ χρειάζεται, ἑπομένως, νὰ κάνωμε, ἐν ὄψει, μάλιστα, τῆς ἑορτῆς τῆς Παναγίας μας, εἶναι πολὺ ἁπλᾶ νὰ ἀκολουθήσωμε τὴν δική της προτροπή: «ὅ τι ν λέγη ὑμῖν, ποιήσατε.» (Ἰωάν., β’ 5), δείχνοντας τὴν ἴδια, μὲ Ἐκείνην, ἐμπιστοσύνη στὴν δύναμη τοῦ λόγου Του. Δὲν ἔχομε λόγο νὰ μὴν τὸ πράξωμε, διότι ἐκείνη ποὺ τήρησε τὸν λόγο Του μὲ συνέπεια καὶ εὐθύνη, ὄχι μόνον δὲν ζημιώθηκε, ἀντιθέτως, μάλιστα, κέρδισε καὶ τὴν τιμὴ νὰ μακαρίζεται ἀπὸ ὅλες τὶς γενεές (Λουκ., α’ 48), κυρίως ὅμως νὰ τιμᾶται ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν Σωτῆρα της, ποὺ «ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ» (ὅ. π.).

ς δείξωμε καὶ ἐμεῖς λίγη ἀπὸ τὴν ταπείνωση τῆς γλυκιᾶς μας Παναγιᾶς, νὰ γίνωμε καὶ ἐμεῖς «δοῦλοι Κυρίου», ὑπάκουοι στὸ δικό Του θέλημα καὶ ὄχι ὑπόδουλοι στὰ δικά μας ἁμαρτωλὰ θελήματα, καὶ τότε ὄχι μόνον θὰ ἀγαλλώμεθα καὶ ἐμεῖς, ὅπως Ἐκείνη, γιὰ «τὰ μεγαλεῖα τοῦ δυνατοῦ» (ὅ. π. 49), ἀλλὰ θὰ λάβωμε καὶ τὴν δική της τιμή νὰ συμπεριλαμβανώμεθα σ’ αὐτοὺς ὅλους, γιὰ τοὺς ὁποίους ἀναφωνεῖ ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.» (ὅ. π. ια’ 27-28).

Ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμὴ ἀπ’ τὸ νὰ ἀκούσωμε τὸ ἐγκώμιο αὐτὸ τοῦ Κυρίου καὶ γιὰ ἐμᾶς; Συγχρόνως, αὐτὸ εἶναι τὸ καλύτερο καὶ πολυτιμώτερο δῶρο ποὺ ἔχομε νὰ κάνωμε στὴν Παναγία Μητέρα Του γιὰ τὴν ἑορτή Της. Μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι, αὐτὴν τὴν φορά, θὰ προσπαθήσωμε, λίγο περισσότερο, νὰ ἀκούσωμε τὴν σωτήρια γιὰ μᾶς προτροπή της: «ὅ τι ν λέγῃ ὑμῖν (ὁ Κύριος) ποιήσατε» (Ἰωάν., β’ 5), νὰ εὐχηθοῦμε ὅλοι σὲ ὅλους καλὴ πρόοδο στὴν σωτηρία μας καὶ Καλὴ Παναγιά!

Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος - θεολόγος

Oρθόδοξος Πολιτιστικός Σύλλογος "Επάλξεις"

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου