Τετάρτη 2 Αυγούστου 2023

Το έργο των Διακόνων

  



Το μαρτύριο του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Φωτό: Πεμπτουσία


                                             


Η Εκκλησία του Χριστού, είναι, ως γνωστόν, θεμελιωμένη πάνω στα αίματα των μαρτύρων.

Πρωτόαθλος και πρωτοχορευτής στον ατελείωτο αυτόν χορό υπήρξε ο Πρωτομάρτυρας και Αρχιδιάκονος Στέφανος, την ανακομιδή των λειψάνων του οποίου εορτάζομε στις 2 Αυγούστου.

Η σημασία που αποδίδει η Εκκλησία στο έργο του Στεφάνου και γενικώς των διακόνων φαίνεται από το γεγονός ότι τον τιμάει, επίσης, συμβολικά, στις 27 Δεκεμβρίου, αμέσως μετά από την Γέννηση του Χριστού και την Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Όπως ο Θεάνθρωπος και η Παναγία Μητέρα Του υπήκουσαν στο θέλημα του Θεού Πατρός και διεκόνησαν με αυτοθυσία τον συνάνθρωπο, έτσι και ο Στέφανος υπήρξε γνήσιος εκφραστής των αρχών της πολιτείας του Χριστού στον κόσμο.

Για να κατανοήσωμε, ασφαλώς, την προσφορά του Στεφάνου, χρειάζεται να θυμηθούμε τον ρόλο των διακόνων στις αποστολικές κοινότητες των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Σε αυτές, λοιπόν, οι διάκονοι, είχαν αναλάβει το κοινωνικό έργο, -«διακονία τῶν τραπεζῶν»-, που επιτελούταν παράλληλα με τις άλλες δύο διακονίες, την πνευματική –«προσευχή»- και την μορφωτική –«διακονία τοῦ λόγου» (Πράξ., στ’ 3-4).

Η σημασία που έδιναν οι Απόστολοι στην άσκηση του κοινωνικού έργου γίνεται φανερή από την εκλογή των Επτά Διακόνων, οι οποίοι ήταν άνθρωποι «πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καὶ σοφίας», που τους κατέστησε η Εκκλησία «ἐπὶ τὴν χρείαν ταύτην», για να εξυπηρετούν δηλαδή τους πιστούς στις καθημερινές των βιοτικές ανάγκες, τις οποίες, ασφαλώς, δεν μπορούσε να παραβλέψῃ η Εκκλησία των πιστών.

Εαν η εκκλησιαστική κοινότητα -διότι ως κοινότητα νοούταν η Εκκλησία- δεν θεωρούσε ευάρεστη την διακονία αυτήν, τότε γιατί οι Απόστολοι, με προεξάρχοντα τον Πέτρο, να συγκαλούσαν τους πιστούς, ώστε να εκλέξουν, με απολύτως μάλιστα δημοκρατικό τρόπο, τους συμβοηθούς των διακόνους στο έργο της Εκκλησίας (Πράξ., στ’ 1-7);

Βεβαίως, και μέσα στην πρώτη Εκκλησία, υπήρχαν διαφορετικές και συχνά αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις σχετικά με την υφή και το έργο της Εκκλησίας γενικώς, τις κυριώτερες από τις οποίες αναφέρομε στην συνέχεια.

Από την μια, οι ιουδαΐζοντες χριστιανοί θεωρούσαν την Εκκλησία ως συνέχεια του εβραϊκού ναού και τους λειτουργούς της ως συνεχιστές της λευϊτικής ιερωσύνης, γι’ αυτό και έδιναν έμφαση στο τελετουργικό μέρος και στις τυπικές διατάξεις, χωρίς να ενδιαφέρονται για τις ανάγκες του λαού, που τον θεωρούσαν απλώς εξυπηρετητή των συμφερόντων των.

Αυτήν την μερίδα των ιουδαϊζόντων, που διαρκώς δυσκόλευαν το έργο της πρώτης Εκκλησίας, σε όλους τους τομείς, είχε να αντιμετωπίση ο Απόστολος Παύλος, που συνεχώς τούς τόνιζε ότι ο Κύριος, ως άνθρωπος, δεν προερχόταν από την φυλή του Λευί, ώστε να είναι φορέας της λευϊτικής ιερωσύνης, αλλά καταγόταν από την φυλή του Ιούδα, και ως φορέας της βασιλικής ιερωσύνης θυσιάζεται ο Ίδιος υπέρ της σωτηρίας του λαού Του.

Από την άλλη, οι επηρεασμένοι από την ανατολίτικη φιλοσοφία Χριστιανοί θεωρούσαν ότι δεν είναι έργο του Χριστιανού η ενασχόληση με τα κοινά, την ύλη και τον κόσμο. Οι δυτικίζοντες, πάλι, θεωρούσαν ότι η Εκκλησία υπάρχει για την εξύψωση του ατόμου δια του νόμου του Θεού. Έτσι, μπορεί να κατανοήση κανείς καλύτερα την ατομοκρατική νοοτροπία των δυτικών αιρέσεων του παπισμού και του προτεσταντισμού.

Οι Απόστολοι, όμως, και οι Πατέρες είχαν συνείδηση ότι η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, είναι η εν χώρῳ και χρόνῳ βίωση της ζωής και της πολιτείας του Χριστού. Συνεπώς, το έργο της, ως απόρροια του τριπλού λειτουργήματος του Χριστού -αρχιερατικού, προφητικού, βασιλικού-, είναι πολύπλευρο, πνευματικό, μορφωτικό και κοινωνικό, και υπηρετείται από τους αντιστοίχους υπ-ουργούς - διακόνους. 

Βεβαίως, στην άσκηση των επιμέρους λειτουργημάτων δεν υπήρχαν στεγανά, απλώς οι διακονίες επιμερίζονταν προς καλύτερη εξυπηρέτηση του όλου έργου.Ο Στέφανος, λοιπόν, αν και επιφορτισμένος με την κοινωνική διακονία, βοηθούσε συγχρόνως και στο μορφωτικό έργο της Εκκλησίας. Επειδή, μάλιστα, ήταν δεινός συζητητής και κάτοχος ελληνικής παιδείας, -και το όνομά του ελληνικό-, ήρθε σε σύγκρουση με τους ιουδαΐζοντες στην συναγωγή των Εβραίων, οι οποίοι «οὐκ ἴσχυον ἀντιστῆναι τῇ σοφίᾳ καὶ τῷ πνεύματι ᾧ ἐλάλει.» (Πράξ., στʹ 10). Από φθόνο, λοιπόν, τον ωδήγησαν στο συνέδριο με την ψευδή κατηγορία ότι κήρυττε «ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος οὗτος καταλύσει τὸν τόπον τοῦτον καὶ ἀλλάξει τὰ ἤθη ἅ παρέδωκεν αὐτοῖς Μωϋσῆς» (ό. π. 14).

Γίνεται, επομένως, φανερό ότι αυτό που κυρίως ενοχλούσε τους Εβραίους δεν ήταν γενικώς η περί Χριστού διδασκαλία του Στεφάνου αλλά το γεγονός ότι ο Χριστός πού κήρυττε ο Στέφανος θα άλλαζε την νοοτροπία του λαού, με κίνδυνο ο λαός αυτός να στραφή τελικά ενάντια στην δική των εκμεταλλευτική συμπεριφορά. Αυτήν ακριβώς την υποκριτική των στάση στιγμάτισε ο Στέφανος στην απολογία του. Τους απεκάλεσε ευθαρσώς «σκληροτράχηλους καὶ ἀπερίτμητους τῇ καρδίᾳ» (Πράξ. ζ’ 51) -ότι δηλαδή ενώ περιέτεμαν το σώμα, στην καρδιά των φώλιαζε η κακία-, και ότι πάντοτε αντιστρατεύονταν στο Άγιο Πνεύμα και έτσι δολοφόνησαν όλους τους Προφήτες (ό. π. 52). Τότε αυτοί, πωρωμένοι, καθώς ήταν, και μην αντέχοντας άλλο να ατενίζουν το αγγελικό του πρόσωπο (Πράξ. στ’ 15), ώρμησαν μαινόμενοι εναντίον του και τον λιθοβόλησαν μέχρι θανάτου.

Έτσι, λοιπόν, και ο Σωτήρας Χριστός και ο διάκονός Του Στέφανος υπήρξαν θύματα ενός κατεστημένου, ρωμαϊκού και εβραϊκού αντιστοίχως, που μισούσε την αλήθεια, διότι αυτή ήλεγχε την καταπιεστική των συμπεριφορά σε βάρος του λαού. Αλλά και οι Απόστολοι και οι Πατέρες και γενικώς οι συνεχιστές του πολύπλευρου διακονικού έργου της Εκκλησίας ήρθαν και εκείνοι σε σύγκρουση με την αντίθεη και αντικοινωνική εξουσία, γιʹ αυτό είτε διώχθησαν σκληρά είτε θανατώθηκαν.

Με τον καιρό, όμως, και το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας, ατόνισε, σταδιακά, για διαφόρους λόγους. Συχνά, μάλιστα, αλλοιώθηκε η υφή του. Έτσι φτάσαμε να ταυτίζεται ο διάκονος με τον διάκο, και ο διάκονος Στέφανος να απεικονίζεται ως «διάκος», με λιβανιστήρι και οράριο. Στις μέρες μας, πάντως, που η κοινωνική προσφορά γνωρίζει ιδιαίτερη ανάπτυξη, τίθεται και πάλι στο στόχαστρο και συκοφαντείται τεχνηέντως, με σκοπό είτε την υποβάθμισή της είτε την εκμετάλλευσή της από τους επιτηδείους.

Εκείνο, λοιπόν, που χρειάζεται πρωτίστως να γίνῃ είναι η Εκκλησία του Χριστού να απαλλαγή από κάθε ξενική και αλλότρια επίδραση. Έτσι, θα αναδείξη και πάλι, σε όλες τις πτυχές του έργου της, -πνευματικού, μορφωτικού και κοινωνικού-, πιστούς, ηθικούς και δικαίους διακόνους, που θα αγωνίζωνται, με κάθε τίμημα, με τιμιότητα και τόλμη, όπως ο Στέφανος, «ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καὶ διεστραμμένης», για την βίωση των αρχών της πολιτείας του Χριστού στον κόσμο.

Πάντως, ένα είναι βέβαιο, ότι «ὁ πρῶτος ἐν διακόνοις καὶ πρῶτος ἐν μάρτυσιν» Στέφανος, ο προστάτης της κοινωνικής διακονίας, δεν θα επιτρέψη να χαθή το πνεύμα της κοινωνικής προσφοράς, ιδιαιτέρως στους χαλεπούς αυτούς καιρούς, αλλά θα κατευοδώνη πάντοτε, δια πρεσβειών προς τον Δεσπότη Κύριό Του, κάθε ευλογημένη προσπάθεια για στήριξη του έργου Του γενικώς, προς δόξα Θεού και σωτηρία πάντων των ανθρώπων! Αμήν!


Σοφία Μπεκρή, φιλόλογος-θεολόγος

Ορθόδοξος Σύλλογος “Επάλξεις”, Αθήνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου