Συμμετέχοντας ενεργά, με βαθιά πίστη και κατάνυξη στις Παρακλήσεις προς την Θεοτόκο και μητέρα του Φωτός, κατά την αγία περίοδο του Δεκαπενταυγούστου, γεννάται το ερώτημα ποιος “άνθρωπος” συνέθεσε τους υπέροχους, θεόπνευστους Παρακλητικούς Κανόνες προς την Παναγία μας. Σε προηγούμενη ανάρτηση, όσον αφορά τον Μεγάλο Παρακλητικό κανόνα, αναφερθήκαμε στον ποιητή και Βασιλέα της αυτοκρατορίας της Νικαίας Θεοδόσιο Β΄Λάσκαρη.
Ο Μικρός Παρακλητικός κανόνας έχει τη δική του δραματική ιστορία, αφού είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με το μαρτύριο του Οσίου Θεοστήρικτου και τον αγώνα του κατά της εικονομαχίας. Μέσα από την ατυχία του βίου του αλλά και τη λαμπρή θέωσή του, καθίσταται αντιληπτό ότι όποια δυσκολία κι αν βιώνει ο σημερινός άνθρωπος, ο Θεός είναι μέγας και η Μεγαλόχαρη Παναγία μας προστάτης των χριστιανών, που ζητούν με ευλάβεια τη χάρη Της. Γιατί όσο κι αν αντιμάχεται το σκοτάδι το φως ουδέποτε το νίκησε....
Στην ιστοσελίδα https://fdathanasiou.wordpress.com εντοπίσαμε το συγκλονιστικό μαρτύριο του Οσίου Θεοστήρικτου και την “Ιστορία του Μικρού Παρακλητικού Κανόνος” την οποία παραθέτουμε:
“Γεννημένος στις αρχές του 8ου αιώνος στην Τριγλία της Βιθυνίας, ο όσιος Θεοστήρικτος έγινε μοναχός από νεαρή ηλικία στην Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, την αποκαλούμενη Πελεκητή, όπου αργότερα εκλέχθηκε ηγούμενος. Όταν κατά την διαταγή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ε΄ του Κοπρώνυμου (741-775) ο περιβόητος και αιμοσταγής κυβερνήτης της Μικράς Ασίας Μιχαήλ Λαχανοδράκοντας άρχισε να καταδιώκει τους ομολογητές των ιερών και σεπτών εικόνων , εισέβαλλε στην μονή την νύχτα της Μεγάλης Πέμπτης του 763 μ.Χ. την ώρα της Θείας Λειτουργίας .
Ο Ηγούμενος της Μονής Πελεκητής, ο Θεοστήρικτος τελούσε την Θεία Λειτουργία με τους 780 υποτακτικούς του, εκ των οποίων οι 70 ήταν Ιερομόναχοι.
Η κατανυκτική ατμόσφαιρα, διακόπηκε ξαφνικά από άγρια χτυπήματα που σείουν την Πύλη του Μοναστηριού και άγριες φωνές δυο χιλιάδων στρατιωτών , που προξενούν ρίγος και τρόμο.
Η Πύλη θραύεται από τα τσεκούρια και όλος αυτός ο συρφετός μπαίνει στην αυλή. Ο Αρχηγός Ηγεμόνας Μιχαήλ Λαχανοδράκοντας εισορμά μέσα στον Ναό μαζί με τον στρατό του, πλησιάζει τον Ηγούμενο κι’ αφού πετά κάτω το Άγιο Δισκοπότηρο, του δίνει δυό δυνατές γροθιές στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να γίνει συμπλοκή στρατιωτών με τους Μοναχούς.
Μετά από αυτά ο Ηγούμενος, αφού πρόσταξε τα τέκνα του να υποχωρήσουν, ο Ηγεμόνας Λαχανοδράκοντας, δίνει ένα χαρτί στον Ηγούμενο και του λέγει άγρια:
-Πάρε και υπόγραψε αμέσως εναντίον των ειδώλων που τα λέτε εικόνες, γιατί θα σας σφάξουμε όλους. Είναι πρόσταγμα του Ευσεβούς Βασιλέως μας Κωνσταντίνου του Πέμπτου.
-Κοπρωνύμου να λες καλύτερα, λέγει ο Ηγούμενος Θεοστήρικτος .Δεν υπογράφομε ποτέ εναντίον των Ιερών Εικόνων, τις οποίες τιμητικά προσκυνούμε.
Αυτά αφού είπε ο Άγιος Ηγούμενος, ο Λαχανοδράκοντας αγριεμένος προστάζει ν’ αρχίσουν οι στρατιώτες την σφαγή.
Σε λίγα λεπτά της ώρας, τετρακόσιοι (400) Μοναχοί πέφτουν νεκροί.
Ο Ηγεμόνας Λαχανοδράκοντας, δίνει τώρα άλλη προσταγή. Να δέσουν με αλυσίδες τους υπόλοιπους και να τους βγάλουν στην αυλή. Έπειτα βάζουν φωτιά από όλες τις πλευρές του Μοναστηριού για να γίνουν όλα στάχτη. Το ωραίο Μοναστήρι τυλίγεται στις φλόγες του πυρός.
Οι αιχμάλωτοι μοναχοί οδηγούνται μπροστά στον Κοπρώνυμο τον ανάξιο Αυτοκράτορα του Βυζαντινού Κράτους.
-Πόσοι είναι; ρωτά ο Κοπρώνυμος τον Λαχανοδράκοντα κι’ εκείνος απαντά:
-Ιερομόναχοι 40 Μοναχοί 342 και ο Ηγούμενος.
Ο Κοπρώνυμος λυσσά από οργή. Απευθυνόμενος πρώτα-πρώτα στο πλήθος των Μοναχών τους προστάζει άγρια.
-Παλιοκαλόγηροι! Απειθείς και αντιδραστικοί στα Βασίλεια, ελάτε εδώ μπροστά μου. Είμαι ο Κωνσταντίνος ο Πέμπτος και εγώ δεν χορατεύω.
Στο πρόσταγμα του Κοπρωνύμου, κανένας δεν σαλεύει. Ένας μόνο με χαμογελαστό πρόσωπο Σινέσιος στο όνομα, Παλικάρι στο σώμα και στην ψυχή, πλησιάζει τον Κοπρώνυμο και του λέγει:
-Κοπρώνυμε! Εμείς είμαστε τέκνα ενός Θεοστηρίκτου και μάθαμε από τον Γέροντά μας να καταπατούμε την κεφαλή του Διαβόλου και των Εικονομάχων.
Ο Κοπρώνυμος κιτρινίζει και γνέφοντας στον υπασπιστή του, του λέγει:
-Υπασπιστή μου, κόψε την αυθάδη κεφαλή του. Η κεφαλή του Οσίου υποτακτικού πέφτει.
Μετά ταύτα εξετάζει έναν – έναν όλους τους Μοναχούς. Βλέποντας όμως το ανδρείο φρόνημα της πίστεώς τους, προστάζει να τους αποκεφαλίσουν εκείνη την στιγμή.
Το αίμα τόσων Οσίων Μοναχών τρέχει σαν ποτάμι, η δε καρδιά του Κοπρωνύμου ευφραίνεται διπλά.
Μετά από την ομαδική αυτή σφαγή, ο Κοπρώνυμος προστάζει να φέρουν μπροστά του τον Ηγούμενο.
Ο Άγιος Ηγούμενος πλησιάζει με καρδιά, που από το ήμισυ χαίρει και απ’ το άλλο ήμισυ κλαίει.
Ο Κοπρώνυμος με πολύ σκληρή φωνή του λέγει:
-Φονιά! Δήμιε, που θανάτωσες τα 780 τέκνα σου για ένα καπρίτσο σου, να μη πετάξεις στον βόθρο τα είδωλα που λέτε Εικόνες. Φονιά που θα σε γράψει η Ιστορία ως παιδοκτόνο.
Ο Όσιος Ηγούμενος δεν απαντά. Κάνει λίγα βήματα, ξεκρεμά από τον τοίχο μια ζωγραφιά του Κοπρωνύμου, την ρίχνει στο πάτωμα, την πατά και λέγει:
-Αυτή η ατιμία σου αξίζει Κοπρώνυμε. Εγώ είμαι προσκυνητής των Σεβασμίων Εικόνων και διψώ τον υπέρ αυτών θάνατο. Βιάζομαι μάλιστα για να προλάβω τα χρυσά και ευλογημένα τέκνα μου, τον στέφανο και το καύχημά μου.
Ο Κοπρώνυμος αφρίζει. Όμως αλλόκοτος θόρυβος που ακούγεται μέσα στο Παλάτι, τον κάνει να τρέμει. Νομίζει πως τον έχουν εγκαταλείψει όλοι οι δικοί του και ότι όλοι έγιναν εχθροί του.
Να τώρα ! Στρατηγοί, τουρμάχες, παρακοιμώμενοι, Συγκλητικοί και όλοι, πράγματι σηκώνονται εναντίον του.
-Αυλάρχη μου ! Αυλάρχη μου ! αρχίζει να φωνάζει ο Κοπρώνυμος, σώσε με, σώσε με.
Ο Αυλάρχης υψώνει το ξίφος και αρχίζει να κόβει κεφάλια. Ένα χέρι του αρπάζει το ξίφος και τον αφοπλίζει. Αυτός είναι ο Στρατηγός Αιμίλιος Τεραβίνος.Ο Στρατηγός Αιμίλιος αφού κάνει το σημείον του Σταυρού, βγάζει μια Εικόνα του Χριστού μας από το στήθος του και φωνάζει δυνατά.
-Καταραμένε Αιρετικέ Κοπρώνυμε, είμαι προσκυνητής των Σεβασμίων Εικόνων, σφάξε με.
Η Τίμια κεφαλή του Στρατηγού πέφτει στο δάπεδο, ενώ ο Κοπρώνυμος τρέμοντας και τρικλίζοντας αποτραβιέται στο Τρίκλινο.
Την άλλη μέρα ο θηριόψυχος Κοπρώνυμος, καλεί μπροστά του τον Ηγούμενο κι αφού παίρνει απ’ αυτόν τις ίδιες απαντήσεις προστάζει να κόψουν την μύτη, τα αυτιά και τα δάχτυλα των χεριών του. Έπειτα με τανάλιες τραβούν λουρίδες του δέρματος από όλο το σώμα του, και ενώ τα αίματα βάφουν ξανά το πάτωμα, προστάζει να τον κλείσουν σε σκοτεινή φυλακή, χωρίς νερό, χωρίς ψωμί, ώσπου να ξεψυχήσει.
Η προσταγή του αιμοσταγούς Αιρετικού Κοπρωνύμου εκτελείται.
Μέσα σ’ αυτή την απαίσια φυλακή μένει ο Άγιος Ηγούμενος Θεοστήρικτος επί ένα ολόκληρον χρόνο. Η ευσπλαχνία του Θεού αποστέλλει καλούς φρουρούς, οι οποίοι κρυφά-κρυφά του δίνουν λίγο ψωμί και λίγο νερό.
Στον χρόνο επάνω πεθαίνει ο Κοπρώνυμος από Άνθρακα και ανεβαίνει στον θρόνο του Βυζαντίου ο Λέων Δ’ υιός του Κοπρωνύμου, φυματικός και ασθενικός στο σώμα, εύσπλαγχνος όμως στην ψυχή.
Ο Λέων Δ΄ δίνει πάλι ελευθερία στους προσκυνητές των Σεβασμίων Εικόνων, και ελευθερώνει από τις φυλακές όλους τους ευσεβείς.
Ο Ηγούμενος, Άγιος Θεοστήρικτος, ελευθερώνεται κι’ αυτός και μεταφέρεται στα ερείπια του Μοναστηριού του.
Τον μεταφέρουν στα χέρια προσκυνητές των σεβασμίων εικόνων.
Φθάνει κάποτε στον τόπο, όπου άλλοτε κατοικούσαν τα 780 λατρευτά του πνευματικά τέκνα.
Στο Μοναστήρι, που βασίλευε χαρά πνευματική, σωστή αγκαλιά Αγγέλων.
και άκρως εντυπωσιακή η ιερά μονή της Πελεκητής του 15ου αιώνα.
Φωτό: plastiras-ota.gr
Παρ’ ότι τα γύρω Μοναστήρια με στοργή και δάκρυα ζητούν να τον πάρουν κοντά τους, εκείνος αρνείται. Θέλει να μείνει εκεί, που γεύτηκε μαζί με τα άγια τέκνα του, τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της Καλογερικής του αγίας ζωής. Εκεί, σε μια άκρη των ερειπίων, φτιάχνει μια ξύλινη καλύβα για να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του, μόνος και έρημος με τις εικόνες των αναμνήσεων, επαναλαμβάνοντας τον θρηνητικό λόγο.«Εμνήσθην ημερών αρχαίων».
Εκεί, μέσα στα ερείπια ο Στρατηγέτης του Κοινοβιακού Μοναχισμού, συνθέτει έναν εκ των ωραιοτέρων ύμνων της Εκκλησίας. Την Μικρή Παράκληση της Θεοτόκου.
«Πολλοίς συνεχόμενος πειρασμοίς, προς Σε καταφεύγω σωτηρίαν επιζητών, ω Μήτερ του Λόγου και Παρθένε των δυσχερών και δεινών με διάσωσον».
Εκεί όμως και ένα θαύμα φοβερό και πρωτάκουστο γίνεται:
Μετά από τρία χρόνια, σμήνος νέων συμπυκνώνεται γύρω από τον Άγιο Θεοστήρικτο, ράκος σωστό χωρίς δάχτυλα, χωρίς μύτη, χωρίς αυτιά.
Το πλήθος των νέων ζητά από τον Ηγούμενο να τους κρατήσει κοντά του για να γίνουν Μοναχοί.
Ο Ηγούμενος δεν τολμά να αντισταθεί στη Βουλή του Θεού, γι’ αυτό και τους δέχεται. Σε λίγο άλλοι και άλλοι προσθέτονται στην Συνοδεία, μέχρις ότου μέσα σε λίγους μήνες, φθάνουν στον αριθμό των 800 οκτακοσίων Μοναχών, με Προεστώτα τον Ηγούμενον Θεοστήρικτο.
Έτσι αναστήνεται και πάλι το Μοναστήρι της Πελεκητής. Σε όλων των Μοναχών τα στήθη καίει η φλόγα της υπακοής και η φλόγα υπέρ της προσκυνήσεως των σεβασμίων Εικόνων. Ο Ηγούμενος προάγει αυτούς εις την τελειότητα, ζώντας μαζί τους πάνω από 25 χρόνια.
Είναι πολύ ειρηνική η ψυχή του, γιατί με την Βοήθεια της Θεοτόκου και την ανάμνηση, ότι τα 780 πρώτα τέκνα του, θυσιάστηκαν στον βωμό της πίστεως και της αρετής, κερδίζοντας έναν αιώνιο Παράδεισο, αναχωρεί με μεγάλη χαρά προς συνάντησή τους. Η μέρα της Οσίας Κοιμήσεως του υπήρξε η 17η Μαρτίου του έτους 807 μ.Χ. τα τελευταία λόγια του Οσίου πατρός ημών Θεοστηρίκτου
«Την Άχραντον εικόναν Σου προσκυνούμεν Αγαθέ αιτούμενοι συγχώρησιν των πταισμάτων ημών Χριστέ ο Θεός….”.
Με το καλό να εορτάσουμε την Παναγία μας Βουλκανιώτισσα!
Ο Θεός μαζί σας!
Ευθυμία η. Κοντοπούλου
9-8-2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου