Το Άγιον Όρος, την τύχη την αγαθή είχα να το πρωταντικρίσω εγώ πετώντας μ' ένα «Μιράζ 2000» πάνω απ' τον Άθω πέρυσι τέτοιες μέρες. Ήταν το δώρο των φρουρών του Αιγαίου, όπως έκτοτε αποκαλώ τους πιλότους της πολεμικής μας αεροπορίας, για τη γιορτή των αρχαγγέλων, τη δική τους, προς μία δημοσιογράφο που επιμένει να μετράει τις αναχαιτίσεις των απέναντι κι όχι τις παραβιάσεις τους...
Λέγω «τύχη αγαθή» κι ας με πουν μελοδραματική, όσοι δεν ένιωσαν το προνόμιο να αεροζυγιάζονται με τα σύννεφα. Να περιδιάβαιναν τις κατοικίες των αγγέλων. Να βλέπουν μ' όλα τα κύτταρα του φθαρτού σώματος τους, την προσευχή ως αύρα χαρμολύπης να εγκολπώνεται σκήτες και μοναστήρια, τις κατοικίες των εραστών μιας ταπεινότητας, που αντέχει χίλια χρόνια τώρα να υπερασπίζεται με πίστη κι αγάπη τους πολλούς και άπιστους.
Όταν διάβασα στις εφημερίδες πως δύο κοινοτικές κυρίες αξιωματούχοι βγήκαν να μας επιτιμήσουν που επιμένουμε στο Άβατον του «Περιβολιού της Παναγιάς» μας, ανάμεσα σε κάτι φληναφήματα περί ισότητας των δύο φύλων, διακρίσεις κι άλλα τέτοια εκ του πονηρού, όταν τα έργα απάδουν των μεγαλοστομιών, στην αρχή γέλασα. Ύστερα δημοσιογραφικών πονηρεύτηκα, ανησύχησα, για να οργιστώ εντέλει από το ενδεχόμενο να πρέπει να είμαι συνεχώς σε ...αγιορείτικη επιφυλακή.
Ήθελα να τις έχω μπροστά μου με ελληνικό κρασί και ψωμοτύρι, σε άγιες νύχτες ανοιξιάτικες, να μυρίζει αγιόκλημα και θυμάρι, να σκάνε μέσα στα ρούχα του ορθολογισμού τους και να τους μιλάω ώρες για τον έρωτα της ελευθερίας. Να προσπαθώ να τους πω πως για μας εδώ, τους εναπομείναντες και τις εναπομείνασες, ρωμιούς και ρωμιές, ο έρωτας είναι που έφερε το Άβατον του Ορους. Και πως στην κλίμακα των δικών μας αξιών, όπου θα βρεις κομουνιστή να κάνει το σταυρό του και παπά με το ντουφέκι να υπερασπίζεται τα ντουβάρια του και ελεύθερους πολιορκημένους και γυναίκες να χορεύουν κατά γκρεμού και μιαν Ανάσταση ακατανόητη, αφού πεθαίνεις με την πίστη πως ο θάνατος με θάνατο νικιέται.
Πώς να τους πω όμως, πως εμείς μαθημένοι να πληρώνουμε περατατζίδικα στο Χάρο, με τραγούδια σαν το «έβαλε ο θεός σημάδι παλικάρι στα Σφακιά κι ο πατέρας του στον Άδη άκουσε μια ντουφέκια», έχουμε μια Παναγιά που δεν είναι σαν τη Μαντόνα τους και κηδεύει το παιδί της με «Ω γλυκύ μου έαρ γλυκύτατον μου τέκνον πού έδυ σου το κάλλος...». Τι να τους πω; Πως το Άβατον το σεβάστηκαν επί τετρακόσια χρόνια οι μουσουλμάνοι κατακτητές μας; Πως, όποτε κατατρεγμένος, διωγμένος λαός, γυναικόπαιδα, έτρεξαν να κρυφτούν στο Άγιον Όρος. Το Άβατον ήρθη, όπως με την Αγάπη και για την Αγάπη αίρεται ως και η ελευθέρια;
Θα με κοίταζαν ωσάν κάτοικο άλλου πλανήτη αν τους έλεγα πως, όποιος προσπαθήσει να παραβιάσει το Άβατον θα βρει σ' αυτό το τρίτο πόδι της Χαλκιδικής ως άπαρτο ανάχωμα, πρώτες και καλύτερες τις γυναίκες αυτού του τόπου που δεν μετράνε την «ελευθερία» και τα «δικαιώματα τους» με το μέτρο που κονταίνει την πίστη των ανδρών τους. Πως δεν συλλογίζονται με το μέτρο των δήθεν δημοκρατών που καμώνονται τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποδέχονται την αποικιοκρατική πολιτική, τα στρατηγικά συμφέροντα με χώρες βαφτισμένες «χώρες του τρίτου κόσμου» και το εμπάργκο στα παιδάκια του Ιράκ, ως το απαραίτητο μέτρο συνετισμού της ηγεσίας τους.
Ποιος θα τολμήσει και κυρίως ποια γυναίκα πολιτικός να αντιπαρατεθεί σε μια στάση ζωής ελληνίδας γυναίκας που ακόμη κι όταν πονάει και δεν καταλαβαίνει γιατί ο γιος της αφιερώνεται στο Χριστό και χάνεται στο «Περιβόλι της Παναγιάς» το μόνο που δε σκέφτεται είναι να αντιπαρατεθεί στη βούληση του Άλλου, πατώντας εκεί όπου η ίδια δοξάζεται ως γυναίκα όσο πουθενά αλλού. Είναι παράλογο, λοιπόν, το Άβατον; Πόσο; Ίσως. όχι τόσο για μας όσο το... πολιτισμένο γεγονός να υπάρχουν κέντρα διασκέδασης στη Δύση όπου οι πορτιέρηδες αποφασίζουν ποιος μπαίνει μέσα και ποιος όχι, με μόνο κριτήριο την όψη, τα ρούχα και τον...αέρα κοσμικότητας που αποπνέουν. Πώς να το καταλάβει το Αβατον αυτή η Δύση; Που ό,τι δεν κατανοεί, όπου αδυνατεί να αισθανθεί τον όποιο Άλλο με συγκατάβαση, οταν δεν μπορεί να ηθικολογήσει κατά τα καλά και συμφέροντα της, επεμβαίνει, κατακτά, καταπιέζει, βιαίως «εκπολιτίζει», πλούσια σε προσχήματα και λογικοφανή τεχνάσματα, χρήματα και όπλα, βέτο σε διεθνείς οργανισμούς κι άλλα πολλά παρόμοια.
Όσο η Κύπρος θα χωρίζεται από μια γραμμή αίματος βαφτισμένη πράσινη για τις δυτικές συμμαχικές ανάγκες. Όσο οι πλούσιοι δυτικοευρωπαίοι θα αναζητούν σεξουαλικό τουρισμό ανήλικων στη Άπω Ανατολή ως ...διάλειμμα στις μπίζνες. Όσο ένα κεφάλι κυανοκράνου θα βαραίνει όσο μια χιλιάδα ανώνυμοι νεκροί σε μαύρη, άσπρη, κίτρινη, χώρα επιρροής τους. αυτοί οι υπερασπιστές δήθεν, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισότητας δήθεν των φύλων, ούτε να μιλούν επιτρέπεται για το Αβατον του Άθω. Νισάφι πια! Εκτός κι αν αληθεύουν οι πληροφορίες πως τάχαμου η Ουνέσκο για να πατήσει πόδι εκεί όπου της λένε πως υπάρχουν θησαυροί, με σταυροψυχάρεια τερτίπια και κατάλληλη διπλωματική εκμετάλλευση της βαλκανικής πολυεθνικότητας των μονών, μηχανεύεται να θέσει υπό την προστασία της το Άγιον Όρος. Στον τόπο μας κάποιος πρέπει να τους πει όλων αυτών των προστατών πως την προστασία αυτήν εμείς, άνδρες και γυναίκες, τη λέμε νταβατζιλίκι, την απεχθανόμαστε και την πατρίδα ακόμη και με Εφιάλτες δικούς μας, δεν την βγάζουμε στο κλαρί. Τη δε πίστη μας που δεν ξέπεσε ποτέ στην κοσμικότητα των συγχωροχαρτιών, την υπερασπιζόμαστε με αίμα.
Άλλωστε, πως να κατανοήσουν όλοι αυτοί οι προστάτες και οι προστάτιδες δυνάμεις πως εμείς την Πανάγια την έχουμε Αρχιστράτηγο, Υπέρμαχο και τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια και την έργω αγάπη μας καταθέτουμε πανηγυρικώς, ψάλλοντας Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε.
Σ' αυτήν την Ορθόδοξη «πόρτα» του Ουρανού, οι δικοί μας άντρες μάς αφήνουν εμάς τις αγαπημένες τους κέρβερους. Και βρυχώμεθα κάθε που κάποιος ή κάποια βαφτίζει «πολιτική», το ανίερο δικαίωμα να παρεμβαίνει στην ιερότητα της προσευχής που δεν καταλαβαίνει. Αν δε, προσπαθήσει να την ...εφαρμόσει κιόλας, δαγκώνουμε.
Λιάνα Κανέλλη
Από το περιοδικό Άρδην τεύχος 11, 1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου