
Φωτό: syrostoday.gr
Στὴν λειτουργικὴ ζωὴ ὑπάρχει πάντοτε ἀντιστοιχία μεταξὺ φυσικῶν καὶ πνευματικῶν γεγονότων. Ἔτσι, ἀκριβῶς μετὰ ἀπὸ τὴν Πεντηκοστή, ὅταν ξεκινάει ὁ λειτουργικὸς κύκλος τῆς Ἐκκλησίας μας, μᾶς «ὑποδέχεται» ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, ἀναφερόμενος στὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου στήν «Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν», στήν «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, πέραν τοῦ Ἰορδάνου», γιὰ νὰ διαφωτίσῃ «τὸν λαὸν τὸν καθήμενον ἐν σκότει» (Ματθ., δ’ 13-16).
Μὲ τὸ τέλος τοῦ καλοκαιριοῦ καὶ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ὁ Ματθαῖος παραδίδει πλέον τὴν σκυτάλη στὸν Λουκᾶ, γιὰ νὰ μᾶς συντροφεύσῃ ἐκεῖνος, μὲ τὰ ἀναγνώσματά του, ὅλο τὸ φθινόπωρο καὶ τὸν χειμῶνα –μὲ μιὰ μικρὴ διακοπὴ τὴν περίοδο τῶν Χριστουγέννων- μέχρι καὶ τὸ ἄνοιγμα τοῦ Τριωδίου, καὶ συγκεκριμένα μέχρι τὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου.
Στὴν συνέχεια, τὶς Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ μᾶς προετοιμάζουν γιὰ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου μας, διαβάζεται ὁ «μικρός» εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος (τὸ μικρότερο Εὐαγγέλιο), καὶ καθ’ ὅλη τὴν χαρμόσυνη περίοδο τῆς Ἀναστάσεως, ἀπὸ τὴν προαναστάσιμη Κυριακὴ τῶν Βαῒων μέχρι καὶ τὴν Πεντηκοστή, τὴν γενέθλιο ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, διαβάζεται ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης Ἰωάννης﮲ καὶ τἀνάπαλιν.
Οἱ περικοπὲς τοῦ Λουκᾶ, λ.χ. τοῦ ἄφρονος πλουσίου, τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου, τοῦ Τελώνου & Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου ἤ, ὅπως ἀλλοιῶς ὀνομάζεται, τοῦ φιλεύσπλαγχνου πατρός, διακρίνονται γιὰ τὸ βαθὺ κοινωνικό των περιεχόμενο, γι’ αὐτὸ ὁ Λουκᾶς θεωρεῖται ὁ κατ’ ἐξοχὴν κοινωνικὸς Εὐαγγελιστής.
Τὸ ἴδιο κοινωνικὸ περιεχόμενο ἔχει καὶ ἡ αὐριανὴ περικοπή, τῆς Α’ Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ (ε’ 1-11). Τὰ πλήθη συνωστίζονται στὴν γνωστὴ λίμνη Γεννησαρέτ, στὴν κυριολεξία ἔχουν πέσει πάνω στὸν Κύριο «τοῦ ἀκούειν τὸν λόγον Του.»