Λίγοι Έλληνες γνωρίζουν ότι η καθιέρωση της κοινής εορτής των Τριών Ιεραρχών, οφείλει τη γενεσιουργό αιτία της σε έναν λόγο που ομολογουμένως μας εκπλήσσει για την πρωτοτυπία του...
Να σταματήσουν οι φιλονικίες των Χριστιανών της εποχής εκείνης για το ποιος εκ των Τριών Ιεραρχών είναι… ανώτερος!!
Ο Μέγας Βασίλειος; Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος; ή ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος;
Σεβασμιώτατε, Πανοσιολογιώτατε Πρωτοσύγκελε της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, Αιδεσιμολογιώτατοι Πατέρες, Ιερολογιώτατε Διάκονε, Κύριε Αντιπεριφερειάρχα, Κύριε Πρόεδρε Δημοτικού Συμβουλίου, Κύριοι Περιφερειακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, Κύριοι εκπρόσωποι των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, Κύριοι Πρόεδροι των επιτροπών Παιδείας, Κύριοι Διευθυντές Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Κύριοι Σχολικοί Σύμβουλοι, Κύριοι Πρόεδροι του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και ΕΛΜΕ Μεσσηνίας, Κυρίες Διευθύντριες-Κύριοι Διευθυντές των Σχολικών μας Μονάδων, Κύριε Πρόεδρε της ένωσης Γονέων, Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αξιότιμο εκκλησίασμα, αγαπημένοι μας μαθητές,
Επιτρέψτε μου να ομολογήσω ότι βρίσκομαι σε πραγματικά δύσκολη θέση τούτη την ώρα, βέβαιος για την αποτυχία του εγχειρήματος της ομιλίας μου. Τη χαρά για την τιμή που μου έκαναν ο Διευθυντής και οι συνάδελφοι του σχολείου μου, διαδέχτηκαν η αγωνία της ανεπάρκειάς μου, να ανταποκριθεί με αξιώσεις σε αυτό το κάλεσμα για τρεις κυρίως λόγους.
Να σταματήσουν οι φιλονικίες των Χριστιανών της εποχής εκείνης για το ποιος εκ των Τριών Ιεραρχών είναι… ανώτερος!!
Ο Μέγας Βασίλειος; Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος; ή ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος;
Σεβασμιώτατε, Πανοσιολογιώτατε Πρωτοσύγκελε της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, Αιδεσιμολογιώτατοι Πατέρες, Ιερολογιώτατε Διάκονε, Κύριε Αντιπεριφερειάρχα, Κύριε Πρόεδρε Δημοτικού Συμβουλίου, Κύριοι Περιφερειακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι, Κύριοι εκπρόσωποι των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, Κύριοι Πρόεδροι των επιτροπών Παιδείας, Κύριοι Διευθυντές Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Κύριοι Σχολικοί Σύμβουλοι, Κύριοι Πρόεδροι του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και ΕΛΜΕ Μεσσηνίας, Κυρίες Διευθύντριες-Κύριοι Διευθυντές των Σχολικών μας Μονάδων, Κύριε Πρόεδρε της ένωσης Γονέων, Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αξιότιμο εκκλησίασμα, αγαπημένοι μας μαθητές,
Επιτρέψτε μου να ομολογήσω ότι βρίσκομαι σε πραγματικά δύσκολη θέση τούτη την ώρα, βέβαιος για την αποτυχία του εγχειρήματος της ομιλίας μου. Τη χαρά για την τιμή που μου έκαναν ο Διευθυντής και οι συνάδελφοι του σχολείου μου, διαδέχτηκαν η αγωνία της ανεπάρκειάς μου, να ανταποκριθεί με αξιώσεις σε αυτό το κάλεσμα για τρεις κυρίως λόγους.
Η ομιλία για τους τρεις πάνσεπτους Φωστήρες της Καππαδοκίας, τους διδασκάλους όχι μόνων των λόγων αλλά και των έργων, αποτελεί βαρύ φορτίο, γιατί πρέπει μέσα σε λίγα λεπτά να σκιαγραφηθούν 16 αιώνες παρουσίας στις συνειδήσεις των πιστών.
Οι άνθρωποι, βλέποντας με τα μάτια του προσώπου και σπανιότερα με αυτά της ψυχής, αναζητούμε επαίνους επιβράβευσης και εφήμερης καταξίωσης αγνοώντας ότι η αγιότητα δεν αξιολογείται από το κοσμικό φρόνημα, δεν προσλαμβάνεται με τη λογική του πεπερασμένου ανθρώπινου μέτρου. Αν ξεπεράσεις τα όρια στη λογική του κόσμου γκρεμοτσακίζεσαι, στη λογική των αγίων Πατέρων εκτοξεύεσαι και φυσικά ελευθερώνεσαι.
Όταν φτιάχνουμε αψίδες θριάμβου στους Αγίους Πατέρες τους εγκλωβίζουμε σε νοητά σχήματα και τους χαμηλώνουμε.
Τα κριτήρια επιτυχίας του κόσμου, κριτήρια αποτυχίας για την αγιότητα και αντιστρόφως.
Από τη μια, η αυτάρκεια και η αλαζονεία της επιτυχίας που χορτασμένη δεν ελπίζει σε τίποτε. Από την άλλη, η αποτυχία και η ταπείνωση που έχει χάσει τα πάντα και ψάχνεται να δώσει κι άλλα.
Η αγιότητα δε θαμπώνεται από λαμπερές τελετές, ούτε αναζητά τη φανέρωση. Κρύβεται επιμελώς, προσφέρει την ασκητικότητα της θυσίας, σηματοδοτεί την ακατάπαυστη λειτουργία της αγάπης, δωροθετεί την αγωνία της μετάνοιας, προσδοκά την ευκαιρία της δοκιμασίας. Συμπιέζεται να χωρέσει σε βιβλία και ομιλίες, σε αργίες και επετείους και πάντα μας διαφεύγει. Προσπαθούμε να διερευνήσουμε τη ζωή των τριών Πατέρων με σύμμαχο τη λογική μας και αποτυγχάνουμε. Ταπεινωνόμαστε, αισθανόμαστε τη δύναμη της σιωπής και του βιώματός τους και μας αποκαλύπτονται όλα.
Αντιπαλεύουν μέσα μου, οι προσδοκίες της εμπιστοσύνης Σας και η αντίδρασή μου να μιλήσω μπροστά σε τόσους ανθρώπους για τρεις κοινωνικά αποτυχημένους (…) σύμφωνα με τα ισχύοντα κοινωνικά κριτήρια, την αίγλη, τη φινέτσα και τη λογική του κόσμου τούτου.
Οι τρεις μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας που σήμερα προσπαθούμε να τιμήσουμε δε χωρούν στις τελετές μας. Ακατανόητη η ζωή των Τριών Ιεραρχών για τις αξίες του σύγχρονου υλικού και απρόσωπου πολιτισμού μας, μετεξεταστέα στη διαδικασία αξιολόγησης του εκπαιδευτικού μας συστήματος, που τους «τιμά» ως προστάτες του.
Το απρόσωπο σχολικό περιβάλλον, το ξενικό κλίμα επικοινωνίας, το αδηφάγο κυνήγι της βαθμολογίας, η ασφυκτική πίεση για την ολοκλήρωση της ύλης, η αγωνία της εγρήγορσης που απαιτεί το σχολείο και κατ’ επέκταση ο κόσμος των ενηλίκων που ετοιμάζονται να ενταχθούν οι μαθητές μας, βρίσκονται μακριά από το ασκητικό πνεύμα των Ιεραρχών.
Νομίζω ότι οι τρεις Πατέρες είναι απλά (…), εκτός ύλης.
Τρεις Πατέρες της Εκκλησίας, γόνοι καταξιωμένων κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά οικογενειών. Κάτοχοι αξιοζήλευτης παιδείας και καλλιέργειας που εκπλήσσει ακόμη και σήμερα. Στις καλύτερες σχολές και δίπλα στους αρίστους των δασκάλων της εποχής τους σπουδάζουν τα πάντα: ρητορική, φιλοσοφία, θεολογία, μαθηματικά, φυσική, μετεωρολογία, γεωλογία, αστρονομία, γεωμετρία, ιατρική.
Και στην κορύφωση της καριέρας τους εγκαταλείπουν τα πάντα: τιμητικά καθηγητικά καθήκοντα, προσοδοφόρο δικηγορία και ρητορική, περίφημα εκκλησιαστικά αξιώματα. Αρνούνται τον κόσμο του πλούτου, της δόξας και της εξουσίας. Αποσύρονται στην έρημο, επιλέγοντας τη σκληρότατη άσκηση, μορφώνουν εκεί τον εσωτερικό άνθρωπο, δοκιμάζουν τις αντοχές της σχέσης τους με το Θεό, σπουδάζουν με δάκρυα τη ζωή του Πνεύματος.
Και επιστρέφουν στον κόσμο αδειάζοντας την αγάπη τους. Μοιράζουν την περιουσία τους στη φτωχολογιά και γίνονται :
-Όχι διδάσκοντες, αλλά μαθητές, που μαθητεύουν με ταπείνωση στον πόνο και την ανέχεια, τη θλίψη και τη στέρηση, τον πειρασμό και τα πάθη των ανθρώπων.
-Όχι δεσπότες, αλλά επίσκοποι και πατέρες, που διακονούν το μυστήριο του όλου ανθρώπου και οδηγούν με έργα θυσίας και καθαρή προσευχή το «ποίμνιο» που τους εμπιστεύθηκε η Χάρις του Θεού.
Και οι τρεις αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε έναν ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και της ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών.
Οι άγιοι αυτοί πατέρες, οι πυρσεύσαντες διά θείων δογμάτων την οικουμένην, δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: «Ξέρω πολλούς», λέει ο Χρυσόστομος, «που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε έναν οβολό δε δίνουν στους θλιμμένους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή». Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: «Μην τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού».
Σεβασμιώτατε, γίνεται ολοένα και πιο έντονη μέσα μου η πεποίθηση ότι πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε εμείς για τους τρεις Ιεράρχες και να προσπαθήσουμε να ακούσουμε τι έχουν να πουν αυτοί σε μας…
Εξάλλου σύμφωνα με τον Μέγα Βαρσανούφιο η γνώση μετά σιωπής και ελπίδας στο Θεό αποτελούν την υπέρτατη θεολογία…
Παραμονές της εορτής, ονειρεύτηκα τον Μεγάλο Βασίλειο να μη διστάζει να αντιπαρατεθεί στον Αυτοκράτορα, Ουάλη, λέγοντάς του: «Αρπαγή περιουσίας δε φοβάμαι, γιατί δεν έχω τίποτε άλλο από λίγα τριμμένα ράσα και λίγα βιβλία. Εξορία δε γνωρίζω, γιατί στον κόσμο είμαι προσωρινός κάτοικος και όλοι οι τόποι δε με εμποδίζουν να προσεύχομαι. Όσο για τον θάνατο, τον παρακαλώ, γιατί θα με φέρει πιο γρήγορα στον Θεό μου…».
Τον είδα να στέκεται αδύνατο από την άσκηση και τον κάματο στο πλευρό 30.000 φτωχών, ορφανών πασχόντων ανθρώπων, που διακονούσε στην πόλη που ίδρυσε, τη Βασιλειάδα κάνοντας τη φιλανθρωπία πρωταρχικό σκοπό της ζωής του όλη την περίοδο του έτους και όχι μόνο την παραμονή της πρωτοχρονιάς που σύμφωνα με την καθιερωμένη οπτική, προσπαθεί με κόπο λόγω των παραπανίσιων κιλών του να εισέλθει στο τζάκι φορώντας την κόκκινη στολή του. Και όταν ο Βασίλειος χωρέσει στην καμινάδα της οικίας μας προβάλλει ο κίνδυνος να μείνει η χάρις της αγιότητας εκτός της καρδίας μας…
Σπούδασε όλες σχεδόν τις επιστήμες της εποχής εκείνης. Στις διατριβές του παρελαύνουν ο Αριστοτέλης, ο Πλούταρχος, ο Πλάτωνας, ο Πλωτίνος, οι Στωικοί φιλόσοφοι.
Το 370 μ.Χ., ο Βασίλειος γίνεται Μητροπολίτης Καισαρείας.
Το 16ο αιώνα, τα έργα του Βασιλείου άρχισαν να διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων, το δε πόνημά του: «Προς του νέους…» απέκτησε τόσους θαυμαστές στη Δύση, που εντός 50 ετών γνώρισε 20 εκδόσεις. Τα Άπαντά του, έχουν εκδοθεί στη Γερμανική γλώσσα από το 1776.
Η επιστημονική έρευνα έχει καταδείξει ότι ο Βασίλειος και ο Χρυσόστομος είναι ουσιαστικά οι εμπνευστές ενός δημόσιου συστήματος υγείας που με την πάροδο του χρόνου απλώνεται σε ολόκληρη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Άκουσα τον Γρηγόριο, στο ναό της Αγίας Αναστασίας να εκφωνεί τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους που του έδωσαν δίκαια τον τίτλο του πιο σπουδαίου Θεολόγου της εποχής. Ανέστησε ως όργανο του Αγίου Πνεύματος την Ορθοδοξία, στα πλαίσια των εργασιών της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου ενάντια στους αρειανούς.
1700 χρόνια πριν από την εμφάνιση του φεμινισμού χτυπά ο Γρηγόριος την ανισότητα ανδρών και γυναικών, τους τότε νόμους που προκλητικά ευνοούσαν τους άνδρες. «Δεν δέχομαι αυτήν την νομοθεσία» έλεγε. «Άνδρες ήταν οι νομοθέτες για αυτό ενομοθέτησαν κατά των γυναικών.
Αποδέχτηκε, όχι χωρὶς δισταγμούς, την απόφαση του Θεοδόσιου να τον εγκαταστήσει πανηγυρικά στον Πατριαρχικό θρόνο το 381 μ.Χ. Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως όταν δημιουργήθηκε ζήτημα στην Σύνοδο και ξέσπασε διαμάχη στην Εκκλησία, ο Γρηγόριος δείχνοντας στην πράξη την ταπεινότητά του, αποσύρθηκε από τον θρόνο, θυσιαζόμενος για την ειρήνευση και την ενότητα της εκκλησίας.
Σούρουπο μες το καταχείμωνο, παγωνιά στους δρόμους της Αντιόχειας. Οι άνθρωποι κρύοι και άρρωστοι κλεισμένοι στα σπίτια τους. Ένας ρασοφόρος, τριγυρίζει στα σκοτεινά σοκάκια. Επισκέπτεται, παρηγορεί και πολλὲς φορές χωρὶς να τον αντιληφθούν, μοιράζει χρήματα. Είναι ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Διετέλεσε επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, όπου διακρίθηκε για το σπουδαίο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο του.
Ο Χρυσόστομος μόλις ανέρχεται στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, το 398 μ.Χ., πουλάει τα πολυτελή σκεύη και έπιπλα του Πατριαρχείου για χάρη των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Διακόπτει άμεσα τη διοργάνωση επίσημων και πλούσιων δείπνων και με τα χρήματα που εξοικονομεί, οργανώνει συσσίτια για 7.000 φτωχούς καθημερινά, χωρίς να υπολογίζονται σε αυτό το νούμερο οι ξένοι και αυτοί που για κάποιο διάστημα βρισκόντουσαν στην πόλη.
Ο ίδιος ζει λιτά και ασκητικά, προκαλώντας το θαυμασμό του απλού λαού, αλλά και την περιφρόνηση των πλούσιων και κοινωνικά ισχυρών πολέμιών του. Δε διστάζει να καθαιρέσει μεγάλο αριθμό επισκόπων με την κατηγορία του χρηματισμού κατά την άσκηση της ιεροσύνης. Αντιμετωπίζει δραστικά το σκανδαλισμό που προκαλούσαν στους πιστούς με τον πολυτελή βίο τους, απερίσκεπτοι κληρικοί και μοναχοί.
Η επιμονή του μάλιστα να κτίσει λεπροκομείο, όχι σε κάποια υποβαθμισμένη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πλουσιότερη συνοικία έξω απ’ την πόλη, εκεί που ζούσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι οποίοι έβλεπαν την οικονομική αξία των πολυτελών οικημάτων να μειώνεται λόγω της γειτνίασης με το κτήριο αυτό, αποτέλεσε και την αφορμή για την οριστική δίωξή του από την αυτοκράτειρα Ευδοξία. Τη δέχτηκε αδιαμαρτύρητα για τη δόξα της εκκλησίας.
Οι νουθεσίες του επεκτείνονται προς τους πολιτικούς και πολιτειακούς άρχοντες: Ο άρχοντας, τονίζει ο Ιω. Χρυσόστομος, δεν πρέπει να υπερέχει από τους αρχόμενους στις τιμές, αλλά στις αρετές. Επιστέγασμα του μεγάλου ανδρός η ρήση: «Η διαμάχη γύρω από το δικό μου και το δικό σου αποτελεί τη ρίζα όλων των κοινωνικών κακών.»
Ψυχολόγος καταπληκτικός, παιδαγωγός μέγας. Ανάλυσε και διατύπωσε αξεπέραστες αλήθειες, για την αξία της παιδαγωγίας τον δάσκαλο, τον μαθητή, τους γονείς, τη συζυγική και οικογενειακή ζωή.
Οι Τρεις Ιεράρχες αναμφισβήτητα, τάραξαν τα νερά της εποχής τους και άφησαν παρακαταθήκες με αιώνια αξία Οι κοινωνικές θέσεις τους είναι σύγχρονες και ριζοσπαστικές. Ο Νικόλας Μπερντιάεφ ο μεγαλύτερος ίσως Ρώσος διανοητής του 20ου αιώνα μεταξύ των άλλων αναφέρει: «στον Μεγάλο Βασίλειο όπως και στον Ιωάννη Χρυσόστομο η κοινωνική αδικία, δημιούργημα της κακής διανομής του πλούτου, κριτικάρεται με τέτοια δριμύτητα που θα έκανε τον Προυντόν και τον Μαρξ να χλωμιάσουν».
Άνθρωποι με ανοιχτούς πνευματικούς ορίζοντες, τονίζουν στα κείμενά τους την αξία της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Ο Γρηγόριος αντιδρώντας στις απόψεις κάποιων ακραίων και φοβικών χριστιανών, που αρνούνταν τη μελέτη της κλασικής παιδείας, υποστηρίζει πως είναι «αγροίκοι και αγράμματοι», όσοι δε δέχονται την αξία της. Αποκαλεί την πόλη των Αθηνών που ήταν κέντρο σπουδής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, «Χρυσή Αθήνα των Γραμμάτων».
Πέτυχαν να προφυλάξουν τη σύνθεση Χριστιανισμού και Ελληνισμού από φιλοσοφικές και αιρετικές ακρότητες που ήθελαν την απορρόφηση του ενός από το άλλο στοιχείο. Αυτό ήταν το πνεύμα των Τριών Πατέρων οι οποίοι δε φιλοσοφούσαν, αλλά θεολογούσαν. Αυτό ήταν το πνεύμα των Τριών Πατέρων οι οποίοι δεν φιλοσοφούσαν, αλλά θεολογούσαν. Οι οποίοι επίστευαν, εβίωναν, ελάτρευαν, εκήρυτταν εσταυρωμένο και αναστημένο Χριστό. Και οι οποίοι ως Χριστοφόροι και Χριστοκήρυκες αναμόρφωσαν την Οικουμένη.
Φιλοσοφικότερος και επιστημονικότερος ο Βασίλειος, θεολογικότερος και ποιητικότερος ο Γρηγόριος, λαμπρότερος στη χρήση του λόγου και ασυμβίβαστος ο Χρυσόστομος. Και οι τρεις είχαν ειλικρινή και θερμή πίστη, υπέρλαμπρη ευγλωττία, μεγάλη και ισχυρή παιδεία, πλήρη αφοσίωση στην Ορθοδοξία, αγάπη στο ποίμνιο, τόλμη ενώπιον των αρχόντων, ανεξάντλητη φιλανθρωπία, διαρκή νηφαλιότητα, άμεμπτη σωφροσύνη.
Σεβασμιώτατε, αισθάνομαι ότι αποδεικνύομαι κατώτερος των απαιτήσεων τούτης της εορτής. Αδυνατώ να παραβλέψω το οξύμωρο σχήμα: Σήμερα που τιμούμε «τους Μεγίστους Φωστήρες της τρισηλίου θεότητος», γινόμαστε μάρτυρες από τη μια της αναγνώρισης του επιστημονικού τους έργου σε παγκόσμια κλίμακα και από την άλλη της επιχείρησης αποσύνδεσης της Ελληνικής παιδείας και των γραμμάτων από την παρουσία των Προστατών τους και μιας σαφούς ιδεολογικής διαφοροποίησης με έντονα τα στοιχεία της αμφισβήτησης ακόμη και για τους Πατέρες, εν γένει της ελληνικής κοινωνίας άρα και του εκπαιδευτικού κόσμου».
Καλούμαι να μιλήσω για τους τρεις Ιεράρχες αλλά δυσκολεύομαι να απαντήσω στο αφοπλιστικό ερώτημα των μαθητών μου. «Γιατί, Κύριε οι τρεις Ιεράρχες είναι προστάτες των Γραμμάτων και της Παιδείας μας;». Ομολογώ ότι η ψυχραιμία και οι γνώσεις μου δοκιμάστηκαν σοβαρά. Το δε κύρος και η ειλικρίνειά μου επλήγησαν ανεπανόρθωτα.
Πώς να σας κοιτάξω στα μάτια μαθητές μου και να σας πω ότι οι προστάτες άγιοι της Παιδείας, είναι πια μακριά από το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της εκπαιδευτικής στοχοθεσίας μας;
Στο γλωσσικό μάθημα, που συστήνει τον άνθρωπο ως πνευματικό και ηθικό όν, δε συναντά ο μαθητής του Δημοτικού ούτε ένα κείμενο των Τριών Ιεραρχών, στο βιβλίο των θρησκευτικών της Γ΄ Γυμνασίου το κεφάλαιο που αναφέρεται στους Τρεις Ιεράρχες έχει αφαιρεθεί.
Αγαπημένοι μας μαθητές πώς να εκστομίσω ότι και εγώ που καλούμαι ως δάσκαλος να σας εμπνεύσω τις αξίες της ορθόδοξης ζωής και της ελληνικής παράδοσης, αγωνίζομαι να ξεφύγω από τα δεσμά της κοσμικής λογικής, την αναποτελεσματικότητά μου να διδάξω μέσα από το προσωπικό παράδειγμα, τη δυσκολία μου να αποδεχτώ και να σεβαστώ την ιδιαιτερότητα του άλλου και να διδάξω θυσιαστικά το Πρόσωπο του μαθητή ως εικόνα και ομοίωσιν του Θεού μου, την αδυναμία να μετατρέψω την εχθρότητα σε φιλία και αγάπη, την έλλειψη πνευματικής ζωής, την αραιή εξομολόγηση και συμμετοχή στη θεία Κοινωνία σε γνήσια, εν Χριστώ, παρουσία, το άγχος και τη φιλοδοξία της επιτυχίας σε πίστη και ελπίδα, το φυσικό φόβο στους ανωτέρους μου σε πνευματική παρρησία, τη φθορά της ρουτίνας της καθημερινότητας σε χαραμάδα ουράνιας ζωής και βίωμα κατά χάριν θέωσης ;
Όλοι εμείς που αναζητούμε εναγωνίως την αλήθεια για να την ανακαλύψουμε πρέπει πρώτα να την αμφισβητήσουμε. Διότι είναι ορατός ο κίνδυνος και τούτη η γιορτή να λάβει τη μορφή μιας ακόμη απλής τυπικής επετειακής σύναξης.
Ας μου επιτραπεί να πω πως στέκεται μετέωρη και αναποτελεσματική μπροστά στην απαξίωση του σχολείου η επίκληση της προστασίας των Τριών Ιεραρχών.
Η παιδεία μας σήμερα, εγκατέλειψε την ψυχή του παιδιού και στράφηκε στον εγκέφαλό του. Γεμίζουμε το κεφάλι του παιδιού με γνώσεις και αφήνουμε σβησμένη την ψυχή του.
Ένα εκπαιδευτικό σύστημα:
Που ζυγίζει την αξία των μαθητών μας με το μέγεθος του βαθμού και όχι με το μεγαλείο του Προσώπου τους.
Που προσπαθεί να χτίσει μια υγιή παιδαγωγική σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς αλλά δεν τα καταφέρνει….
Που υπερασπίζεται με σθένος τη Δάντεια επιγραφή «όποιος μπαίνει στο χώρο αυτό να αφήσει έξω κάθε χαρά της ζωής…»
Που αδυνατεί να αντιληφθεί ότι αυτό που μετριέται, δε μετράει πάντα και αυτό που πραγματικά μετράει τις περισσότερες φορές δεν μπορεί να μετρηθεί.
Το σχολείο αρνείται πεισματικά να γίνει κατάλληλο για τους μαθητές και πασχίζει να κάνει τους μαθητές κατάλληλους (…) για το σχολείο.
Και έτσι, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των εκπαιδευτικών μας που και αυτοί είναι πρόσωπα, έχουν τις δικές τους ανάγκες, και μετατρέπονται από φορείς γνώσης και ζωής σε διεκπεραιωτές ύλης, παραμένει χώρος αφιλόξενος, πληκτικός, δευτερεύουσας παιδευτικής σημασίας για το μαθητή ως Πρόσωπο και εν γένει για το κοινωνικό σύνολο, εγκλωβισμένος σε σχήματα και μηχανισμούς που τον εμποδίζουν να ανταποκριθεί με αξιώσεις στο βασικό και ουσιαστικό του ρόλο, τις αναπτυξιακές και μορφωτικές ανάγκες του κύριου πρωταγωνιστή, του ίδιου του μαθητή.
Συχνά λειτουργεί ως την «Προκρούστειο κλίνη» του εκπαιδευτικού συστήματος που ό,τι υπολείπεται το τραβάει για να φθάσει και ό,τι περισσεύει το κόβει.
Που ενώ δέχεται τους τρεις Ιεράρχες ως προστάτες της παιδείας και των γραμμάτων, αποστασιοποιείται αθόρυβα ίσως και φοβισμένα από τον συνειδητό εκκλησιασμό, τον πνευματικό προσανατολισμό στην αγιότητα και τη θεραπευτική αξία του επιτραχηλίου εξομολόγησης στη ζωή των μαθητών…
Το εκπαιδευτικό πρόβλημα που αναγνωρίζεται με τον όρο «κρίση της παιδείας μας» έχει φθάσει στις μέρες μας σε σημείο αιχμής. Το πρόβλημα γίνεται τραγικό την περίοδο που διανύουμε, εν μέσω οικονομικής κρίσης που οι προσπάθειες για διέξοδο και επίλυση των προβλημάτων που μαστίζουν το ελληνικό σχολείο δυστυχώς δεν είναι απαλλαγμένες από τις αιτίες και τις νοοτροπίες που προκάλεσαν την κρίση.
Ξεχάσαμε ότι η αξία δε βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο Πρόσωπο. Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά.
«Φανέρωσέ μας τη μάσκα που κρύβεις κάτω από τη μάσκα που φοράς», λέει το τραγούδι.
Στο βάθος ακούγεται η κραυγή αυτών που παλεύουν και διψάνε για ζωή.
Αγαπημένοι μας μαθητές, γνωρίζουμε ότι η δοκιμασία σας είναι επώδυνη και οι απαιτήσεις δυσβάσταχτες. Συνθλίβεται η ψυχή σας, στα πιο ευαίσθητα, στα πιο όμορφα χρόνια, της παιδικότητας και της εφηβείας. Συμφωνούμε απόλυτα με τα λόγια ενός άξιου δασκάλου, του παιδαγωγού της αγάπης και της παιδαγωγικής σχέσης του Αλεξάνδρου Κοσμοπούλου:
«Αυτό που συχνά χαρακτηρίζουμε νεανική αυθάδεια τις πιο πολλές φορές δεν είναι παρά ή έντονη διαμαρτύρηση μιας ψυχής που βρέ¬θηκε πληγωμένη, καθώς μια στιγμή είδε να καταστρέφεται η ιδα¬νική μορφή ενός ανθρώπου, του δασκάλου της, που τον επίστευε τέλειο».
Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Όχι. Τότε πως θέλουμε παιδεία ζωής;
Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία διαδραματίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δασκάλου-μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού που βοηθάει ουσιαστικά να γίνει αποδοτική η διδασκαλία.
Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές των μαθητών, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες, «δρόμος απελευθέρωσης, ωρίμανσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας».
«Η παιδεία» γράφει ο Χρυσόστομος, «είναι μέγιστο αγαθό για τον άνθρωπο, αποτελεί μετάληψη αγιότητας. Ο Γρηγόριος ονομάζει «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών» το έργο του δασκάλου. «Η διδασκαλία στην τάξη» λέει ο Μ. Βασίλειος, «πρέπει να γίνεται ευχάριστα, γιατί μόνο τότε η γνώση παραμένει μόνιμα.
Σύμφωνα με το Μεγ. Βασίλειο οι δάσκαλοι, δε δίνουν ό,τι έχουν, δίνουν ό,τι είναι! Δεν έχουν αγάπη για τους μαθητές τους. Είναι οι ίδιοι αγάπη για αυτούς…
Πώς να γίνω φορέας και συνάμα λειτουργός των λόγων ενός σύγχρονου γέροντος, του πατρός Πορφυρίου που λέει ότι: «Όποιος αγαπάει λίγο, δίνει λίγο, όποιος αγαπάει περισσότερο δίνει περισσότερο κι όποιος αγαπάει πάρα πολύ τι έχει αντάξιο να δώσει; Δίνει τον εαυτό του…»
Αν θέλουμε να τιμήσουμε τους Τρεις Ιεράρχες δεν αρκεί να διεκπεραιώνουμε την υποχρέωση μέσα από τυπικές και επιδερμικές εορτές. Απαιτείται μελέτη του έργου τους, της προσφοράς τους, αλλά κυρίως η μίμηση της στάσης ζωής τους ώστε να βιώσουμε οι ίδιοι την υπερβατική λογική πως ό,τι βλέπουμε και σκεφτόμαστε έχει ανάγκη από αυτό που νιώθουμε για να αξιωθούμε να μετάσχουμε στο ύψιστο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Όλοι εμείς που εργαζόμαστε στο χώρο της εκπαίδευσης, αν θέλουμε να ατενίσουμε το μέλλον μας οφείλουμε να σεβαστούμε το παρελθόν μας. Όλους αυτούς που εργάστηκαν με αυτοθυσία πριν από μας και μας έδειξαν το δρόμο. Τους συνάδελφους που δε συνεχίζουν πια μαζί μας είτε γιατί έχουν αναχωρήσει από την επίγεια ζωή είτε έχουν αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία.
Όταν μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το 1979, η γαλλική εφημερίδα «ΛΕ ΜΟΝΤ» έγραψε: «καλωσορίζουμε την Ελλάδα, τη χώρα της Φιλοκαλίας, τη χώρα του Βασιλείου, του Γρηγορίου, του Χρυσοστόμου».
Αυτόν περιμένει η Ευρώπη από εμάς, τον φιλόκαλο άνθρωπο, τον φίλο του καλού, τον άγιο, τον άνθρωπο που όπως έλεγε ο Χρυσόστομος: «είναι πλούσιος όχι γιατί περιβάλλεται από πολλά αγαθά και χρήματα, αλλά γιατί δεν έχει ανάγκη από τίποτε!...»
Κυρίες και Κύριοι, αγαπητά μας παιδιά, εκατοντάδες χρόνια τώρα εορτάζουμε στους ναούς μας, στα σχολειά μας, στις αίθουσες που γεννιέται το όνειρο, στα Πανεπιστήμιά μας τους αγίους αυτούς Πατέρες…
Εκατοντάδες χρόνια τώρα είναι δίπλα μας, σε ό,τι κάνουμε, σε ό,τι θα θέλαμε να κάνουμε, στο χαμόγελο που χαρίζουμε στον διπλανό μας, στο δάκρυ που κυλά απ’ τα μάτια μας, για κάθε τι που πεθαίνει, για καθετί που γεννιέται, στην κουβέντα που θα πούμε απ’ την καρδιά μας, στην προσευχή που θα σκεφτούμε.
Μας οδηγούν, ακολουθώντας τις ανάγκες μας……
Και όχι μόνο! Μας οδηγούν η υπομονή, η πίστη και η αγάπη όχι τόσο ως μηχανισμός άμυνας και αδυναμίας αλλά κυρίως ως λειτουργία προσδοκίας, προσευχής, εγρήγορσης και αναμονής της φανέρωσης του θελήματος του πανάγαθου Θεού.
Ποιος, αλήθεια, γιορτάζει και γιατί σήμερα; Αυτή η ερώτηση αξίζει να απαντηθεί.
Όχι τώρα, όχι εδώ.
Η απάντηση είναι προσωπική και θα δοθεί στον καθένα χωριστά καθώς θα κρατά στη χούφτα το αντίδωρο και θα πάρει το δρόμο της επιστροφής για τα σχολειά μας. Άραγε θα νιώσουμε φέτος ότι μας απλώνουν το χέρι;
Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, συνάδελφοι και μαθητές μας το ενδεχόμενο να απογοητευθήκατε από τα λόγια μου δεν είναι μικρό.
Για την τόλμη μου να σας μιλήσω σας ζητώ να με συγχωρέσετε.
Για την υπομονή και την ευγένειά σας να με ακούσετε,
Σας ευχαριστώ από καρδιάς.
Φώτιος Πετρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου